Ένα σαφές μήνυμα προς την ελληνική κυβέρνηση και κυρίως προς όσους (εάν φυσικά υπάρχουν) επενδυτές σκέφτονται, έστω και αμυδρά, να τοποθετηθούν στην Ελλάδα, στέλνουν οι αμερικανικοί χρηματοοικονομικοί όμιλοι και οίκοι αξιολόγησης.
Ποιο είναι αυτό; «Ξεχάστε ότι η β’ αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί εντός του 2016». Και δεν σταματούν εδώ. Η πλέον αισιόδοξη πρόβλεψή τους είναι ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί το νωρίτερο στο α’ τρίμηνο του 2017 και στην πλέον απαισιόδοξη στο α’ εξάμηνο του ίδιου έτους.
Ταυτόχρονα, όπως σημειώνει το newmoney.gr, καθίσταται σαφές ότι μεταφέρουν αυτούσιες τις απόψεις τόσο του ΔΝΤ όσο και του νυν οικονομικού επιτελείου των ΗΠΑ, αναφορικά τόσο με το χρέος όσο και με τους στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2018.
Προφανώς δεν είναι κάτι τυχαίο η σχεδόν πλήρης ταύτιση απόψεων των Bank of America, Fitch και Moody’s, οι οποίοι σε πρόσφατες εκθέσεις τους, δεν παραλείπουν να τονίσουν τον εντελώς αστάθμητο παράγοντα της πολιτικής αβεβαιότητας και της παντελούς έλλειψης συναίνεσης στον ελληνικό πολιτικό στίβο. Μία ακόμη κοινή τους στάση έγκειται στο ότι, μπορεί οι σχέσεις μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών να έχουν βελτιωθεί (συγκρινόμενες με το α’ εξάμηνο του 2015), αλλά παραμένει μεγάλο ερωτηματικό κατά πόσο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ πιστεύει πραγματικά το πρόγραμμα που εφαρμόζει αλλά και πώς θα κατορθώσει να περάσει κάτι παραπάνω από επώδυνες μεταρρυθμίσεις κυρίως στην αγορά εργασίας και στον τομέα των ιδιωτικοποιήσεων.
BofA: Τίποτα δεν είναι ρόδινο για την ελληνική οικονομία
Ο πρώτος αμερικανικός όμιλος που έσπευσε να στείλει το μήνυμα ότι «τίποτα δεν είναι ρόδινο για την ελληνική οικονομία παρά τις ενδείξεις βελτίωσης», ήταν η Bank of America, με έκθεσή της στις αρχές Οκτωβρίου. Ο χρηματοπιστωτικός οίκος εκτιμά ότι «η ελληνική οικονομία φέτος θα σημειώσει κάμψη 1% και το 2017 θα σημειώσει επιστροφή στην ανάπτυξη με ρυθμός της τάξεως του 1,2%. Το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί σε 1,5% φέτος και στο 0,6% το 2017, ενώ το συνολικό έλλειμμα θα κλείσει στο 2,4% φέτος και στο 3,3% το επόμενο έτος».
Θέτει ως απόλυτα κομβικό σημείο -όχι μόνο για τη συμμετοχή του ΔΝΤ αλλά για την ουσιαστική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας – την αντιμετώπιση του χρέους, υπογραμμίζοντας ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα πριν από τις γερμανικές εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2017.
Όσο για τη δεύτερη αξιολόγηση ξεκαθαρίζει ότι δεν υπάρχουν μεγάλες ελπίδες για εύκολη και γρήγορη ολοκλήρωσή της.
Fitch: Ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης στο α’ εξάμηνο του 2017
Το πρώτο σοκ από την έκθεση του οίκου Fitch για την Ελλάδα – στις 11 Οκτωβρίου, δηλαδή αμέσως μετά το Eurogroup – είναι ότι η οικονομία δεν πρόκειται να «τρέξει» το 2017 με ρυθμό μεγαλύτερο του 1,8%, ενώ στο προσχέδιο προϋπολογισμού (αλλά και σύμφωνα με την Κομισιόν) η εκτίμηση είναι ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα φθάσει στο 2,7%!
Το μεγάλο πρόβλημα κατά τον Fitch έγκειται στην ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης, καθώς η μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας αποτελεί ένα μεγάλο αγκάθι. Παράλληλα εκτιμά ότι η κυβέρνηση διαθέτει αρκετά «μαξιλάρια» ρευστότητας ώστε να καλύψει τις χρηματοδοτικές της ανάγκες έως το β’ τρίμηνο του 2017 και ως εκ τούτου μπορεί οι διαπραγματεύσεις για τη β’ αξιολόγηση να μην ολοκληρωθούν έως το τέλος του τρέχοντος έτους.
Moody’s: Οι πολιτικοί κίνδυνοι το μεγάλο αγκάθι για την Ελλάδα
Αναλόγως απαισιόδοξος εμφανίστηκε και ο οίκος Moody’s σε έκθεσή του για την ελληνική οικονομία στις 14 Οκτωβρίου, διατηρώντας αμετάβλητη τόσο τον «βαθμό» πιστοληπτικής αξιολόγησης (στο Caa3 ) όσο και τις προοπτικές της (σε «σταθερές»).
Ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης, δεν διστάζει να υποστηρίξει ότι ο κίνδυνος χρεοκοπίας έως το 2018 δεν έχει χαλαρώσει σημαντικά, χαρακτηρίζοντας ως «απρόβλεπτη τη δυναμική που επικρατεί στην πολιτική ζωή της χώρας, καθώς η κυβέρνηση έχει μία εύθραυστη πλειοψηφία ούτως ώστε να κατορθώσει να περάσει, εγκαίρως, ορισμένες επώδυνες και μη αποδεκτές από το κοινωνικό σύνολο μεταρρυθμίσεις».
Σύμφωνα με τον Moody’s ένα κομβικό σημείο -που μπορεί να οδηγήσει και σε χρεοκοπία – είναι ο Ιούλιος του 2017, όταν η Ελλάδα θα πρέπει να πληρώσει το ποσό των 6,6 δισ. ευρώ (2,3 δισ. σε ιδιώτες επενδυτές κατόχους ομολόγων και 3,9 δισ. ευρώ στην ΕΚΤ).
Τάσσεται αναφανδόν υπέρ της άποψης του ΔΝΤ ότι ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018 δεν μπορεί να επιτευχθεί ακόμη και εάν καταβληθούν οι μέγιστες δυνατές προσπάθειες και εκτιμά ότι -εξαιτίας και του πολιτικού αναβρασμού που υπάρχει στην Ευρώπη, λόγω εκλογικών διαδικασιών – το θέμα του χρέους μάλλον θα μείνει στο… ράφι!