Ακόμη περισσότερο, όμως, μέσω του νέου συστήματος αναμένεται να σημειωθεί μια πραγματική αλλαγή στη νοοτροπία της διαχείρισης του τραύματος, αφού προωθείται η καλύτερη διαλογή των τραυματιών και η διανομή τους ανάλογα με τη βαρύτητα του τραύματος και την υποδομή του νοσοκομείου που τους υποδέχεται.
Παράλληλα, εισάγεται η σύσταση Εθνικής Επιτροπής Τραύματος, η οποία θα αναλάβει τον συντονισμό και την αξιολόγηση της λειτουργίας του νέου συστήματος, με στόχο την ταχύτερη και πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση των επειγόντων περιστατικών.
Κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου στη Βουλή, η κυβέρνηση έκανε λόγο για μια μεταρρύθμιση που θα σώσει ζωές, ωστόσο, η αντιπολίτευση εξέφρασε επιφυλάξεις, με το επιχείρημα των χρόνιων ελλείψεων σε προσωπικό και υποδομές στο ΕΣΥ.
Ο υπουργός Υγείας, Αδωνις Γεωργιάδης, ωστόσο, τόνισε πως τα Κέντρα Τραύματος θα είναι άρτια επανδρωμένα:
«Για πρώτη φορά στη χώρα μας δημιουργούνται και επανδρώνονται με κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό Κέντρα Τραύματος, ώστε να αλλάξουμε το ΕΣΥ και να το κάνουμε όσο πιο σύγχρονο γίνεται», ανέφερε συγκεκριμένα.
Η νέα φιλοσοφία στοχεύει στη μείωση της θνητότητας, των μόνιμων αναπηριών και στη βελτίωση της έκβασης των τραυματιών, φέρνοντας την Ελλάδα πιο κοντά στα διεθνή πρότυπα αντιμετώπισης του τραύματος.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, τα νέα Κέντρα και οι Σταθμοί Τραύματος θα λειτουργούν σε τέσσερα επίπεδα ανάλογα με τη βαρύτητα του περιστατικού και την υποδομή του κάθε νοσοκομείου.
Τα «Κέντρα Τραύματος» Επιπέδου Ι θα διαχειρίζονται τα πιο βαριά περιστατικά, ενώ τα Επιπέδου ΙΙ θα αντιμετωπίζουν μέτριας βαρύτητας τραυματίες, με δυνατότητα μεταφοράς σε ανώτερο επίπεδο εάν κριθεί απαραίτητο. Παράλληλα, δημιουργούνται Παιδιατρικά Κέντρα Τραύματος σε νοσοκομεία που ειδικεύονται στη φροντίδα παιδιών, καλύπτοντας ένα σημαντικό κενό στο Σύστημα Υγείας. Επιπλέον, στα Κέντρα Υγείας και τα Περιφερειακά Ιατρεία θα λειτουργούν οι «Σταθμοί Τραύματος» (Επιπέδου ΙΙΙ και IV), οι οποίοι θα παρέχουν τις πρώτες βοήθειες και θα διακομίζουν τους ασθενείς στα εξειδικευμένα νοσοκομεία.
Με αυτόν τον σχεδιασμό, το ΕΣΥ μεταβαίνει από μια αποσπασματική διαχείριση του τραύματος σε ένα ολοκληρωμένο σύστημα άμεσης και εξειδικευμένης φροντίδας.
Η αναπληρώτρια υπουργός, Ειρήνη Αγαπηδάκη, επισήμανε πως «το νέο σύστημα θα σώσει περισσότερες ζωές, ιδιαίτερα νέων συμπολιτών μας που είναι θύματα τροχαίων», ενώ ο υφυπουργός Υγείας, Μάριος Θεμιστοκλέους, υπογράμμισε ότι η οργάνωση του συστήματος μπορεί να μειώσει «κατά 20% τους θανάτους και τη βαριά αναπηρία μετά από τραυματισμούς».
Η δημιουργία των Κέντρων Τραύματος έρχεται να καλύψει πολλά κενά του παρελθόντος, όμως, από την αντιπολίτευση παραμένει ανοιχτό το ερώτημα εάν οι νέες δομές θα επανδρωθούν επαρκώς και θα λειτουργήσουν με τα διεθνώς αποδεκτά πρότυπα αντιμετώπισης τραύματος.
Οι εργαζόμενοι στον τομέα της Υγείας προειδοποιούν ότι χωρίς ουσιαστική ενίσχυση των νοσοκομείων, το νέο σύστημα κινδυνεύει να παραμείνει ανεφάρμοστο.
ΧΡΟΝΙΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΜΕ ΠΟΛΛΕΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Η διαχείριση του τραύματος αποτελεί εδώ και δεκαετίες μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για το ελληνικό σύστημα υγείας. Κάθε χρόνο, εκατοντάδες άνθρωποι, κυρίως νέοι κάτω των 45 ετών, χάνουν τη ζωή τους ή μένουν με μόνιμες αναπηρίες λόγω σοβαρών τραυματισμών. Οι περισσότεροι προέρχονται από τροχαία ατυχήματα.
Η Ελλάδα κατέχει μία από τις υψηλότερες θέσεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση σε θανάτους από τροχαία, με 57 νεκρούς ανά 1 εκατομμύριο κατοίκους, σύμφωνα με στοιχεία του 2021. Το μεγαλύτερο πρόβλημα, ωστόσο, δεν εντοπίζεται μόνο στη συχνότητα των ατυχημάτων, αλλά και στην ελλιπή διαχείριση των τραυματιών, ιδιαίτερα στα πρώτα κρίσιμα λεπτά μετά τον τραυματισμό.