Τα προβλήματα «οξύνθηκαν εν μέρει δραματικά» τα τελευταία δύο χρόνια, επισημαίνεται στη σχετική έρευνα που δημοσιεύθηκε σήμερα και εστιάζει στις μελλοντικές προοπτικές 41 χωρών που Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και της ΕΕ.
Καλύτερες «επιδόσεις» στη σχετική αξιολόγηση σημείωσαν οι σκανδιναβικές χώρες, με πρωτοπόρο τη Σουηδία, ενώ ακολουθούν η Ελβετία και η Γερμανία. Ωστόσο, ακόμη και οι ισχυρές χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά αρχίζουν να εμφανίζουν αστάθεια, υπογραμμίζεται στη μελέτη. Η οικονομία της Νορβηγίας πλήττεται από τις πτωτικές τιμές του πετρελαίου. Το αυξημένο προσφυγικό ρεύμα έφερε τη Σουηδία στα όρια των δυνατοτήτων υποδοχής ανθρώπων, ενώ και η ανεργία των νέων στη χώρα είναι υψηλή. Επίσης, σημειώνει το Ίδρυμα Bertelsmann, τόσο στη Σουηδία όσο και στη Δανία αυξήθηκε αισθητά η ανισότητα στο πεδίο των εισοδημάτων.
Εφορία: Τα 7 SOS για να γλιτώστε έξτρα φόρους πληρώνοντας ηλεκτρονικά
O «εθνικιστικός λαϊκισμός» προελαύνει
Πολύ σοβαρότερα προβλήματα διακρίνουν πάντως οι συντάκτες της μελέτης στις νότιες χώρες της ευρωζώνης. Όπως διαπιστώνουν, οι συνέπειες της χρηματοοικονομικής κρίσης και η λιτότητα που επιβλήθηκε επί σειρά ετών «παραμένουν εκεί ακόμη τεράστιες». Η μελέτη υπογραμμίζει ότι τα ποσοστά των χρόνια ανέργων και η παιδική φτώχεια κυμαίνονται σε διψήφιο αριθμό. Τα παιδιά που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας στην Ισπανία ανέρχονται σε ποσοστό 23%, ενώ και στην Ελλάδα πλήττεται ένα στα πέντε παιδιά. Και στις δύο χώρες σχεδόν οι μισοί νέοι είναι άνεργοι, επισημαίνεται.
Η μελέτη του γερμανικού ιδρύματος στηλιτεύει την αδυναμία των βιομηχανικών χωρών να επιλύσουν τα υπάρχοντα προβλήματα. Όπως επισημαίνεται, έχουν σκληρύνει τα μέτωπα στην ΕΕ εξαιτίας της μεγαλύτερης μετακίνησης προσφύγων μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. «Το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης κινδυνεύει να αποτύχει», προειδοποιεί το Ίδρυμα Bertelsmann, επισημαίνοντας ότι σε πολλά κράτη της ΕΕ και του ΟΟΣΑ ο «εθνικιστικός λαϊκισμός» προελαύνει. Αυτά τα κινήματα θέτουν «τα μεμονωμένα εθνικά συμφέροντα πάνω από τον στόχο της εξεύρεσης κοινών διεθνών λύσεων για τα προβλήματα», επισημαίνει η μελέτη.