Ο ίδιος, που επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του, περιγράφει στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής τις πρωτόγνωρες στιγμές που βίωσε με την οικογένειά του και το ένστικτο επιβίωσης που τον οδήγησε να φερθεί με ψυχραιμία εκείνες τις δύσκολες ώρες.
«Ξυπνήσαμε με τη γυναίκα μου αμέσως. Τρομάξαμε. Πήρα τα παιδιά μου αγκαλιά και πήγαμε γρήγορα στην ταράτσα. Αυτό που αντικρίσαμε δεν το χωράει ανθρώπινος νους». Από το διώροφο σπίτι του, που βρίσκεται στην οδό Κοροπούλη, ο Β.Μ. είδε τον ορμητικό χείμαρρο να παρασύρει την 82χρονη γυναίκα (ήταν το πρώτο θύμα που βρέθηκε) στα κάγκελα ενός σπιτιού. Το νερό έφτανε τα δύο μέτρα και στο βίντεο που έχει στη διάθεσή του ο «Ε.Τ.» της Κυριακής διακρίνεται η αδικοχαμένη γυναίκα να προσπαθεί να πιαστεί από κάπου, προκειμένου να σωθεί. Η μεγάλη ταχύτητα που τρέχει το νερό δεν της αφήνει περιθώριο. Μόνο δυο χέρια ξεπροβάλλουν, φανερώνοντας την προσπάθειά της να κρατηθεί αλλά δεν ήταν αρκετά, δυστυχώς, για να τη σώσουν. Τα κάγκελα βάζουν εμπόδιο στο διάβα της και της κόβουν το νήμα της ζωής.
Στο ίδιο βίντεο διακρίνεται και ένας σκύλος που παρασύρθηκε από το ρέμα. Μερικές ώρες αργότερα αυτός και πολλά ακόμη ζώα βρέθηκαν νεκρά. Την ίδια τύχη είχε και το άλογο του Β.Μ. που το είδε να χάνεται αλλά δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, όφειλε να μείνει στην ταράτσα να προσέχει τα παιδιά του, όπως χαρακτηριστικά είπε.
Ο τραγικός απολογισμός μετά τις πλημμύρες σε Μάνδρα, Ελευσίνα και Νέα Πέραμο μετρά τουλάχιστον 21 νεκρούς ενώ γίνονται υπεράνθρωπες προσπάθειες από τους άνδρες της Πυροσβεστικής και της 1ης ΕΜΑΚ να εντοπίσουν τον τελευταίο -επίσημα- αγνοούμενο, τον 70χρονο κυνηγό Χρήστο Γεωργακόπουλο.
Η φονική πλημμύρα στη Δυτική Αττική μετρά απώλειες και ιστορίες πόνου. Ανθρωποι που έχασαν τη ζωή τους και άλλοι ό,τι τους «κρατούσε» στη ζωή. Αντιμέτωποι με μια καινούργια και δύσκολη πραγματικότητα όσοι είδαν της περιουσίες τους να γίνονται συντρίμμια και έχοντας την ενδόμυχη σκέψη πως δεν θα επιστρέψουν ποτέ στην κανονικότητα που είχαν, δηλώνουν απογοήτευση. Οι πόροι που θα πάρουν από το κράτος φαντάζουν μακρινοί στα μάτια όσων πρέπει να ζουν για μεγάλο διάστημα σε ξενοδοχεία που τους προσφέρουν μια στέγη.
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΤΕΛΕΙΩΤΟΥ ΠΟΝΟΥ
Πώς θα πείσω το γιο μου να έρθει εδώ, όταν ούτε και εγώ δεν νιώθω ασφαλής;
Η κυρία Ανθή Μπέκα, γεννημένη στην Ελευσίνα και κάτοικος Μάνδρας για τουλάχιστον τέσσερις δεκαετίες, τονίζει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ότι όσα σχεδίαζε να κάνει για το γιο της έγιναν σκόνη. Δεν την ενδιαφέρει όμως το βοήθημα των 580 ευρώ ούτε και οι αποζημιώσεις που προτίθεται να δώσει η κυβέρνηση εν καιρώ. Αυτό που χρειάζεται, όπως τονίζει με έμφαση, είναι να γίνουν επιτέλους οι απαραίτητες υποδομές. «Πώς θα πείσω το γιο μου να έρθει εδώ, όταν ούτε και εγώ δεν νιώθω ασφαλής; Εχει γίνει ένα γαϊτανάκι ευθυνών το τι συνέβη στη Μάνδρα μας. Η Περιφέρεια βρίζει το Δασαρχείο, η τωρινή κυβέρνηση τις προηγούμενες και όλο αυτό το πράγμα ανακυκλώνεται και δεν έχει κανένα αποτέλεσμα. Οχι, δεν είναι τα σπίτια μας αυθαίρετα! Του άντρα μου μάλιστα είναι κληρονομιά από τον πατέρα του, εδώ και 100 χρόνια το έχουμε! Μας το νομιμοποίησαν, άρα αυθαίρετα συμπεράσματα καλό είναι να μη βγάζουμε», συμπληρώνει.
Ο Ευάγγελος Σκλίας είχε μια ταβέρνα στη Μάνδρα, όμως με την οικονομική κρίση δεν κατάφερε να τη διατηρήσει. Τα τελευταία δύο χρόνια την είχε μετατρέψει σε σπίτι και έμενε εκεί με την οικογένειά του και το σκύλο τους. Δείχνοντας στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ό,τι απέμεινε, αναρωτιέται -με την απογοήτευση φανερή στα μάτια του- τι θα κάνει από εδώ και πέρα. Οπως χαρακτηριστικά είπε, «έχασα την ελπίδα μου, μου τέλειωσε η υπομονή».
Πλιάτσικο
Οι άνθρωποι που ζουν στη Μάνδρα φεύγουν από τα ξενοδοχεία που φιλοξενούνται και πηγαίνουν στην «έρημη πόλη» τους από το πρωί για να ξεκινήσουν τα μαζέματα. Οι κεντρικοί δρόμοι κατακλύζονται από αλληλέγγυους και αρμόδιους φορείς που προσφέρουν είδη πρώτης ανάγκης, βοηθούν όπου χρειάζεται και καταγράφουν τις ζημιές. Οι κάτοικοι όμως «δουλεύουν» αδιάκοπα για να σώσουν ό,τι σώζεται από το πλιάτσικο. Μάλιστα, κρύβουν τα τελευταία τους υπάρχοντα ανάμεσα στα συντρίμμια για να μην τα βρουν οι επιτήδειοι και τα χάσουν όλα. Αλλοι πάλι, οργανώνουν βάρδιες και φυλάνε «σκοπιά» για να μην έρθουν το επόμενο πρωί και δεν βρουν ό,τι απέμεινε.
Καταγγέλλουν αδιαφορία από τους υπευθύνους. Εκτιμούν πως δεν ενεργοποιήθηκαν άμεσα οι συντονιστικοί μηχανισμοί. Ομως, οι δημοτικοί παράγοντες βλέπουν από άλλη σκοπιά τα πράγματα. Οπως σημείωσε στον «Ε.Τ.» της Κυριακής η πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Μάνδρας, Ερασμία Στάθη, «χάσαμε και εμείς την περιουσία μας, κινδυνεύσαμε και εμείς. Ναι, ίσως έπρεπε όλο αυτό να γίνει πιο σωστά αλλά δεν είναι λογικό πριν πάω να προσφέρω στο δημότη μου, να δω τι γίνεται στο σπίτι μου; Φιλοξενούμενη έγινα και εγώ στη θεία μου, που το δικό της διαμέρισμα είναι σε λίγο καλύτερη μοίρα από αυτό που μένω εγώ».
Παράλληλα, η κ. Στάθη κάνει λόγο για συμπεριφορές που δεν αρμόζουν σε μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. «Μετά λύπης μου διαπίστωσα πως πολλοί εκμεταλλεύτηκαν την τραγωδία και ενώ δεν είχαν τα προβλήματα που είχαν άλλοι συμπολίτες μας, έρχονταν στο δημαρχείο και έπαιρναν ρούχα, φαγητά ξανά και ξανά». Οπως εξήγησε, δεν υπάρχει τρόπος να ελεγχθούν ποιοι είναι πραγματικά πληγέντες και ποιοι απλά εκμεταλλεύονται τον πόνο των άλλων.
Η πλειονότητα των κατοίκων της Δυτικής Αττικής που μίλησε στον «Ε.Τ.» της Κυριακής είπε πως «χρειάζονται χρόνο για να ανασυγκροτηθούν και να φτιάξουν από την αρχή ό,τι χάθηκε». Το πιο σημαντικό όμως που τόνισαν όλοι, είναι να δημιουργηθούν καινούργιες υποδομές για να είναι αυτή η τελευταία τραγωδία που βύθισε στο πένθος την Ελλάδα…
Μαρίνα Ξυπνητού
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής