«Μετά βαΐων και κλάδων»
Από την Κυριακή των Βαΐων και την πανηγυρική είσοδο του Ιησού στην Ιερουσαλήμ «επί πώλον όνου», που αποτελεί την απαρχή των μαρτυρίων στην επίγεια ζωή Του, διατηρούμε τη φράση «μετά βαΐων και κλάδων», ελάχιστα παραφρασμένη από το κείμενο του κατά Ιωάννη Ευαγγελίου: «Τη επαύριον όχλος πολύς ο ελθών εις την εορτήν, ακούσαντες ότι έρχεται Ιησούς εις Ιεροσόλυμα, έλαβον τα βαΐα των φοινίκων και εξήλθον εις υπάντησιν αυτώ, και έκραζον∙ ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, βασιλεύς του Ισραήλ». Σήμερα, η παραπάνω έκφραση ταυτίζεται με τη θερμή, έως αποθεωτική, με όλες τις τιμές υποδοχή που γίνεται σε κάποιον.
Οταν αναφερόμαστε σε «μωρές παρθένες», εννοώντας όσους παριστάνουν τους αθώους, ή σ’ εκείνους που μένουν «εκτός νυμφώνος», δηλαδή βγαίνουν από το «παιχνίδι», ή ακόμα στη γνωστή έκφραση «ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός», εννοώντας την απρόσμενη έλευση κάποιου, πρέπει να γνωρίζουμε ότι αναπαράγουμε αποσπάσματα της παραβολής των δέκα παρθένων που διασώζει ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Ματθαίος και ψάλλεται τη Μεγάλη Τρίτη: «Μέσης δε νυκτός κραυγή γέγονεν∙ ιδού ο Νυμφίος έρχεται». Πάλι τη Μεγάλη Τρίτη, ακούγεται το μεγαλειώδες τροπάριο της Κασσιανής, ο πρώτος στίχος του οποίου «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή» χρησιμοποιείται σήμερα για να χαρακτηρίσει όποιον/όποια μετανοεί για πολλά λάθη και αμαρτίες που έχει πράξει, ζητώντας συγγνώμη και μια δεύτερη ευκαιρία.
«Πριν αλέκτορα φωνήσαι τρις απαρνήση με», λέει στον Απόστολο Πέτρο ο Ιησούς στη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου και δικαιώνεται μερικές ώρες μετά όταν ο Πέτρος αρνείται τρις ότι τον γνωρίζει λέγοντας «ουκ οίδα τον άνθρωπον». «Το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής», αναφέρει ο Χριστός στους Μαθητές Του στη Γεθσημανή, με το νόημα να παραμένει αναλλοίωτο μέχρι σήμερα, και λίγο μετά, σε μια προσωρινή στιγμή ανθρώπινης αδυναμίας μπροστά στο επερχόμενο μαρτύριο, αναφέρει: «Παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο». Την ίδια έκφραση χρησιμοποιούμε ακόμα όταν θέλουμε ν’ αποφύγουμε σκληρές δοκιμασίες που θεωρούμε πως δεν θ’ αντέξουμε. «Μετά φανών και λαμπάδων» οδηγεί ο Ιούδας «…την σπείραν και εκ των αρχιερέων και Φαρισαίων υπηρέτας» που συλλαμβάνουν τον Ιησού στο Ορος των Ελαίων. Το φιλί της προδοσίας, τα «τριάκοντα αργύρια» και το ίδιο το όνομα Ιούδας Ισκαριώτης αποτελούν διαχρονικά σύμβολα υποκρισίας, δολιότητας, αλλά, κυρίως, της εκ των έσω προδοσίας.
Σταύρωση και Ανάσταση
Η απόλυτη έκφραση μικροψυχίας και ευθυνοφοβίας παραμένει μέχρι σήμερα το «νίπτω τας χείρας μου» του Πόντιου Πιλάτου, ρήση που ο Ευαγγελιστής Ματθαίος περιγράφει ακολούθως: «Ιδών δε ο Πιλάτος ότι ουδέν ωφελεί, αλλά μάλλον θόρυβος γίνεται, λαβών ύδωρ απενίψατο τας χείρας απέναντι του όχλου λέγων∙ αθώος ειμί από του αίματος του δικαίου τούτου∙ υμείς όψεσθε». Ο Χριστός παρουσιάζεται στο έξαλλο ιουδαϊκό πλήθος που κραυγάζει «Αρον άρον, σταύρωσον αυτόν», κάτι που σήμερα ταυτίζεται με τη βιαστική, βεβιασμένη και συνήθως λάθος απόφαση.
Βαρδής Βαρδινογιάννης: Έφυγε ο «δημιουργός» μιας επιχειρηματικής αυτοκρατορίας
Η κορύφωση του Θείου Δράματος με τη Σταύρωση μας προσφέρει άφθονο υλικό. «Μη με σταυρώνεις», λέμε συχνά μιλώντας για άσκοπη πίεση και ταλαιπωρία, ενώ οι «σταυρωτήδες», που βάζουν τα καρφιά στο Σώμα του Χριστού, θεωρούνται διαχρονικά κοινωνικά απόκληροι. «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου», θα πει στον Ιησού ο μεταμελημένος στον σταυρό ληστής, πρόταση που σήμερα δείχνει αιφνιδιασμό και μεγάλη έκπληξη. Η τελευταία φράση του Χριστού πάνω στον σταυρό «Πάτερ, άφες αυτοίς∙ ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα ως απόλυτη έκφραση μεγαλοψυχίας και συγχώρεσης έναντι όσων μας έχουν βλάψει, ενώ το «επί ξύλου κρεμάμενος» χαρακτηρίζει τον εκτεθειμένο και ανίσχυρο στα προβλήματα της ζωής άνθρωπο.
«Του έψαλε τον αναβαλλόμενο», λέμε για εκείνον που δέχεται έντονες επιπλήξεις, η ρίζα του οποίου βρίσκεται σε τροπάριο της Μεγάλης Παρασκευής, όπου ο υμνογράφος θρηνεί απευθυνόμενος στον Χριστό: «Σε τον αναβαλλόμενον, το φως ώσπερ ιμάτιον». Λέγοντας «έχουσιν γνώσιν οι φύλακες», αναπαράγουμε τμήμα κυριακάτικων ψαλμών της Αναστάσεως που αναφέρεται στη φύλαξη του Σώματος του Ιησού από τους Ρωμαίους στρατιώτες, αλλά εννοούμε ότι, παρότι δεν το διατυμπανίζουμε, γνωρίζουμε καλά τι συμβαίνει.
Το νόημα της φράσης «άπιστος Θωμάς» παραμένει αναλλοίωτο στον χρόνο, το «Ανάστα ο Κύριος» ταυτίζεται με τον έντονο θόρυβο και τη φασαρία, «έγινε της Αναλήψεως» λέμε όταν συμβαίνουν συνταρακτικά γεγονότα, ενώ, τέλος, η κορυφαία λέξη που εμπεριέχει τη δικαίωση του Θείου Δράματος είναι αυτή της Αναστάσεως, που ταυτίζεται με τη λύτρωση, τη μεγάλη ψυχική χαρά και την απελευθέρωση από τα κάθε είδους δεσμά.