Μετά τους νέους επιστήμονες που φεύγουν στο εξωτερικό και τους επιχειρηματίες που μεταφέρουν τις εταιρίες τους σε άλλα εδάφη, φορολογικά προσφορότερα, τώρα μια νέα μορφή μετανάστευσης έρχεται να πλήξει την οικονομία της χώρας: Η ασφαλιστική!
Σύμφωνα με το capital.gr όλο και αυξάνεται ο αριθμός των ελεύθερων επαγγελματικών με μεσαίο και υψηλό εισόδημα στη χώρα μας που καταφεύγουν στη «λύση» της ασφαλιστικής μετανάστευσης προκειμένου να γλιτώσουν από τις υψηλότατες εισφορές που επέβαλε ο κ. Κατρούγκαλος.
Η διέξοδος
Η διέξοδος στην οποία έχουν στραφεί πολλοί ελεύθεροι επαγγελματίες προκειµένου να γλυτώσουν από τις ασφαλιστικές εισφορές είναι η µεταφορά της ασφαλιστικής τους έδρας µέσω της ίδρυσης µιας νέας επιχείρησης, με τους περισσότερους να επιλέγουν την Κύπρο, ενώ έχουν υπάρξει και αντίστοιχα περιστατικά µε ανοίγµατα νέας επιχείρησης στη Βουλγαρία.
Αυτό που κάνει ο ελεύθερος επαγγελµατίας, όπως, για παράδειγµα, ένας µηχανικός, οικονοµολόγος ή και δικηγόρος είναι να προχωρά στη σύσταση µιας µητρικής εταιρείας για παράδειγμα στην Κύπρο.
Ο µέτοχος της εταιρείας είναι Έλληνας φορολογικός κάτοικος, ο οποίος, όµως, ασφαλίζεται στην Κύπρο! Η κυπριακή εταιρεία προχωρά στη σύσταση ενός υποκαταστήματος στην Ελλάδα και το υποκατάστηµα προσλαµβάνει ως µισθωτούς συνεργάτες του ελεύθερου επαγγελµατία µε έναν χαµηλό µισθό, προκειµένου να µην επιβαρύνεται η επιχείρηση µε υπερβολικές ασφαλιστικές εισφορές!
Το εισόδηµα που πραγµατοποιεί το υποκατάστηµα της κυπριακής επιχείρησης στην Ελλάδα φορολογείται κανονικά µε βάση το ελληνικό φορολογικό σύστηµα, αλλά ο ελεύθερος επαγγελµατίας γλιτώνει µέσω αυτής της διαδικασίας την καταβολή σηµαντικού µέρους των υπέρογκων ασφαλιστικών εισφορών, καθώς καταβάλλει χαµηλές εισφορές στην Κύπρο.
Μάλιστα, για την εύρυθμη λειτουργία προϋπόθεση είναι η µητρική εταιρεία που βρίσκεται εκτός χώρας να πραγµατοποιεί έστω και ένα µικρό εισόδηµα, έτσι ώστε να ενεργοποιούνται οι ασφαλιστικές εισφορές.
Το όφελος
Ένας ελεύθερος επαγγελµατίας, σύμφωνα με το capital, για παράδειγµα ένας µηχανικός, έχει ετήσιο εισόδηµα στην Ελλάδα ύψους 100.000 ευρώ. Με βάση τις νέες ρυθµίσεις Κατρούγκαλου, θα πρέπει να καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές 19.070 ευρώ ετησίως.
Ο ίδιος επαγγελµατίας µε το προηγούµενο σύστηµα ασφαλιστικών εισφορών κατέβαλλε 3.876 ευρώ. Καλείται, δηλαδή, να πληρώσει επιπλέον 15.194 ευρώ ετησίως.
Αντί για αυτό, προχωρά στη σύσταση της εταιρείας στην Κύπρο, όπου οι ασφαλιστικές εισφορές των επαγγελµατιών υπολογίζονται ως ποσοστό επί ενός ελάχιστου τεκµαρτού εισοδήµατος και προαιρετικά επί του πραγµατικού.
Στην πράξη, οι µηνιαίες εισφορές που καταβάλλει ο ελεύθερος επαγγελµατίας δεν ξεπερνούν τα 200 ευρώ µηνιαίως και, έτσι, επιβαρύνεται µε περίπου 2.400 ευρώ. Με την ασφάλισή του στην Κύπρο δεν είναι υποχρεωµένος να είναι ασφαλισµένος και στην Ελλάδα ως ελεύθερος επαγγελµατίας. Έτσι, γλιτώνει ετησίως περισσότερα από 15.000 ευρώ.
Θα πρέπει να σηµειωθεί ότι το όφελος είναι µόνο στο πεδίο των ασφαλιστικών εισφορών, καθώς στο πεδίο της φορολογίας το εισόδηµα που παράγεται από το υποκατάστηµα της επιχείρησης στην Ελλάδα φορολογείται µε βάση το ελληνικό φορολογικό σύστηµα.
Τι άλλεξε στις εισφορές
Σύμφωνα µε τις αλλαγές που επήλθαν στον τρόπο υπολογισµού των ασφαλιστικών εισφορών για τους ελεύθερους επαγγελµατίες και τους επιστήµονες, οι εισφορές που καλείται η πλειονότητα να πληρώσει είναι σηµαντικά αυξηµένες σε σχέση µε το προηγούµενο καθεστώς.
Ο βασικός κανόνας είναι ότι η ασφαλιστική εισφορά υπολογίζεται µε συντελεστή 20% επί του καθαρού εισοδήµατος των ελεύθερων επαγγελµατιών. Ως ελάχιστο εισόδηµα για τον υπολογισµό των εισφορών έχει οριστεί το 80% του µικτού µισθού του ανειδίκευτου εργάτη και ως µέγιστο τα περίπου 58.000 ευρώ.
Υπάρχουν, όµως, και «εκπτώσεις» για κατηγορίες ανθρώπων όπως οι νέοι επιστήμονες για τους οποίους ορίζεται σταδιακή μετάβαση στον συντελεστή 20% για τα πρώτα πέντε χρόνια της επαγγελµατικής δραστηριότητάς τους µε τον ακόλουθο τρόπο:
> 14% για τα πρώτα δύο χρόνια
> 17% για τα επόµενα τρία χρόνια
> 20% στον 6ο χρόνο.
Και για τα «μπλοκάκια» όπου ο εργαζόµενος µε δελτίο παροχής υπηρεσιών πρέπει να καταβάλλει το 6,7% του εισοδήµατος ως εισφορά για την κύρια σύνταξη. Το υπόλοιπο 13,3% θα πρέπει να το καταβάλλει ο εργοδότης του.