Αν και η «μηχανή» της ευρωπαϊκής οικονομίας φαίνεται να δουλεύει σε… φουλ ρυθμούς, πίσω από αυτή την ιδανική εικόνα υπάρχει ένα σημαντικό πρόβλημα που δεν μπορεί να καταπολεμηθεί: η ανεργία των νέων.
Το 2017, η ανεργία κάτω των 25 παρέμεινε σχεδόν διπλάσια σε σχέση με το ποσοστό των ανθρώπων που αναζητούν θέση εργασίας, ανεξαρτήτως ηλικίας. Και η χώρα μας παραμένει, δυστυχώς, «πρωταθλήτρια» και σε αυτόν τον τομέα.
Η Ελλάδα και η Ισπανία είναι οι δύο χώρες που επηρεάζονται περισσότερο από την ανεργία των νέων. «Δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς τα χρόνια της ύφεσης και των πολιτικών λιτότητας άνευ προηγουμένου υπήρξαν ιδιαίτερα σκληρά», σχολιάζει το AFP σε σχετικό δημοσίευμα.
Και στις δύο χώρες, το ποσοστό ανεργίας παραμένει συγκλονιστικό για ανεπτυγμένες οικονομίες, που υποτίθεται ότι διέρχονται ανάπτυξη, σημειώνει ακόμη το AFP. Στην Ελλάδα, το ποσοστό που αφορά τους νέους κάτω των 25 οι οποίοι αναζητούν δουλειά ήταν στο 40,8% τον περασμένο Οκτώβριο- τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία- ενώ στην Ισπανία έφτασε στο 36,8%. Από κοντά και η Ιταλία, με 32,2%. Στον αντίποδα, τα χαμηλότερα ποσοστά καταγράφονται στην Τσεχία (4,9%), τη Γερμανία (6,6%) και την Εσθονία (6,8%).
Παπαθανάσης: 187 επενδυτικά σχέδια για τη δημιουργία 989 νέων θέσεων εργασίας
Ολα αυτά, ενώ το σχετικό ποσοστό στην ΕΕ είναι 16,%, καταγράφοντας πτώση και στην ευρωζώνη 17,9%, ακολουθώντας επίσης καθοδική πορεία, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η Eurostat την Τετάρτη. Το ποσοστό αυτό έχει σημειωθεί σημαντικά από τον Φεβρουάριο του 2013, όταν έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο (24,7%). Παρόλα αυτά, παραμένει υψηλότερο από ό,τι τον Φεβρουάριο του 2008 (15,1%), πριν δηλαδή από την κατάρρευση της Lehman Brothers και την κρίση χρέους στην ευρωζώνη που ακολούθησε.
Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, το ποσοστό ανεργίας των νέων είναι 1,5-3 φορές υψηλότερο από εκείνο που αφορά τις πιο παραγωγικές ηλικίες, 25-45 ετών.
Πώς τα καταφέρνουν όμως οι χώρες με το χαμηλότερο ποσοστό; «Σε κράτη όπως η Γερμανία ή η Αυστρία οι νέοι άνθρωποι μπαίνουν πιο εύκολα στην αγορά εργασίας χάρη στο σύστημα εκπαίδευσης, το οποίο δίνει έμφαση στο σύστημα της μαθητείας», εξηγεί ο Καρλ Μπρένκε, οικονομολόγος του Ινστιτούτου DIW του Βερολίνου. Και στις δύο χώρες, οι νέοι έχουν τη σχετική εμπειρία εργασίας που συνδέεται με την εκπαίδευσή τους, και συμβάσεις με πιθανούς εργοδότες, πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι τα μαθήματα συνδέονται απευθείας με τις ανάγκες των επιχειρήσεων.
Επιπλέον, όπως επισημαίνει η αναλύτρια Κλερ Ντερέτ, η Γερμανία επωφελείται από ένα δίκτυο εταιρειών με καλή γεωγραφική κατανομή. «Αυτό δεν ισχύει στην Ισπανία ή την Ιταλία, που έχουν λίγα βιομηχανικά κέντρα. Για να λειτουργήσουν τα προγράμματα μαθητείας, πρέπει να υπάρχει ζήτηση και αν δεν υπάρχουν εταιρείες στην περιοχή σου, τότε αυτά δεν λειτουργούν», εξηγεί.
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]