Εντός του πρώτου τετραμήνου του τρέχοντος έτους θα ξεκινήσει, τελικά, τη λειτουργία της η νέα ελεγκτική υπηρεσία που θα εποπτεύεται από τους οικονομικούς εισαγγελείς, θα απαρτίζεται από 135 ελεγκτές και θα έχει την αρμοδιότητα να ερευνά εξονυχιστικά μεγάλες υποθέσεις φοροδιαφυγής και άλλων οικονομικών εγκλημάτων ποινικού χαρακτήρα.
Η νέα αυτή υπηρεσία, η οποία θα λειτουργεί υπό τη μορφή ενός νέου, μικρού και ευέλικτου «ΣΔΟΕ», θα μπορεί να συλλαμβάνει και να ανακρίνει υπόπτους για την τέλεση ποινικών φορολογικών αδικημάτων, αλλά δεν θα έχει δικαίωμα να επιβάλλει φόρους και πρόστιμα στους ελεγχόμενους.
Στη νέα αυτή υπηρεσία θα μεταφερθούν και θα συγκεντρωθούν οι διεσπαρμένες στο Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕΦΟΜΕΠ), στο Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕΜΕΕΠ) και στις ΔΟΥ της χώρας παραγγελίες των οικονομικών εισαγγελέων για φορολογικούς ελέγχους σε φορολογούμενους υπόπτους για φοροδιαφυγή και αδικαιολόγητο πλουτισμό, οι οποίες έχουν μείνει ακόμη ανεκτέλεστες.
Πάντως, τον τελικό λόγο για το εάν πράγματι διεπράχθη φοροδιαφυγή ή όχι, στις υποθέσεις που θα ερευνά η νέα ελεγκτική δομή, θα εξακολουθούν να τον έχουν οι υπηρεσίες της ΑΑΔΕ, προς τις οποίες θα πρέπει να διαβιβάζει η καινούργια αυτή υπηρεσία τα πορίσματά της, για επανέλεγχο, έκδοση πράξεων επιβολής φόρων-προστίμων και είσπραξη!
Κύρια αποστολή της νέας ελεγκτικής υπηρεσίας θα είναι η εκτέλεση παραγγελιών που ανατίθενται από τον εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος με αντικείμενο την έρευνα τέλεσης εγκλημάτων φοροδιαφυγής ή λοιπών οικονομικών αδικημάτων, η συμβολή στην καταπολέμηση εστιών οικονομικού εγκλήματος και κυρίως η πάταξη της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής και η βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης φυσικών και νομικών προσώπων.
Ειδικότερα, η νέα υπηρεσία θα είναι αρμόδια για:
α) τη διενέργεια -κατόπιν παραγγελιών του εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος- επιθεωρήσεων, τακτικών ή έκτακτων ελέγχων, επανελέγχων και ερευνών, προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης για την τέλεση φορολογικών και οικονομικών εγκλημάτων, που διαπράττονται σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, της εθνικής οικονομίας και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ανεξαρτήτως του τρόπου τελέσεως,
β) τη διενέργεια φορολογικών ελέγχων σε φυσικά και νομικά πρόσωπα όλης της επικράτειας, κατόπιν παραγγελιών του εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, για τον εντοπισμό εισοδημάτων και περιουσιακών στοιχείων που δεν έχουν δηλωθεί,
γ) τη σύνταξη πορισματικών εκθέσεων σε εκτέλεση των εισαγγελικών παραγγελιών που της ανατίθενται.
Η υπηρεσία θα μπορεί να προβαίνει σε:
α) έρευνες εγγράφων και λοιπών στοιχείων στις επαγγελματικές εγκαταστάσεις του ελεγχόμενου, καθώς και σε έρευνες άλλων χώρων εκτός επαγγελματικής απασχόλησης του ελεγχόμενου, όταν υπάρχουν στοιχεία ή βάσιμες υπόνοιες για την τέλεση οικονομικών παραβάσεων, μετά από συναίνεση του ελεγχόμενου ή προηγούμενη άδεια του αρμόδιου εισαγγελέα. Όταν πρόκειται για έρευνα σε κατοικία, είναι πάντοτε απαραίτητη η παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής αρχής,
β) συλλήψεις και ανακρίσεις προσώπων και έρευνες μεταφορικών μέσων, αγαθών, καταστημάτων, αποθηκών, οικιών και λοιπών χώρων, καθώς και στη διενέργεια ειδικών ανακριτικών πράξεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις ισχύουσες κάθε φορά ειδικές διατάξεις και τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, για τα αδικήματα που προβλέπονται από τη σχετική νομοθεσία και ανάγονται στην αρμοδιότητά της,
γ) κατασχέσεις βιβλίων, εγγράφων, αγαθών, μέσων μεταφοράς και άλλων στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων και ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων,
δ) δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων, σε ειδικές περιπτώσεις κατά τις οποίες κρίνεται αναγκαία η διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου ή σε περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος και μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου.
Οι ελεγκτές της υπηρεσίας θα έχουν πρόσβαση και θα μπορούν να λαμβάνουν οποιαδήποτε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή σχετίζεται με την άσκηση του έργου και της αποστολής τους, ύστερα από υπηρεσιακή εντολή, μη υποκείμενη σε περιορισμούς διατάξεων περί απορρήτου, υποχρεούμενη όμως στην τήρηση των διατάξεων περί εχεμύθειας του άρθρου 26 του Υπαλληλικού Κώδικα.
Οι αρμοδιότητες της υπηρεσίας θα εκτείνονται σε όλη την ελληνική επικράτεια και θα ασκούνται παράλληλα και ανεξάρτητα από άλλες υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών.
Για τη συγκρότηση της υπηρεσίας θα συσταθούν 150 οργανικές θέσεις, εκ των οποίων οι 135 θα είναι θέσεις ελεγκτών και οι 15 θα είναι θέσεις διοικητικού προσωπικού. Η πλήρωση των θέσεων των ελεγκτών θα μπορεί να γίνει με απόσπαση ή μετάταξη, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης που κάθε φορά ισχύει.
Επίσης στο νομοσχέδιο προβλέπονται και τα εξής:
– Επανενεργοποίηση «νεκρών» ΑΦΜ: Για την επανενεργοποίηση ΑΦΜ επιχειρήσεων που έχουν «μπλοκαριστεί» εξαιτίας της εμπλοκής τους σε αδικήματα φορολογικής απάτης και φοροδιαφυγής θα πρέπει να παρέχεται εγγύηση συγκεκριμένου χρηματικού ποσού.
-Εξορθολογισμός φορολογικών κινήτρων: Προβλέπεται η κατάργηση ανενεργών διατάξεων παλαιών αναπτυξιακών νόμων, οι οποίες προέβλεπαν την παροχή φορολογικών κινήτρων σε διάφορες κατηγορίες επιχειρήσεων για να προχωρήσουν σε παραγωγικές επενδύσεις.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΛΑΙΤΣΑΚΗΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]