Στα εισοδήματα που είχαν δηλώσει το…2015, δηλαδή με βάση τα εκκαθαριστικά του 2016, θα πληρώνουν το 2017 οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι επιστήμονες και οι αγρότες τις ασφαλιστικές εισφορές στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ).
Αυτό αποκαλύπτει στην «Ημερησία» ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσος Πετρόπουλος εξηγώντας ότι «ο υπολογισμός των ασφαλιστικών εισφορών με βάση τις εκκαθαρισμένες δηλώσεις εισοδήματος του προηγούμενου έτους θα ισχύσει …αναγκαστικά έως ότου διαμορφωθεί μηχανισμός ακριβόχρονης δήλωσης και ελέγχου του εισοδήματος ανά μήνα ή ανά δίμηνο».
Έτσι, ο υπολογισμός από την 1/1/2017, οπότε αλλάζει σύμφωνα με το νέο Ασφαλιστικό, το σύστημα παρακράτησης των εισφορών για την κύρια σύνταξη, την ασθένεια, την επικουρική ασφάλιση και το εφάπαξ (για όσους έχουν όλες τις σχετικές «καλύψεις»), δεν θα γίνεται επί του πραγματικού εισοδήματος του κάθε μήνα και του έτους της επαγγελματικής δραστηριότητας, αλλά, με το εισόδημα προηγούμενων ετών με αναγωγή σε 12μηνη βάση.
Η οριστική εκκαθάριση των διαφορών που είναι βέβαιο ότι θα προκύπτουν με βάση τις προκαταβολές και τις τελικές πράξεις επιβολής ασφαλίστρων, θα γίνεται στο…τέλος κάθε επόμενου χρόνου, δημιουργώντας πολλά γραφειοκρατικά και λογιστικά ζητήματα επιστροφών εισφορών ως «αχρεωστήτως καταβληθείσες» ή καταβολής επιπλέον ποσών…
ΠΟΙΟΙ ΧΑΝΟΥΝ – ΠΟΙΟΙ ΚΕΡΔΙΖΟΥΝ
Με αυτά τα δεδομένα, ο νέος τρόπος υπολογισμού των εισφορών καταργεί τα «κλειστά» ασφάλιστρα που έως και φέτος πληρώνουν (όσοι…πληρώνουν) οι ελεύθεροι επαγγελματίες και ευνοεί όσους είχαν δηλώσει το 2015 χαμηλά εισοδήματα. Αντίθετα θα θίξει, λόγω αυξημένης παρακράτησης έως ότου γίνει η τελική εκκαθάριση με βάση το πραγματικό εισόδημα, όλους όσοι είχαν υψηλότερα εισοδήματα τα οποία μπορεί να μην επαναλήφθηκαν το 2016, εξ’ αιτίας της συνεχιζόμενης κρίσης, ούτε και να υπάρχουν το 2017. Ερωτηματικά, ωστόσο, υπάρχουν για το αν θα αυξηθεί η εισπραξιμότητα των εισφορών όπως και για το τελικό ύψος των εσόδων του ΕΦΚΑ από τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αυτοαπασχολούμενους.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
Για παράδειγμα παλαιός ασφαλισμένος στον ΟΑΕΕ στην Π07 κατηγορία υποχρεώνεται σήμερα να καταβάλλει 430,25 ευρώ το μήνα για σύνταξη (337,46 ευρώ) και ασθένεια (92,79 ευρώ). Εφόσον το καθαρό φορολογητέο εισόδημά του είναι 12.000 ευρώ το χρόνο, δηλαδή 1.000 ευρώ το μήνα, θα πληρώνει 269,50 ευρώ (200 ευρώ για σύνταξη + 69,5 ευρώ για ασθένεια). Αν έχει ετήσιο εισόδημα 18.000 ευρώ (1.500 ευρώ το μήνα) θα καλείται να καταβάλλει 404,25 ευρώ το μήνα (300 ευρώ για σύνταξη + 104,25 ευρώ για ασθένεια). Αν, όμως, είχε μηνιαίο εισόδημα 1.700 ευρώ θα πληρώνει περισσότερα (458,15 ευρώ, 340 ευρώ για σύνταξη + 118,15 ευρώ για ασθένεια, αντί των 430,25 ευρώ που είναι σήμερα).
ΚΑΤΩΤΑΤΗ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗ
Το ανώτατο όριο μηνιαίου ασφαλιστέου εισοδήματος έχει οριστεί στα 5.860,80 (το δεκαπλάσιο του κατώτατου μισθού άγαμου μισθωτού ηλικίας άνω των 25ετών) που σημαίνει εισφορά 1.172,16 ευρώ το μήνα για τη σύνταξη και 407,32 ευρώ για την ασθένεια. Αντίστοιχα, η ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών θα είναι τα 586,80 ευρώ, δηλαδή μηνιαία εισφορά για τη σύνταξη στα 117,36 ευρώ και για την ασθένεια στα 40,80 ευρώ.
Ακόμη χαμηλότερη βάση υπολογισμού των εισφορών (στο 70% του κατώτατου μισθού ή 410,76 ευρώ) προβλέπεται, προς το παρόν, για ειδικές κατηγορίες ασφαλισμένων (νέους επιστήμονες περιλαμβανομένων των αποφοίτων σχολών ανώτατης εκπαίδευσης που είναι εγγεγραμμένοι σε επιστημονικούς συλλόγους ή επιμελητήρια ΝΠΔΔ καθώς και για τους αγρότες).
ΓΚΡΙΖΑ ΖΩΝΗ
Διπλές εισφορές θα κληθούν να καταβάλλουν, με βάση τα εισοδήματα από κάθε πηγή (όπως έχουν δηλωθεί στις φορολογικές δηλώσεις) οι εργαζόμενοι παράλληλα ως μισθωτοί και ως αυτοαπασχολούμενοι – αμειβόμενοι με «μπλοκάκι» σε 1 ή και περισσότερους εργοδότες αν δεν καθοριστούν επακριβώς τα κριτήρια για την απαλλαγή τους. Στελέχη της κοινωνικής ασφάλισης και νομικοί θεωρούν «ελλιπείς» τις εγγυήσεις που έχει δώσει η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για επιμερισμό των εισφορών με τον εργοδότη (υποχρεούται να καταβάλλει τα 2.3 των εισφορών του ασφαλισμένου) εφόσον υποκρύπτεται εξαρτημένη σχέση εργασίας, όπως γίνεται μέσω της αύξησης του αριθμού των συμβάσεων έργου ή ανεξαρτήτων υπηρεσιών τα τελευταία χρόνια.
Η πλειοψηφία των τεκμηρίων υπέρ της ύπαρξης εξαρτημένης εργασίας που, κατά καιρούς, έχουν νομοθετηθεί, είναι μαχητά στα δικαστήρια (και ανατρέπονται εάν αποδεικνύεται ότι η παρεχόμενη εργασία δεν είναι εξαρτημένη, με το βάρος της απόδειξης μάλιστα ν’ αφορά τον ίδιο τον εργαζόμενο) ενώ κενά υπάρχουν για το χαρακτηρισμό μιας εργασιακής σχέσης αυτής της μορφής ως «διαρκούς σχέσης παροχής υπηρεσιών» και για πόσους εργοδότες μέσα σε 1 χρόνο, για το ύψος του εισοδήματος που έχει αποκτηθεί ή θα αποκτάται από τον κάθε εργοδότη και για τον τρόπο καταβολής των εισφορών από τον τελευταίο με το νέο σύστημα.