Το δικαστήριο, δύο χρόνια μετά την καταδίκη των κατηγορουμένων σε πρόσκαιρες ποινές κάθειρξης, κήρυξε σήμερα ομόφωνα αθώους τους 17 εμπλεκόμενους στην υπόθεση της σύμβασης για τον αποκαλούμενο «ηλεκτρονικό πόλεμο», οι οποίοι ήταν αντιμέτωποι με την κατηγορία της απιστίας -όσοι είχαν ιδιότητα κρατικού στελέχους- και της ηθικής αυτουργίας σε αυτήν, που βάρυνε τους ιδιώτες που ενεπλάκησαν.
Πλην του κ. Λιακουνάκου αθώοι κρίθηκαν τα πρώην στελέχη της Διεύθυνσης Εξοπλισμών του ΥΠΕΘΑ, Γιώργος Κολλίρης και Αντώνης Κάντας, επί θητειών Άκη Τσοχατζόπουλου και Γιάννου Παπαντωνίου, και Ευάγγελος Βασιλάκος, επί θητείας Ευάγγελου Μεϊμαράκη, το πρώην στέλεχος της Sonak Ηλίας Αρκουμανέας καθώς και αξιωματικοί ε.α του Στρατού, μέλη, κατά την επίμαχη περίοδο, επιτροπών.
Όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων έκανε δεκτή την πρόταση της εισαγγελέως Έδρας Ουρανίας Στέκα η οποία ζήτησε την αθώωση των κατηγορουμένων κρίνοντας ότι δεν προέκυψε η διάπραξη της αποδιδόμενης κατηγορίας. Κατά την εισαγγελική λειτουργό στην περίπτωση του «ηλεκτρονικού πολέμου» δεν πληρούται ούτε η αντικειμενική ούτε η υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος της απιστίας που αποδόθηκε σε όσους χειρίστηκαν την επίμαχη σύμβαση.
Για την ίδια υπόθεση το 2018 το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, παρά την αθωωτική εισαγγελική πρόταση, είχε καταδικάσει τους 17 κατηγορούμενους επιβάλλοντας ποινές 10 και 16 ετών ενώ είχε ορίσει ποσό αποζημίωσης του Δημοσίου 49,5 εκατομμύρια ευρώ.
Η δικογραφία για την υπόθεση αφορά στην προμήθεια από το υπουργείο Άμυνας 18 παρεμβολέων και 11 κέντρων ακρόασης στο πλαίσιο του προγράμματος «Ηλεκτρονικός Πόλεμος», που φέρεται να κόστισε περίπου 40 εκατομμύρια ευρώ. Σύμφωνα με την Δικαιοσύνη, το επίμαχο σύστημα παρεμβολής που προσέφερε η εταιρεία του κ. Λιακουνάκου, απέτυχε σε δοκιμές πεδίου που έγιναν το 2001, πριν δηλαδή προχωρήσει το υπουργείο στην υπογραφή της σύμβασης.
Σε δήλωσή του ο εκ των συνηγόρων υπεράσπισης των αξιωματικών, Θέμης Σοφός, ανέφερε ότι το δικαστήριο έκρινε ότι «δεν υπήρξε σφάλμα στη διαχείριση της σύμβασης προμήθειας». Όπως ανέφερε ο κ. Σοφός, «το ερώτημα που παραμένει σήμερα πλέον δεν αφορά τους αξιωματικούς και τα στελέχη της περιόδου εκείνης, αλλά αυτούς που χειρίζονται τη σύμβαση χωρίς να έχει ακόμα καταγγελθεί ή με άλλο τρόπο λυθεί και οι οποίοι κρατούν ακόμη σε εκκρεμότητα μια τόσο σπουδαία προμήθεια. Κι αυτό ενώ γνωρίζουν ότι υπήρχε πρόταση που συζητήθηκε κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων των τελευταίων ετών για την υλοποίηση των όρων της σύμβασης. Είμαι υπερήφανος που εκπροσώπησα στην υπεράσπιση τους αξιωματικούς του Ελληνικού Στρατού όπως και για το δικαστήριο που με μία διεξοδική διαδικασία έλαβε υπόψη όλο το αποδεικτικό υλικό κατά τρόπο αμερόληπτο και κήρυξε αθώους τους κατηγορούμενους».