Αναλυτικά το άρθρο των Eleni Chrepa και Macarena Munoz Montijano:
Ο Γιάννης Μόσχος θυμάται τις κακές μέρες. Μια οικονομία σε κατάρρευση, επιχειρηματικές σχέσεις διαλυμένες και την χώρα του στο επίκεντρο των χλευασμών. Αυτή ήταν η Ελλάδα του 2012, την ίδια χρονιά που ο Μόσχος και ο αδελφός του ίδρυσαν την οικογενειακή τους επιχείρηση παραγωγής ελαιόλαδου. Τώρα, έχοντας δημιουργήσει την εταιρεία, θέλει να γίνει μέρος του μέλλοντος της Ευρώπης- να παράγει ποιοτικά προϊόντα και να το κάνει με καθαρή ενέργεια, εξοικονομώντας χρήματα και βοηθώντας ταυτόχρονα τις υψηλές κλιματικές φιλοδοξίες της ηπείρου.
Παρόμοιες ιστορίες λαμβάνουν χώρα σε ολόκληρη τη Νότια Ευρώπη, καθώς η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία, που κάποτε θεωρούνταν “καμμένα χαρτιά” (basket cases), αρχίζουν να “αναζωογονούνται” μετά από χρόνια σκληρής κρίσης και βαθιάς ύφεσης.
Έχουν γίνει οι υπερτυχεροί της περιοχής, με ρυθμούς ανάπτυξης διπλάσιους από τον μέσο όρο της ευρωζώνης και πολύ υψηλότερους από πολλούς από τους γείτονές τους. Η ανάπτυξη στην Ισπανία και την Ελλάδα αναμένεται να ξεπεράσει το 2% φέτος, έναντι μόλις 0,8% για τη ζώνη του ευρώ. Η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της περιοχής, θα αναπτυχθεί ελάχιστα.
Ωστόσο, τα σημάδια της οικονομικής κρίσης παραμένουν – ιδιαίτερα στην αγορά εργασίας – και η ανοικοδόμηση της φήμης συνεχίζεται.
Η περίοδος της κρίσης δημιούργησε την άποψη ότι η Νότια Ευρώπη είναι ανεύθυνη, τεμπέλικη, μη παραγωγική, προσκολλημένη στο νόμισμα του ευρώ μόνο χάρη στις ελεημοσύνες των πλουσιότερων βορειοευρωπαϊκών χωρών.
Αυτή η προοπτική προκάλεσε ένα γεωγραφικό χάσμα σε ένα κλίμα αμφιβολιών, καχυποψίας και ανταγωνισμού. Από την Αθήνα μέχρι τη Μαδρίτη και τη Λισαβόνα, η σκληρή δουλειά συνεχίζεται για να αλλάξει αυτή η εικόνα.
Bloomberg: Eλλάδα, Ισπανία και Πορτογαλία ξεπέρασαν την κρίση και πλέον υπεραποδίδουν
Ευρωπαϊκές οικονομίες που βρίσκονταν σε κρίση και πλέον υπεραποδίδουν
Όταν οι ελληνικές επιχειρήσεις άρχισαν να εξάγουν στην αρχή της κρίσης, τα λάθη, ή ακόμη και οι απάτες σε ορισμένες περιπτώσεις, τους χάλασαν το όνομα, σύμφωνα με τον Μόσχο.
“Η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίσαμε κατά τη διάρκεια της κρίσης ήταν η έλλειψη εμπιστοσύνης προς την Ελλάδα από άλλες αγορές”, είπε. “Έπρεπε να κάνουμε μικρά βήματα. Πουλήσαμε, κερδίσαμε και επανεπενδύσαμε” για αρκετά χρόνια.
Η κατάσταση έχει αλλάξει τώρα. Για τις κυβερνήσεις, καθώς και για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, η ελπίδα είναι ότι ο νέα κατάσταση δεν θα αποδειχθεί μια πρόσκαιρη αναλαμπή.
Αλλά πρέπει επίσης να διασφαλιστεί ότι τα οφέλη της ισχυρότερης ανάπτυξης θα φθάσουν σε όλες τις γωνιές της οικονομίας και θα ενισχύσουν το βιοτικό επίπεδο. Τόσο στην Πορτογαλία όσο και στην Ελλάδα ο κατώτατος μισθός είναι μικρότερος από 1.000 ευρώ το μήνα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat.
Η αποτυχία αντιμετώπισης αυτού του προβλήματος θα μπορούσε να υποδαυλίσει το είδος της δυσαρέσκειας των ψηφοφόρων που ήδη εκδηλώνεται σε μεγάλα τμήματα της Ευρώπης.
Στις τελευταίες ευρωεκλογές, τα λαϊκιστικά και ακροδεξιά κόμματα κέρδισαν στη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ιταλία – τις τρεις μεγαλύτερες οικονομίες. Αν αυτό οδηγήσει σε ευρύτερη αβεβαιότητα σχετικά με την πολιτική και τις πολιτικές, αυτό αποτελεί απειλή για τη σταθερότητα που οι επενδυτές και οι επιχειρήσεις χρειάζονται στην περιοχή.
Στην Ισπανία, το ακροδεξιό VOX πρόσθεσε έδρες, ενώ το πορτογαλικό Chega σημείωσε επίσης κέρδη μετά την ισχυρή του εμφάνιση στις εθνικές εκλογές νωρίτερα φέτος.
Η οικονομική ανάπτυξη σε ολόκληρη τη Νότια Ευρώπη οφείλεται εν μέρει στον τουρισμό και στην αύξηση των επισκεπτών μετά την πανδημία του κορονοϊού, αλλά δεν είναι ο μόνος παράγοντας. Η πολυετής προσπάθεια εξυγίανσης έχει επίσης θέσει αυτές τις οικονομίες σε πιο στέρεες βάσεις.
“Η αβεβαιότητα για την Ελλάδα και τις υπόλοιπες χώρες του Νότου έχει πλέον εξαϋλωθεί”, δήλωσε ο Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ. “Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να γίνουν πολλά ακόμη. Η απουσία αβεβαιότητας, ωστόσο, είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας, καθώς στο παρελθόν απομάκρυνε την εισροή κεφαλαίων”.
Η Ελλάδα, για παράδειγμα, έχασε το 1/4 της παραγωγής της κατά τη διάρκεια της δεκαετούς κρίσης και το βάρος του χρέους της αυξήθηκε στα ύψη. Όμως πέρυσι η χώρα ανέκτησε την επενδυτική της βαθμίδα και ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ μειώθηκε στο χαμηλότερο επίπεδο εδώ και πάνω από μια δεκαετία.
Σε μια ένδειξη του πώς έχει αλλάξει η κατάσταση, η Γαλλία υποβαθμίστηκε από την S&P Global Ratings τον περασμένο μήνα.
Ο λόγος χρέους της Πορτογαλίας έχει επίσης πτωτική πορεία τα τελευταία χρόνια, εξαιρουμένων των επιπτώσεων της πανδημίας, αφού είχε διογκωθεί σε μη βιώσιμα επίπεδα. “Όταν έφτασα στην Πορτογαλία δεν υπήρχε τίποτα”, δήλωσε η σχεδιάστρια μόδας Ana Penha e Costa, η οποία επέστρεψε από τη Βραζιλία το 2014, αφού εργάστηκε σε ένα κατάστημα ρούχων στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Παρά το γεγονός ότι η Πορτογαλία ανακάμπτει από μια βαθιά ύφεση και αγωνίζεται να μειώσει το ρεκόρ ανεργίας, αποφάσισε να δημιουργήσει τη δική της διαδικτυακή επιχείρηση ρούχων. Δύο χρόνια αργότερα, η Penha e Costa άνοιξε το πρώτο της φυσικό κατάστημα στο κέντρο της Λισαβόνας. “Σήμερα το 80% των πελατών μας είναι ξένοι”, δήλωσε η 36χρονη και πρόσθεσε: “Τα πάμε πολύ καλά”.
Στην Ελλάδα, η Moschos Olives επεκτείνεται, καθώς οι σημερινές εγκαταστάσεις της βρίσκονται στο μέγιστο της χωρητικότητάς τους. Η εταιρεία έχει υποβάλει αίτηση σε ένα μετα-πανδημικό ταμείο της ΕΕ, γνωστό ως RRF, προκειμένου να γίνει “πράσινη”, εγκαθιστώντας ηλιακούς συλλέκτες και αντικαθιστώντας τα περονοφόρα με ηλεκτρικά μοντέλα από αυτό το καλοκαίρι.
Στο μεταξύ, οι δημοσιονομικές θέσεις εξακολουθούν να αποτελούν κίνδυνο, αλλά το έργο της τελευταίας δεκαετίας αποδίδει καρπούς. Ακόμα και όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μείωσε τα προγράμματα αγοράς ομολόγων, που κάποτε αποτελούσαν μια τεράστια σανίδα σωτηρίας, τα spreads των ομολόγων παρέμειναν σε γενικές γραμμές υπό έλεγχο.
Οι ανησυχίες των επενδυτών που κυριαρχούσαν στην αγορά ομολόγων πριν από μια δεκαετία έχουν ξεπεραστεί πλέον.
Η Ιταλία παραμένει μια εξαίρεση σε αυτή την ιστορία, μια οικονομία που υστερεί σε σχέση με τους νοτιοευρωπαίους γείτονές της και η οποία έχει σημειώσει λιγότερη δημοσιονομική πρόοδο.
“Για τις τέσσερις χώρες – Ιταλία, Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία – υπάρχουν ορισμένα πράγματα που τις χαρακτηρίζουν όμοια, όπως η ανανεωμένη αίσθηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και η σταθεροποίηση των spreads των ομολόγων”, δήλωσε η Valentina Meliciani, καθηγήτρια εφαρμοσμένων οικονομικών στο πανεπιστήμιο Luiss της Ρώμης. “Αλλά όταν πρόκειται για την οικονομική ανάπτυξη, υπάρχουν κάποιες διαφορές. Η Ιταλία δεν κατάφερε να σταθεροποιήσει το χρέος της”.
Ενώ ο μαζικός τουρισμός και η φθηνότερη μεταποίηση εξακολουθούν να αποτελούν μεγάλο μέρος των οικονομιών της Νότιας Ευρώπης, υπάρχει επίσης μια προσπάθεια να ενισχυθούν σε τομείς υψηλότερης αξίας, όπως οι υπηρεσίες βιοτεχνολογίας. Αυτό αντικατοπτρίζει τη συνειδητοποίηση ότι δεν υπάρχει όφελος από το να μένουν άπραγοι.
Η Monica Sada συμβούλευε επί σειρά ετών πλούσιους Λατινοαμερικανούς στη Νέα Υόρκη σχετικά με το πώς να επενδύσουν τα χρήματά τους στην JPMorgan και την Deutsche Bank. Υποφέροντας από δερματικά προβλήματα και απογοητευμένη από τις διαθέσιμες θεραπείες, επέστρεψε στην Ισπανία για να δημιουργήσει τη δική της επιχείρηση. Η εταιρεία Unicskin πουλάει κρέμες περιποίησης δέρματος και τεχνολογικές συσκευές, όπως μια LED μάσκα προσώπου, σε πλούσιους πελάτες στη Μέση Ανατολή και αλλού. Τα έσοδα διπλασιάζονται ετησίως, με τις εξαγωγές να αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεων, σύμφωνα με την εταιρεία. Η προσέγγιση της Sada στην επιχείρησή της είναι ένας μικρόκοσμος της εικόνας που η Ισπανία, μαζί με την Ελλάδα και την Πορτογαλία, θέλουν να προβάλλουν. “Τα χρόνια που δούλεψα στον τραπεζικό τομέα μου έμαθαν πειθαρχία και η ζωή στη Νέα Υόρκη μου άνοιξε το μυαλό”, δήλωσε η Sada. “Διαχειρίζομαι την εταιρεία μου με σύνεση, με στόχο να αναπτύσσομαι σταθερά και με πολύ κερδοφόρο τρόπο”.