Πυροσβέστες που επιχειρούν στις φωτιές περιγράφουν στον Ελεύθερο Τύπο τις ιδιαιτερότητες των μεγάλων δασικών πυρκαγιών που για μέρες απειλούσαν κατοικημένες περιοχές και μετέτρεψαν σε στάχτη απέραντες εκτάσεις.
Κάτω από δύσκολες καιρικές συνθήκες με ισχυρούς ανέμους και καύσωνα, που εμπόδιζαν ακόμα και τη συνδρομή εναέριων μέσων, οι πυροσβέστες βρέθηκαν να διαχειρίζονται ταυτόχρονα τις φλόγες σε δύσβατες ορεινές και δασικές τοποθεσίες, αλλά και ανάμεσα από κατοικίες που βρίσκονταν κυριολεκτικά στη μέση του πουθενά.
Τι λένε στον Ελεύθερο Τύπου της Κυριακής κορυφαίοι Έλληνες επιστήμονες για την κλιματική αλλαγή και το μέλλον μας
Συνθήκες Σαχάρας στη Μεσόγειο
Η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή πλήττει την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, ταχύτερα σε σχέση με τις περισσότερες περιοχές του πλανήτη μας. Οι μέσες ετήσιες θερμοκρασίες στην περιοχή είναι αυξημένες κατά περίπου 2°C σε σχέση με το 1980, ενώ αυξημένα είναι και τα κύματα καύσωνα, όχι μόνο σε συχνότητα εμφάνισης αλλά και σε ένταση και διάρκεια. Παράλληλα, καταγράφεται σημαντική μείωση των βροχοπτώσεων και των χιονοπτώσεων.
Στη διάρκεια του τελευταίου αιώνα, ο αθροιστικός υετός μειώθηκε κατά περίπου 20% και 10% στη δυτική και την ανατολική Ελλάδα αντίστοιχα. Είναι ενδεικτικό ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου Οκτώβριος 2022-Μάρτιος 2023 ο αθροιστικός υετός στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας ήταν σημαντικά χαμηλότερος σε σχέση με τις κλιματικές τιμές. Ο συνδυασμός των ασυνήθιστα υψηλών θερμοκρασιών και των παρατεταμένων καυσώνων με τις μειωμένες βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις οδηγεί στην αύξηση της έντασης και της συχνότητας καταστροφικών πυρκαγιών παρόμοιων με αυτές που βιώνουν οι κάτοικοι όλων των Μεσογειακών χωρών τις τελευταίες μέρες.
ΕΩΣ ΤΟ 1987 οι καύσωνες στη χώρα μας ήταν σπάνιοι και περιορισμένης διάρκειας, τουλάχιστον κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 150 ετών. Σημαντικά περιορισμένη ήταν και η έκταση των καταστροφών από δασικές πυρκαγιές σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα. Ο καύσωνας του Ιουλίου του 1987 ήταν πρωτόγνωρος για τα δεδομένα της χώρας με τη θερμοκρασία στην Αθήνα να μην πέφτει κάτω από τους 30°Cγια οκτώ ημέρες. Πολύ υψηλές θερμοκρασίες και καταστροφικές πυρκαγιές μεγάλης έκτασης καταγράφηκαν στη συνέχεια το 2007. Εκτοτε, παρόμοια φαινόμενα έχουν γίνει ο κανόνας καθώς χρόνο παρά χρόνο καταγράφονται ακραίες συνθήκες.
ΣΥΜΦΩΝΑ με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις των κλιματικών μοντέλων όπως αυτές αποτυπώθηκαν και σε πρόσφατη έκθεση της Επιτροπής για την Ανθεκτικότητα των Ελληνικών Δασικών Οικοσυστημάτων στην Κλιματική Αλλαγή (ΕΑΔΟ) της Ακαδημίας Αθηνών (http://www.academyofathens.gr/sites/default/files/Έκθεση_ΕΑΔΟ.pdf), οι συνθήκες που βιώνουμε σήμερα μπορεί στο μέλλον να γίνουν πολύ χειρότερες, ιδιαίτερα αν δεν ληφθούν άμεσα δραστικά μέτρα για το μετριασμό της κλιματικής αλλαγής. Σύμφωνα με το αισιόδοξο σενάριο, το οποίο προβλέπει την εφαρμογή δραστικών μέτρων και τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, η μέση θερμοκρασία θα ανέβει κατά επιπλέον 2.5°C έως το τέλος του αιώνα. Το απαισιόδοξο σενάριο (αν δεν παρθούν μέτρα) προβλέπει επιπρόσθετη αύξηση της θερμοκρασίας κατά 5°C μέχρι το τέλος του αιώνα. Το ίδιο (απαισιόδοξο) σενάριο προβλέπει αύξηση των ημερών καύσωνα στα πεδινά κατά 10-15 έως τα μέσα του αιώνα και κατά 30-50 έως το τέλος του αιώνα.
Παράλληλα, το μέσο ετήσιο ύψος του υετού αναμένεται να μειωθεί, περισσότερο στα νότια και τα ορεινά τμήματα της χώρας. Σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο, το μεγαλύτερο ποσοστό μείωσης θα υποστούν οι μεγάλοι ορεινοί όγκοι της Κρήτης και της Πελοποννήσου (ως και 30%) ενώ ηπιότερες αλλά όχι αμελητέες μειώσεις αναμένονται στη Βόρεια Ελλάδα. Οι μειώσεις των βροχοπτώσεων και χιονοπτώσεων θα συνδυαστούν με αντίστοιχες αυξήσεις της δυνητικής εξατμισοδιαπνοής λόγω της αναμενόμενης ανόδου της θερμοκρασίας.
ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ προδιαγράφουν συνθήκες παρόμοιες με εκείνες που στις μέρες μας επικρατούν στη Σαχάρα, στα βόρεια παράλια της Μεσογείου και τη χώρα μας. Οι συνθήκες αυτές αποτυπώνονται στο δείκτη ξηρότητας (Aridity Index) που ορίζεται ως το πηλίκο της βροχόπτωσης προς τη δυνητική εξατμισοδιαπνοή, ΑΙ=Βροχόπτωση/(Δυνητική Εξατμισοδιαπνοή).Τιμές του συγκεκριμένου δείκτη μικρότερες του 0.5 αντιστοιχούν σε ημιερημικές κλιματικά συνθήκες. Εως και τα τέλη του προηγούμενου αιώνα ο δείκτης ξηρότητας δεν έπαιρνε τιμή μικρότερη του 0.5 σε καμία περιοχή της Ελλάδας. Από τα μέσα του αιώνα και μετά μειώνεται σημαντικά σε ολόκληρη τη χώρα, και προβλέπεται ότι καθώς η κλιματική μεταβολή θα εξελίσσεται, κυρίως δε μετά το 2050, ο δείκτης θα μειωθεί δραματικά ιδιαίτερα στην ανατολική Ελλάδα (Σχήμα 1).
ΕΤΣΙ, ΓΙΑ το μεν μετριοπαθές σενάριο (RCP4.5), ημίξηρες κλιματικά συνθήκες προβλέπεται να επικρατήσουν στα εσωτερικά τμήματα της Θεσσαλικής και της Μακεδονικής πεδιάδας, στα πεδινά τμήματα της ανατολικής Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου καθώς και στις Κυκλάδες και την ανατολική Κρήτη, ενώ για το απαισιόδοξο σενάριο (RCP8.5), ημίξηρες κλιματικά συνθήκες προβλέπεται να επικρατήσουν στο σύνολο της Θεσσαλικής και της Μακεδονικής πεδιάδας, στα πεδινά τμήματα της ανατολικής Στερεάς και της Πελοποννήσου, στις Κυκλάδες, στα Δωδεκάνησα και στην Κρήτη, με εξαίρεση τον νομό Χανίων και τα ορεινά τμήματα του υπόλοιπου νησιού.
ΠΑΡΟΜΟΙΕΣ μεταβολές θα βιώσουν μεγάλα τμήματα της Ιβηρικής και της Ιταλικής χερσονήσου και σε μικρότερο βαθμό οι βορειότερες βαλκανικές χώρες. O συνδυασμός της ανόδου της θερμοκρασίας, της μείωσης των βροχοπτώσεων/έντασης της ξηρασίας με την παράλληλη ενίσχυση των ετησίων ανέμων κατά το θέρος στα ανατολικά, θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των ημερών με αυξημένο κίνδυνο πυρκαγιάς στο μέλλον. Ανάλογα με τα μέτρα που θα ληφθούν για το μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, αναμένονται 15 έως και 20 περισσότερες μέρες με αυξημένο κίνδυνο πυρκαγιάς μέχρι τα μέσα του αιώνα και 20 έως και 50 περισσότερες μέρες με αυξημένο κίνδυνο πυρκαγιάς έως τα τέλη του αιώνα. Περισσότερο αναμένεται να πληγούν οι περιοχές οι οποίες είναι περισσότερο επιρρεπείς στις δασικές πυρκαγιές σήμερα.
ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΛΥΤΑ σαφές από τα παραπάνω ότι είναι απαραίτητη η άμεση λήψη δραστικών μέτρων για τον μετριασμό και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή καθώς οι δύσκολες συνθήκες που βιώνουμε αυτές τις μέρες είναι πιθανό να φαντάζουν σχετικά δροσερές στο μέλλον.
Σχήμα 1
Χωρική κατανομή του δείκτη ξηρότητας στην Ελλάδα με βάση τις προσομοιώσεις των κλιματικών μοντέλων κατά το απώτερο μέλλον 2071-2100 (κάτω σειρά) υπό τα σενάρια RCP4.5 (αριστερή στήλη) και RCP8.5 (δεξιά στήλη).
Και μετά τις πυρκαγιές τι;
Δυστυχώς, μόνο κάθε καλοκαίρι θυμόμαστε τα δάση, με αφορμή τις καταστροφικές πυρκαγιές που τα τελευταία χρόνια επαναλαμβάνονται συνεχώς, λόγω και της κλιματικής κρίσης. Πέραν του τι πρέπει ένα κράτος να κάνει για να προφυλάξει το δασικό οικοσύστημα και να προλάβει ώστε μια πυρκαγιά να μην επεκταθεί, υπάρχει και η επόμενη μέρα. Και στα δύο αυτά στάδια διαχείρισης μια φυσική καταστροφής, μπορούν να ειπωθούν πολλά. Το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα είναι κρίσιμο, να αντιμετωπιστούν οι άμεσες συνέπιες της απογύμνωσης των ορεινών όγκων, που οδηγούν με τις πρώτες βροχές σε έντονα πλημμυρικά φαινόμενα. Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε την περίπτωση της Μάνδρας.
ΣΥΜΦΩΝΑ με την νομοθεσία, το πρώτο βήμα είναι η άμεση κήρυξη των καμένων δασικών εκτάσεων σε αναδασωτέες, ώστε να προστατευτούν και να μην απολέσουν τον δασικό χαρακτήρα τους, ενώ συγχρόνως να διασφαλιστούν οι βασικοί όροι για την φυσική αναγέννηση του δασικού οικοσυστήματος. Συγχρόνως πρέπει άμεσα να ξεκινήσουν οι εργασίες κατασκευής κορμοδεμάτων και ξυλοφραγμάτων, ώστε στις επερχόμενες βροχές να συγκρατηθούν τα φερτά υλικά και να μειωθεί η ταχύτητα του νερού, μιας και πλέον δεν θα συναντά την ίδια αντίσταση που συναντούσε πριν τις πυρκαγιές. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τα ρέματα, οι γέφυρες και όλα τα έργα υποδομής να λειτουργούν και το νερό να κατευθύνεται στην φυσική ροή που είχε.
ΣΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ, είναι αναγκαία η σύνταξη μελετών αντιπλημμυρικών και αντιδιαβρωτικών έργων και η κατασκευή τους, διότι τα κορμοδέματα και τα ξυλοφράγματα είναι προσωρινή λύση και δεν έχουν την ίδια αποτελεσματικότητα με τα εν λόγω έργα.
ΤΕΛΟΣ, κρίσιμο, έπειτα από τόσες μεγάλες καταστροφές, είναι και η παρατήρηση του μικροκλίματος της περιοχής και δεικτών όπως η ποιότητα του αέρα και των μικροσωματιδίων, με στόχο να βγουν σημαντικά συμπεράσματα για την υποβάθμιση της ευρύτερης περιοχής και να αναζητηθούν λύσεις.
ΕΙΝΑΙ ΣΙΓΟΥΡΟ ότι για το θέμα αυτό, υπάρχει σημαντική γνώση στον ελληνικό τεχνικό κόσμο. Αυτό που λείπει είναι η βούληση να αντιμετωπιστεί.
Να αναλάβει ενεργό ρόλο η Δασική Υπηρεσία
Δυστυχώς για μια ακόμα χρονιά οι πυρκαγιές υπαίθρου που εκδηλώθηκαν στην Αττική (περιοχή με μεγάλη πληθυσμιακή και οικιστική συγκρότηση), αλλά και στο νησί της Ρόδου θα απασχολήσουν με αρνητικό τρόπο την ελληνική κοινωνία η οποία απαιτεί να πάρει απαντήσεις για τα αίτια των πυρκαγιών και την αναποτελεσματικότητα (εκ του αποτελέσματος) του κρατικού μηχανισμού.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ όλοι (ειδικοί και μη) τις δυσκολίες αντιμετώπισης αυτών των ειδικών περιστατικών τα οποία δεν εξελίσσονται αμιγώς μέσα στα δάση αλλά επεκτείνονται σε όμορες αγροτικές περιοχές ακόμα και μέσα στον αστικό ιστό, σε οικόπεδα ή χώρους πρασίνου, καταστρέφοντας περιουσίες και θέτοντας σε κίνδυνο τις ζωές πολιτών. Αναφερόμενοι στα αίτια για την επέκταση των πυρκαγιών αυτών που εκδηλώθηκαν σε περιοχές μίξης κατοικιών, αγροτικών και δασικών εκτάσεων, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τις δυσκολίες διαχείρισης τους και την πίεση που ασκείται σε άμεσο χρόνο αντίδρασης, δεδομένου ότι κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές και περιουσίες.
ΕΠΙΣΗΣ, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τις ακραίες καιρικές συνθήκες και ιδίως τις υψηλές θερμοκρασίες και τη μεγάλη ένταση ανέμων, που επικρατούσαν αλλά και την κατάσταση των ακαθάριστων αγροτικών εκτάσεων και των οικοπεδικών χώρων που συνέβαλαν στην μετάδοση της πυρκαγιάς μέσα στους οικισμούς και κατέστησαν πολύ δύσκολο το έργο των δυνάμεων δασοπυρόσβεσης. Είναι βέβαιο ότι θα πρέπει να δοθούν επαρκείς εξηγήσεις σε επίπεδο προανακριτικό για τα αίτια των πυρκαγιών, αυτή την ιδιαίτερα δύσκολη καιρική συγκυρία.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ πλευρά αντιλαμβανόμαστε σαν ειδικοί επιστήμονες, τις αδυναμίες του επιχειρησιακού δόγματος που εφαρμόζεται σήμερα το οποίο με τον τρόπο που καθορίζει τις προτεραιότητες πυρόσβεσης αποδείχτηκε για μια ακόμη χρονιά ανεπαρκές. Για εμάς είναι βέβαιο ότι η προτεραιότητα διαχείρισης πυρκαγιών σε περιοχές μίξης κατοικιών με αγροτικές και δασικές εκτάσεις και η αναφορά στο αυτονόητο δόγμα προστασίας της ανθρώπινης ζωής και των περιουσιών των πολιτών αποτελεί ουσιαστικά εντολή επιχειρησιακής ιεράρχησης που θέτει τα δάση στην τελευταία βαθμίδα προτεραιότητας.
ΜΗΠΩΣ όμως με τον τρόπο αυτό αφήνονται στην τύχη τους τα δάση; Μήπως θα έπρεπε να δούμε σαν πολιτεία το ρόλο της δασικής υπηρεσίας στη διαχείριση των πυρκαγιών στα δάση (δηλαδή στο αντικείμενο της) αλλά και τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να γίνει αυτό; Μήπως θα έπρεπε το Πυροσβεστικό Σώμα να ασχολείται απερίσπαστα και σίγουρα πιο αποτελεσματικά μόνο με τις πυρκαγιές που απειλούν οικισμούς και σπίτια;
ΤΟΝΙΖΟΥΜΕ ότι ο ν. 2612/1998 κρατά δέσμια τη Δασική Υπηρεσία σε ένα υποβαθμισμένο και ανενεργό ρόλο, χωρίς ουσιαστική συμμετοχή ακόμα και στο αντικείμενο της πρόληψης των δασικών πυρκαγιών, για την οποία είναι υπεύθυνη «στα χαρτιά».
Για τους παραπάνω λόγους και επειδή οι πυρκαγιές υπαίθρου αφορούν ένα σύνολο χρήσεων γης που συνδέονται λειτουργικά η μια με την άλλη και φτάνουν από τα παραγωγικά διαχειριζόμενα δάση και τις προστατευόμενες περιοχές μέχρι τις υποβαθμισμένες δασικές ή χέρσες εκτάσεις, τις αγροτικές καλλιέργειες και τον αστικό ιστό (οικισμοί, εκτός σχεδίου δόμηση κλπ), αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα των δασικών πυρκαγιών θα πρέπει να τις «συγκρατήσουμε» επιχειρησιακά μέσα στα δάση, μακριά από τις πόλεις και τους οικισμούς και αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την εμπλοκή της δασικής υπηρεσίας, η οποία θα αναλάβει το έργο αυτό αποκλειστικά στο χώρο ευθύνης της, με δικά της μέσα και προσωπικό.
Το 2030, το… χειρότερο σενάριο
Υστερα από ένα ακραία ψυχρό και βροχερό διάστημα την περασμένη άνοιξη, η χώρα μας επηρεάζεται από αλλεπάλληλα κύματα θερμών αερίων μαζών και πυρκαγιές. Το αξιόλογο γεγονός δεν είναι ότι έχουμε συνθήκες καύσωνα, μιας και στο παρελθόν πολλές φορές έχει αναφερθεί ο όρος για μια ιδιαίτερα θερμή περίοδο του καλοκαιριού. Ομως, η μεγάλη διάρκεια και η έκταση που έχουν λάβει τα κύματα καύσωνα του φετινού Ιουλίου μπορούν να συγκριθούν με ελάχιστες παρόμοιες καιρικές καταστάσεις τον τελευταίο αιώνα για τον οποίο έχουμε καταγραφές.
ΕΙΝΑΙ ΓΕΓΟΝΟΣ ότι η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή έχει οδηγήσει στον όρο «κλιματική κρίση» για να τονίσει την κατεπείγουσα προσαρμογή μας σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο κλίμα. Πλέον δεν θα πρέπει καν να χαλάμε μελάνι προσπαθώντας να πείσουμε κάποιον ότι η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή δεν είναι ένα μασονικό σχέδιο. Είναι ένα γεγονός, και θα πρέπει να εστιάσουμε στην όσο το δυνατόν καλύτερη αντιμετώπιση των συνεπειών της. Μια συνέπεια για παράδειγμα, είναι η αυξανόμενη ένταση, έκταση, διάρκεια και συχνότητα εμφάνισης των ακραία υψηλών θερμοκρασιών.
ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ένας ακραίος καύσωνας, ήτοι μέγιστες τιμές θερμοκρασίας 44°C και διάρκεια υψηλών θερμοκρασιών άνω των 7 ημερών, συνέβαινε 1 φορά στα 20 χρόνια περίπου, ενώ σήμερα από το 2021 είναι η δεύτερη χρονιά που το βιώνουμε. Επιπλέον, η έκταση των θετικών αποκλίσεων της θερμοκρασίας στη Μεσόγειο είναι πρωτόγνωρη, με τις θερμές αέριες μάζες να καλύπτουν ταυτόχρονα μια τεράστια περιοχή από την Ιβηρική Χερσόνησο, μέχρι τη Μέση Ανατολή. Παράλληλα, η θερμοκρασία της επιφάνειας της θάλασσας στη Μεσόγειο έχει φτάσει στα υψηλότερα επίπεδα από την αρχή των δορυφορικών μετρήσεων το 1979.
ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ τα αναμέναμε λίγο-πολύ σύντομα στην περιοχή μας εδώ και μια δεκαετία τουλάχιστον, αφού τα κλιματικά μοντέλα μας είχαν επιτρέψει μια ματιά στο θερμότερο μέλλον. Συνεχίζοντας με τον παγκόσμιο ρυθμό απελευθέρωσης θερμοκηπικών αερίων, το χειρότερο σενάριο αυτών των μοντέλων δεν θα γίνει πραγματικότητα το 2050 ή το 2100, αλλά το 2030. Τι περιλαμβάνει αυτό το σενάριο;
- Αύξηση της συχνότητας εμφάνισης ακραίων τιμών θερμοκρασίας (π.χ., άκαιροι παγετοί – ακόμη πιο ισχυροί καύσωνες) και μείωση της διάρκειας των μεταβατικών εποχών (άνοιξη-φθινόπωρο).
- Αύξηση της συχνότητας και της έντασης καταιγίδων.
- Παρατεταμένες περίοδοι ξηρασίας.
- Συχνότερες ευνοϊκές συνθήκες για μεγα-πυρκαγιές.
ΝΑΙ, ΚΑΙ στο παρελθόν είχαμε πυρκαγιές, ναι, είχαμε καταιγίδες με μεγάλο χαλάζι, ναι, είχαμε ξηρασία, αλλά ακούστε τους επιστήμονες για μια στιγμή. Ο ρόλος των επιστημόνων είναι να μεταφέρουν στο κοινό τα δεδομένα που έχουν, με επιστημονική ορθότητα, νηφαλιότητα και αντικειμενικότητα. Οταν οι επιστήμονες παρεκκλίνουν από αυτό το τρίπτυχο ή όταν δίνεται βήμα σε μη ειδικούς, είναι φυσιολογικό να υποβαθμίζεται και η αξιοπιστία των μετεωρολόγων/κλιματολόγων. Ας σταματήσουμε να χλευάζουμε την κλιματική κρίση και ας δουλέψουμε στην προσαρμογή μας σε ένα ολοένα και πιο δύσκολο μέλλον.