Ειδικότερα, η Ένωση, αναφέρει ότι «η Δικαιοσύνη δεν είναι υπεράνω κριτικής» και «τα μέσα ενημέρωσης, η επιστήμη, κοινωνικοί φορείς και όλοι οι πολίτες έχουν εύλογο ενδιαφέρον για τη λειτουργία της και δικαίωμα να κάνουν κριτική σε δικαστικές αποφάσεις, επί τη βάσει αρχών».
Ακόμα και τα πολιτικά πρόσωπα, συνεχίζει η Ένωση, «μπορούν μέσα σε κάποια όρια, με τον αναγκαίο σεβασμό και την αυτοσυγκράτηση που επιβάλλεται από το Σύνταγμα και το θεσμικό τους ρόλο, να προβαίνουν σε κρίσεις σε υποθέσεις δημοσίου ενδιαφέροντος».
Όμως, σημειώνει η Ένωση, «αυτό που δεν είναι ανεκτό σε ένα κράτος δικαίου, είναι να στοχοποιούνται αμέσως ή εμμέσως από φορείς της εκτελεστικής εξουσίας και μάλιστα από μέλη της Κυβέρνησης, δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί, για τους χειρισμούς τους σε συγκεκριμένες υποθέσεις» και προσθέτει:
Ελεύθερος ο 35χρονος αστυνομικός της Βουλής που καταγγέλθηκε για ενδοοικογενειακή απειλή
«Αυτό που είναι ακόμα πιο ανεπίτρεπτο σε μια Δημοκρατία, είναι να ζητείται από υπουργούς η δίωξη και η «προφυλάκιση» συγκεκριμένων προσώπων, η κατάσχεση περιουσιακών τους στοιχείων ή να προεξοφλείται η ενοχή τους, παραβιάζοντας με αυτόν τον τρόπο και το τεκμήριο αθωότητας και τη διάκριση των εξουσιών.Αυτά δεν είναι ζητήματα ύφους, αλλά κράτους δικαίου».
Παράλληλα, η Ένωση αναφέρει ότι «είναι προφανές ότι στην Ελλάδα υπάρχει σοβαρό, δομικό πλέον πρόβλημα, με την καθυστέρηση απονομής Δικαιοσύνης, το οποίο έχει δημιουργήσει ένα βαθύ ρήγμα στην εμπιστοσύνη των πολιτών προς αυτήν» και συνεχίζει:
«Οι δραματικές καθυστερήσεις στη λειτουργία της Δικαιοσύνης, δεν επηρεάζουν μόνο την καθημερινή ζωή των πολιτών ή την οικονομική δραστηριότητα της χώρας. Στις μεγάλες υποθέσεις δημοσίου ενδιαφέροντος, ιδίως διασπάθισης δημοσίου χρήματος, οι καθυστερήσεις αυτές δημιουργούν μια βαριά σκιά ως προς την πραγματική βούληση εκκαθάρισης αυτών των υποθέσεων.Τα προβλήματα αυτά δεν λύνονται με δελτία Τύπου από την πλευρά των δικαστικών Ενώσεων, ούτε με «tweets» και «posts» από την πλευρά των υπουργών».
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]