Ο επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος του Ταμείου, Πολ Τόμσεν, που θα εισηγηθεί το τελικό κείμενο, έχει επιμεληθεί και τις βασικές παρατηρήσεις που γίνονταν για τη χώρα μας, οι οποίες έχουν δύο όψεις.
Η πρώτη είναι ενισχυτική των ελληνικών θέσεων. Η ομάδα του Ταμείου θα επισημαίνει την ανάγκη σημαντικής αναθεώρησης προς τα κάτω των δημοσιονομικών στόχων για τη χώρα μας. Ειδικότερα, εν όψει της σημαντικής επιβράδυνσης της ευρωπαϊκής αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας, το ΔΝΤ θα καλεί τους Ευρωπαίους δανειστές της Ελλάδας να ξεκινήσουν από το 2020 το διάλογο για την αλλαγή των δημοσιονομικών στόχων, προτείνοντας εμμέσως ο μεσοπρόθεσμος στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% να αναθεωρηθεί στο 1,5% ή κατ’ ανώτερο στο 2% του ΑΕΠ. Παράλληλα, όμως, δεν θα αμφισβητεί τη δυνατότητα η Ελλάδα να πετύχει και φέτος και το 2020 πρωτογενή πλεονάσματα στο 3,5% του ΑΕΠ.
Ενα δεύτερο σημείο στο οποίο επιμένει το Ταμείο είναι ότι το ελληνικό χρέος είναι μεν βιώσιμο αλλά μέχρι και το 2032. Μέσα στην έκθεση βιωσιμότητας του χρέους θα τονίζει πως οι Ευρωπαίοι δανειστές θα πρέπει να εκπληρώσουν τη δέσμευση που έκαναν τον Ιούνιο του 2018 για επανεξέταση και λήψη νέων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους αν χρειαστεί. Συνεπώς, το ΔΝΤ θα είναι ενισχυτικό των ελληνικών θέσεων για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων στη συζήτηση που θα ξεκινήσει το 2020.
Μέσα στο Σαββατοκύριακο ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας έθεσε έναν φιλόδοξο στόχο περί μείωσης των στόχων για τα δημοσιονομικά πλεονάσματα στο 2% από 3,5% του ΑΕΠ ως το 2022, και 2,2% μεσοσταθμικά από το 2023 μέχρι και το 2069.
Σε ό,τι αφορά το σχόλιο για το χρέος, παρότι το Ταμείο δεν έχει πια την παρέμβαση που είχε ως το 2018 στην εποπτεία της ελληνικής οικονομίας, κανείς δεν μπορεί να του αμφισβητήσει την ιδιότητά του να είναι ο μοναδικός μη ιδιωτικός διεθνής οργανισμός που μπορεί να πιστοποιήσει τη βιωσιμότητα του χρέους.
Καιρός: Επιδείνωση με βροχές, καταιγίδες και χιόνια - Ποιες περιοχές θα επηρεαστούν
Επισημάνσεις
Τα κακά νέα είναι πως το ΔΝΤ μένει στις παρατηρήσεις που έκανε για την Ελλάδα από τις αρχές του 2018. Συγκεκριμένα, θα τονίζει ότι η ανάπτυξη θα κινηθεί σε μεσοπρόθεσμη βάση λίγο πάνω από το 1% του ΑΕΠ λόγω καθυστέρησης βασικών μεταρρυθμίσεων, αλλά και πληθυσμιακής γήρανσης.
Επίσης, θα επισημαίνει ότι το ασφαλιστικό σύστημα παραμένει από τα πιο γενναία στην Ευρώπη, ενώ η φορολογική βάση είναι εξαιρετικά στενή, αφού περίπου το 60% των φορολογουμένων συνεχίζει να απαλλάσσεται λόγω αφορολόγητου.
Θα αναπτύσσεται και πάλι η θεωρία πως πλέον τα περιθώρια για μειώσεις των δαπανών είναι ανύπαρκτα, καθώς τα προηγούμενα χρόνια η Ελλάδα για να πετύχει τους δημοσιονομικούς της στόχους ξεπέρασε τα όρια με τις περικοπές ακόμη και σε ανελαστικές δαπάνες.
Το βασικό επιχείρημα θα είναι ότι εφεξής θα πρέπει να δημιουργηθεί δημοσιονομικός χώρος από αμιγώς διαρθρωτικά μέτρα. Με τον τρόπο αυτόν θα επαναφέρουν από την «πίσω πόρτα» τα δύο μέτρα (περικοπή των παλιών συντάξεων και του αφορολόγητου), τα οποία, παρότι ψηφίστηκαν κάτω από πίεση το 2017, ουδέποτε εφαρμόστηκαν, αφού η προηγούμενη κυβέρνηση ακύρωσε την περικοπή της προσωπικής διαφοράς και η σημερινή την περικοπή του αφορολόγητου.
Τέλος, θα γίνεται ξανά κριτική για τις καθυστερήσεις στο άνοιγμα της αγοράς προϊόντων υπηρεσιών και εργασίας, ενώ θα υπάρχουν και κατηγορίες για μεταρρυθμίσεις του 3ου Μνημονίου που αναστράφηκαν, κυρίως στον τομέα της Εργασίας με την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Από την έντυπη έκδοση