Αυτές είναι λοιπόν οι απαντήσεις:
«ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ
Γ΄ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΚΑΙ Δ΄ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 9 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017 – ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ:
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 9 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017 – ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ:
ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: ΠΕΝΤΕ (5)
Διδαγμένο κείμενο
Π λ ά τ ω ν ο ς, Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς 32 2d-323c
Οὕτω δή, ὦ Σώκρατες, καὶ διὰ ταῦτα οἵ τε ἄλλοι καὶ Ἀθηναῖοι, ὅταν μὲν περὶ ἀρετῆς τεκτονικῆς ᾖ λόγος ἢ ἄλλης τινὸς δημιουργικῆς, ὀλίγοις οἴονται μετεῖναι συμβουλῆς, καὶ ἐάν τις ἐκτὸς ὢν τῶν ὀλίγων συμβουλεύῃ, οὐκ ἀνέχονται, ὡς σὺ φῄς —εἰκότως, ὡς ἐγώ φημι— ὅταν δὲ εἰς συμβουλὴν πολιτικῆς ἀρετῆς ἴωσιν, ἣν δεῖ διὰ δικαιοσύνης πᾶσαν ἰέναι καὶ σωφροσύνης, εἰκότως ἅπαντος ἀνδρὸς ἀνέχονται, ὡς παντὶ προσῆκον ταύτης γε μετέχειν τῆς ἀρετῆς ἢ μὴ εἶναι πόλεις. Αὓτη, ὦ Σώκρατες, τούτου αἰτία.
Ἵνα δὲ μὴ οἴῃ ἀπατᾶσθαι ὡς τῷ ὄντι ἡγοῦνται πάντες ἄνθρωποι πάντα
ἄνδρα μετέχειν δικαιοσύνης τε καὶ τῆς ἄλλης πολιτικῆς ἀρετῆς, τόδε αὖ
λαβὲ τεκμήριον.
Ἐν γὰρ ταῖς ἄλλαις ἀρεταῖς, ὥσπερ σὺ λέγεις, ἐάν τις φῇ
ἀγαθὸς αὐλητὴς εἶναι, ἢ ἄλλην ἡντινοῦν τέχνην ἣν μή ἐστιν, ἢ
καταγελῶσιν ἢ χαλεπαίνουσιν, καὶ οἱ οἰκεῖοι προσιόντες νουθετοῦσιν ὡς
μαινόμενον· ἐν δὲ δικαιοσύνῃ καὶ ἐν τῇ ἄλλῃ πολιτικῇ ἀρετῇ, ἐάν τινα καὶ
εἰδῶσιν ὅτι ἄδικός ἐστιν, ἐὰν οὗτος αὐτὸς καθ’ αὑτοῦ τἀληθῆ λέγῃ ἐναντίον
πολλῶν, ὃ ἐκεῖ σωφροσύνην ἡγοῦντο εἶναι, τἀληθῆ λέγειν, ἐνταῦθα μανίαν,
καί φασιν πάντας δεῖν φάναι εἶναι δικαίους, ἐάντε ὦσιν ἐάντε μή, ἢ
μαίνεσθαι τὸν μὴ προσποιούμενον [δικαιοσύνην]· ὡς ἀναγκαῖον οὐδένα
ὅντιν’ οὐχὶ ἁμῶς γέ πως μετέχειν αὐτῆς, ἢ μὴ εἶναι ἐν ἀνθρώποις.
Α1. Από το παραπάνω κείμενο να γράψετε στο τετράδιό σας τη μετάφραση του αποσπάσματος: «Ἐν γὰρ ταῖς ἄλλαις ἀρεταῖς …ἢ μὴ εἶναι ἐν ἀνθρώποις». Μονάδες 10
Β1. Με βάση ποια αποδεικτικά στοιχεία ο Πρωταγόρας προσπαθεί στη β΄ παράγραφο του διδαγμένου κειμένου να θεμελιώσει τη θέση του ότι «ἡγοῦνται πάντες ἄνθρωποι πάντα ἄνδρα μετέχειν δικαιοσύνης τε καὶ τῆς ἄλλης πολιτικῆς ἀρετῆς ». Μονάδες 10
Β2. «ἐν δὲ δικαιοσύνῃ…ἐνταῦθα μανίαν»: Γιατί θεωρείται «τρελός», κατά τον Πρωταγόρα, όποιος δέχεται ότι δεν κατέχει τη δικαιοσύνη και την άλλη πολιτική αρετή; Μονάδες 10
Β3. Αφού μελετήσετε το απόσπασμα « Οὕτω δή, ὦ Σώκρατες, καὶ διὰ ταῦτα…τούτου αἰτία» και το παρακάτω μεταφρασμένο κείμενο, να απαντήσετε στο ερώτημα : πώς συσχετίζει την πολιτική αρετή ο Πρωταγόρας και πώς ο Σωκράτης με τις αντιλήψεις και τη συμπεριφορά των Αθηναίων στον δημόσιο βίο τους;
Π λ ά τ ω ν ο ς, Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς 3 19b–d
ΣΤΑΣΥ: Ανασχεδιασμός και ενίσχυση δρομολογίων στις Γραμμές 2 και 3 του Μετρό
Εγώ [δηλ. ο Σωκράτης] λοιπόν θεωρώ, όπως και οι άλλοι Έλληνες, πως οι Αθηναίοι είναι σοφοί. Και βλέπω ότι, όποτε συγκεντρωνόμαστε στην εκκλησία του δήμου, όταν η πόλη πρόκειται να εκτελέσει κάποιο έργο οικοδομικό, καλούμε τους οικοδόμους ως συμβούλους στην οικοδομία, κι όταν πάλι πρόκειται για ναυπηγικό έργο, καλούμε τους ναυπηγούς, και με τον ίδιο τρόπο πράττουμε όταν πρόκειται για όλα τα αντίστοιχα έργα, για όσα δηλαδή θεωρείται πως είναι διδακτά και μπορεί κάποιος να τα μάθει με κατάλληλα μαθήματα.
Εάν επιχειρήσει δε κάποιος άλλος να δώσει τη συμβουλή του στον δήμο, κάποιος που οι άνθρωποι δεν τον θεωρούν τεχνίτη σχετικό, η συνέλευση δεν τον αποδέχεται, ακόμα κι αν είναι και ωραίος και πλούσιος και από μεγάλη οικογένεια. Αντίθετα τον κοροϊδεύουν και του φωνάζουν, μέχρι αυτός που τόλμησε να μιλήσει να φύγει μόνος του τρομοκρατημένος ή μέχρι να τον σύρουν οι τοξότες και να τον βγάλουν σηκωτό, με διαταγή των πρυτάνεων.
Για τα θέματα λοιπόν που θεωρούν [οι Αθηναίοι] ότι εξαρτώνται από κάποια συγκεκριμένη τεχνογνωσία, έτσι ενεργούν. Όταν όμως πρέπει να αποφασιστεί κάποιο ζήτημα που αφορά τη διοίκηση της πόλεως, σηκώνεται και δίνει τις συμβουλές του γι’ αυτό εξίσου Μεταφρασμένο κείμενο και ο οικοδόμος και ο σιδεράς και ο έμπορος ή ο ναυτικός και ο πλούσιος και ο φτωχός και αυτός που είναι από μεγάλο γένος και αυτός που δεν είναι από κάποια γενιά σπουδαία. Και κανένας δεν τους ψέγει γι’ αυτό, όπως τους προηγούμενους: γιατί εσύ, χωρίς να έχεις διδαχθεί από πουθενά αυτό το πράγμα και χωρίς να έχεις δάσκαλο σ’ αυτό το θέμα, θέλεις τώρα να δώσεις και συμβουλές. Άρα, είναι προφανές πως δεν θεωρούν ότι το πράγμα αυτό είναι κάτι που διδάσκεται.
Μονάδες 10
Β4. Να γράψετε στο τετράδιό σας, δίπλα στο γράμμα που αντιστοιχεί σε καθεμία από τις παρακάτω θέσεις, τη λέξη Σωστό, αν είναι σωστή, ή τη λέξη Λάθος, αν είναι λανθασμένη:
α. Τόσο οι σοφιστές όσο και ο Σωκράτης αμφισβητούν τις παραδοσιακές ιδέες της εποχής τους.
β. Στον διάλογο «Πρωταγόρας» ο Σωκράτης δείχνει να σέβεται περισσότερο τον σοφιστή Πρωταγόρα από τον Γοργία.
γ. Ο Σωκράτης δημιουργούσε συμπολίτες συμπολίτες του. αντιφατικά αισθήματα στους
δ. Από τον διάλογο «Πρωταγόρας» δεν μπορούμε να συναγάγουμε με ακρίβεια ποια είναι η πλατωνική αντίληψη για την αρετή.
ε. Η σωκρατική επαγωγική μέθοδος είναι μια μετάβαση από το καθολικό και γενικό στο εμπειρικό και μερικό.
Μονάδες 10
Β5.α. Να αντιστοιχίσετε στο τετράδιό σας τις αρχαίες ελληνικές λέξεις της στήλης Α με τις νεοελληνικές λέξεις της στήλης Β. Στήλη Α ετυμολογικά συγγενείς Στήλη Β ἴωσιν δεῖ ἀνέχονται εἰδῶσιν έξη συνείδηση ένδεια εισιτήριο (μονάδες 4)
Β5.β. Για καθεμία από τις τρεις παρακάτω υπογραμμισμένες λέξεις να να γράψετε μία πρόταση στα νέα ελληνικά, όπου η ίδια λέξη (σε οποιαδήποτε πτώση, αριθμό ή γένος ) θα χρησιμοποιείται με διαφορετική σημασία από αυτήν που έχει στο αρχαίο κείμενο: «ὅταν μὲν περὶ ἀρετῆς τεκτονικῆς ᾖ λόγος ἢ ἄλλης τινὸς δημιουργικῆς, ὀλίγοις οἴονται μετεῖναι συμβουλῆς »
Αδίδακτο κείμενο
Ισοκράτους, Φίλιππος, 26-27 (έκδ. Τeubner)
Στο κείμενο που ακολουθεί γίνεται αναφορά στο πότε ο ρητορικός λόγος
χάνει την αποτελεσματικότητά του .
Ἐπειδὰν γὰρ ὁ λόγος ἀποστερηθῇ τῆς τε δόξης τῆς τοῦ λέγοντος καὶ
τῆς φωνῆς καὶ τῶν μεταβολῶν τῶν ἐν ταῖς ῥητορείαις γιγνομένων, ἔτι
δὲ τῶν καιρῶν καὶ τῆς σπουδῆς τῆς περὶ τὴν πρᾶξιν, καὶ μηδὲν ᾖ τὸ
συναγωνιζόμενον καὶ συμπεῖθον, ἀλλὰ τῶν μὲν προειρημένων
ἁπάντων ἔρημος γένηται καὶ γυμνός, ἀναγιγνώσκῃ δέ τις αὐτὸν
ἀπιθάνως καὶ μηδὲν ἦθος ἐνσημαινόμενος ἀλλ’ ὥσπερ ἀπαριθμῶν,
εἰκότως, οἶμαι, φαῦλος εἶναι δοκεῖ τοῖς ἀκούουσιν. Ἅπερ καὶ τὸν νῦν
ἐπιδεικνύμενον μάλιστ’ ἂν βλάψειε καὶ φαυλότερον φαίνεσθαι
ποιήσειεν.
Γ1. Να γράψετε στο τετράδιό σας τη μετάφραση του κειμένου.
Μονάδες 20
Γ2.α. Να γράψετε στο τετράδιό σας τον τύπο που ζητείται για
καθεμία από τις παρακάτω λέξεις:
ἀναγιγνώσκῃ: : το δεύτερο πρόσωπο ενικού αριθμού
προστακτικής αορίστου β΄
ἀπαριθμῶν: : το τρίτο πρόσωπο πληθυντικού αριθμού
ευκτικής ενεστώτα
τοῖς ἀκούουσιν: το απαρέμφατο μέλλοντα
μάλιστ’ : τον θετικό βαθμό
φαίνεσθαι : το δεύτερο πρόσωπο πληθυντικού αριθμού υποτακτικής παθητικού αορίστου β΄
Γ2.β. «τῶν μὲν προειρημένων ἁπάντων ἔρημος γένηται »: Να μεταφράσετε μεταφέρετε όλους τους κλιτούς τύπους της πρότασης στον άλλον αριθμό.
Γ3.α. Να γίνει πλήρης συντακτική αναγνώριση των παρακάτω τύπων: τῶν μεταβολῶν, τῶν προειρημένων, γυμνός, εἰκότως, τοῖς ἀκούουσιν.
Γ3.β. «Ἅπερ καὶ τὸν […] ἐπιδεικνύμενον μάλιστ’ ἂν βλάψειε καὶ φαυλότερον φαίνεσθαι ποιήσειεν»: Να αναγνωρίσετε το είδος της πρώτης πρότασης
(μονάδα 1) και να κάνετε συντακτική αναγνώριση των υπογραμμισμένων
όρων (μονάδες 4).
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Διδαγμένο κείμενο
Πλάτωνος Πρωταγόρας 322d – 323c
Α1. Στις άλλες δηλ. ικανότητες καθώς ακριβώς εσύ λες, αν κάποιος ισχυρίζεται ότι είναι ικανός αυλητής ή (ικανός) σε άλλη οποιαδήποτε τέχνη, στην οποία όμως δεν είναι, ή γελούν εις βάρος του ή θυμώνουν, κι οι δικοί του πλησιάζοντάς τον προσπαθούν να τον συμβουλεύσουν με την ιδέα ότι είναι τρελός· στη δικαιοσύνη όμως και στην άλλη πολιτική αρετή, μολονότι ξέρουν ότι κάποιος
είναι άδικος, αν αυτός ο ίδιος λέει την αλήθεια εναντίον του εαυτού του μπροστά σε πολλούς άλλους, αυτό το οποίο στην πρώτη περίπτωση θεωρούσαν ότι είναι σωφροσύνη, το να λέει δηλαδή την αλήθεια, στη δεύτερη περίπτωση το θεωρούν τρέλα και ισχυρίζονται ότι πρέπει όλοι να λένε ότι είναι δίκαιοι, είτε είναι είτε όχι, ειδεμή, (λένε ότι) είναι τρελός αυτός που δεν προσποιείται ότι έχει κτήμα του τη δικαιοσύνη, με την ιδέα ότι είναι αναγκαίο ο καθένας χωρίς εξαίρεση να μετέχει
σε αυτήν οπωσδήποτε, ειδάλλως (είναι αναγκαίο) να μην συγκαταλέγεται
μεταξύ των ανθρώπων.
Β1. Στο απόσπασμα αυτό ο Πρωταγόρας προβαίνει σε μια εμπειρική απόδειξη (“τεκμήριον”) για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής. Ο σοφιστής ξεκινά τη συλλογιστική του πορεία με την αποδεικτέα του θέση (: “ἡγοῦνται πάντες ἄνθρωποι πάντα ἄνδρα μετέχειν δικαιοσύνης τε καί τῆς ἄλλης πολιτικῆς ἀρετῆς”. Στη συνέχεια προβαίνει στην παράθεση δύο εμπειρικών παραδειγμάτων.
Το πρώτο αναφέρεται στις τέχνες και συγκεκριμένα στην αυλητική. Εκεί η παραδοχή της αλήθειας (ότι κάποιος δεν κατέχει την τέχνη του αυλού) είναι σωφροσύνη, ενώ το ψεύδος θεωρείται δείγμα μανίας και, επομένως, έχει ως αποτέλεσμα, την οργή των υπολοίπων και τις νουθεσίες των συγγενών του. Το δεύτερο εμπειρικό παράδειγμα αναφέρεται στη δικαιοσύνη. Τα πράγματα αντιστρέφονται στην περίπτωση αυτή: η παραδοχή της αλήθειας δημόσια (ότι κάποιος είναι άδικος) θεωρείται παράλογη συμπεριφορά, ενώ η υποκρισία και η προσποίηση θεωρούνται σωφροσύνη. Αυτό δείχνει ότι υπάρχει μια καθολική απαίτηση να αναγνωρίζουν όλοι την αναγκαιότητα και σπουδαιότητα της δικαιοσύνης, της πολιτικής αρετής γενικά και να μην την
απορρίπτει κανείς φανερά και απροκάλυπτα. Η συνύπαρξη των ανθρώπων είναι αδιανόητη αν δε διαθέτουν όλοι την πολιτική αρετή, γι’ αυτό, αν κάποιος τη στερείται, πρέπει να υποκρίνεται ότι την κατέχει.
Με το επίρρημα “ἁμῶς γέ πως” ο σοφιστής τονίζει ότι αυτό που απαιτείται από κάθε πολίτη είναι η ελάχιστη δικαιοσύνη, όχι το υψηλότερο επίπεδο πολιτικής αρετής. Γι’ αυτό και οι κυρώσεις είναι άτεγκτες για όποιον απορρίπτει προκλητικά τη δικαιοσύνη.
Την αποδεικτέα θέση “ἡγοῦνται πάντες ἄνθρωποι πάντα ἄνδρα μετέχειν δικαιοσύνης καί τῆς ἄλλης πολιτικῆς ἀρετῆς” στηρίζουν ακολούθως δύο αιτιολογήσεις: όλοι πρέπει να ισχυρίζονται ότι είναι δίκαιοι (“πάντας δεῖν φάναι εἶναι δικαίους”) και είναι αναγκαίο ο καθένας να συμμετέχει στην πολιτική αρετή, αλλιώς να παύει να συμπεριλαμβάνεται στην κοινωνική ομάδα (“ἀναγκαῖον οὐδένα ὅντιν’ οὐχί ἁμῶς γέ πως μετέχειν αὐτῆς ἤ μή εἶναι ἐν ἀνθρώποις”). Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει ο σοφιστής είναι προφανές: όλοι οι άνθρωποι πιστεύουν ότι όλοι ανεξαιρέτως έχουν μερίδιο στη δικαιοσύνη και γενικά στην πολιτική αρετή.
Εξετάζοντας προσεκτικότερα όμως το επιχείρημα παρατηρούμε ότι καθ’ όλη την ανάλυση των θέσεών του, ενώ προσπαθεί να αποδείξει την καθολικότητα της αρετής, ότι δηλαδή όλοι κατέχουν την πολιτική αρετή, καταλήγει στο ότι όλοι πρέπει, είναι αναγκαίο να την κατέχουν.
Είναι έντονος και χαρακτηριστικός ο δεοντολογικός χαρακτήρας των δύο αιτιολογήσεων που προσκομίζει (“δεῖν φάναι”, “ἀναγκαῖον μετέχειν”), ο οποίος δεν καθιστά το “τεκμήριον” του σοφιστή λογικό και πειστικό, και κατά συνέπεια δεν αποδεικνύει το “διδακτόν” της αρετής.
Σαφώς οι δεοντολογικές διατυπώσεις δεν έχουν αποδεικτική ισχύ. Καταληκτικά
θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε ότι με το επιχείρημα αυτό ο σοφιστής παρουσιάζει τι πρέπει να συμβαίνει στο πλαίσιο μιας πολιτικής κοινωνίας προκειμένου αυτή να λειτουργεί εύρυθμα και αρμονικά· αυτό που πρέπει να ισχύει όμως δεν αποδεικνύει και τι ισχύει στην πραγματικότητα.
Β2. Στην περίπτωση της πολιτικής αρετής, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Πρωταγόρα, η παραδοχή της αλήθειας δημόσια (ότι κάποιος είναι άδικος) θεωρείται παράλογη συμπεριφορά, ενώ η υποκρισία και η προσποίηση θεωρούνται σωφροσύνη. Αυτό δείχνει ότι υπάρχει μια καθολική απαίτηση να αναγνωρίζουν όλοι την αναγκαιότητα και σπουδαιότητα της δικαιοσύνης, της
πολιτικής αρετής γενικά και να μην την απορρίπτει κανείς φανερά και απροκάλυπτα. Η συνύπαρξη των ανθρώπων είναι αδιανόητη αν δε διαθέτουν όλοι την πολιτική αρετή, γι’ αυτό, αν κάποιος τη στερείται, πρέπει να υποκρίνεται ότι την κατέχει.
Β3. Το απόσπασμα «Οὕτω δή … τούτου αἰτία» που αποτελεί το επιμύθιο του
Πρωταγόρειου μύθου στην ουσία είναι μία πρώτη απάντηση του σοφιστή
Πρωταγόρα στο επιχείρημα του Σωκράτη για το μη διδακτό της πολιτικής αρετής,
όπως αυτό παρουσιάζεται στο μεταφρασμένο κείμενο. Πριν θιγεί το ζήτημα της
πολιτικής αρετής γίνεται αναφορά στην περίπτωση ειδικών τεχνών π.χ.
οικοδομική, ναυπηγική. Σύμφωνα με τον Σωκράτη, οι Αθηναίοι αποδέχονται
στην περίπτωση αυτή μόνον τους αντίστοιχους ειδικούς, καθώς θεωρεί ότι για να
μπορεί κάποιος να εκφέρει γνώμη, οφείλει να είναι κάτοχος των γνώσεων των
αντίστοιχων τεχνών.
Ως προς αυτό συμφωνεί ο Πρωταγόρας «ὅταν δἐ περί ἀρετῆς…εἰκότως, ἐγ ὡς γ’ ἐμοί φαὶνεται». Άρα, οι δύο συνομιλητές συμφωνούν ως προς την αρχή της εξειδίκευσης σε ό,τι αφορά στα τεχνικής φύσεως θέματα.
Από την άλλη μεριά, σε ό,τι σχετίζεται με πολιτικά θέματα ο Σωκράτης θεωρεί ότι μπορεί κάθε Αθηναίος πολίτης (ανεξάρτητα από επαγγελματική, οικονομική ή κοινωνική κατάσταση) να εκφέρει την γνώμη του, γιατί σύμφωνα με τα λεγόμενά του, η πολιτική αρετή δεν αποτελεί αντικείμενο διδασκαλίας, υπονοώντας προφανώς μ’ αυτόν τον τρόπο, στα πλαίσια του μεθοδολογικού του τεχνάσματος ότι ανήκει στην κατηγορία των έμφυτων χαρακτηριστικών. Άρα, οι δύο συνομιλητές συμφωνούν και ως προς την αρχή της ισηγορίας σε ό,τι αφορά στα πολιτικής φύσεως θέματα.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Πρωταγόρας συμφωνεί με τον Σωκράτη σε σχέση με τη συμπεριφορά των Αθηναίων στο δημόσιο βίο τους για ζητήματα πολιτικής αρετής, με άλλα λόγια, συμφωνεί ότι δικαιολογημένα δέχονται την γνώμη κάθε Αθηναίου πολίτη, για θέματα που άπτονται της πολιτικής αρετής.
Διαφωνεί όμως στη δικαιολόγηση της στάσης των Αθηναίων στα συγκεκριμένα ζητήματα. Σύμφωνα με τον Πρωταγόρα δηλαδή αυτό συμβαίνει γιατί ταιριάζει στον καθέναν να συμμετέχει στα χαρακτηριστικά της πολιτικής αρετής «ὡς παντί … πόλεις» πράγμα το οποίο σημαίνει ότι κατά τον Πρωταγόρα είναι έμφυτη η προδιάθεση όλων των ανθρώπων να συμμετέχουν στην πολιτική αρετή (στοιχείο που προκύπτει από τον Πρωταγόρειο μύθο) ενώ ο Σωκράτης, όπως ελέχθη και πριν, άφησε να εννοηθεί ότι η πολιτική αρετή είναι κάτι έμφυτο.
Β4.
α. Σωστό
β. Λάθος
γ. Σωστό
δ. Σωστό
ε. Λάθος
Β5.
α. ἴωσιν: εισιτήριο
δεῖ: ένδεια
ἀνέχονται: έξη
εἰδῶσιν: συνείδηση
Β5.β. – Η δικαιοσύνη και η σωφροσύνη κατά τον Αριστοτέλη ανήκουν στις ηθικές
αρετές (ηθική διάσταση).
– Η ειδοποιός διαφορά του ανθρώπου από τα υπόλοιπα έμβια όντα είναι ότι
διαθέτει λόγο (με την έννοια της λογικής)
– Κύριο χαρακτηριστικό του δημιουργικού ανθρώπου είναι η ενασχόλησή
του και με θέματα πλην της εργασίας του.
Αδίδακτο κείμενο
Ισοκράτους, Φίλιππος, 26-27 (έκδ. Teubner)
Στο κείμενο που ακολουθεί γίνεται αναφορά στο πότε ο ρητορικός λόγος
χάνει την αποτελεσματικότητά του .
Γ1. Γιατί, όταν (ο ρητορικός) λόγος στερηθεί και τη φήμη του ρήτορα και τη φωνή
(του) και τις αποχρώσεις που συμβαίνουν κατά την εκφώνηση (του λόγου) και ακόμα την επικαιρότητα και τη φροντίδα σχετικά με την πράξη και (όταν) δεν υπάρχει τίποτα που να συναγωνίζεται και συνάμα να πείθει, αλλά αφενός (ο λόγος) γίνει έρημος και κενός από όλα ανεξαιρέτως που έχουν αναφερθεί προηγουμένως και αφετέρου (όταν) κάποιος εκφωνεί αυτόν χωρίς πειστικότητα και χωρίς να φανερώνει καμία ψυχική διάθεση, αλλά σαν να μετράει αριθμούς, εύλογα, νομίζω, δίνει την εντύπωση στους ακροατές ότι είναι ασήμαντος. Αυτά ακριβώς θα μπορούσαν να βλάψουν κατά κύριο λόγο και (τον λόγο) που τώρα παρουσιάζεται και θα μπορούσαν να τον κάνουν να φαίνεται πιο ασήμαντος.
Γ2.
α. ἀνάγνωθι
ἀπαριθμοῖεν
ἀκούσεσθαι (ἀκούσειν)
μάλα
φανῆτε
Γ2.β. τοῦ μὲν προειρημένου ἅπαντος ἔρημοι γένωνται
Γ3.α. – τῶν μεταβολῶν: αντικείμενο στο ρήμα «ἀποστερηθῇ».
– τῶν προειρημένων: επιθετική μετοχή ως ετερόπτωτος ονοματικός
προσδιορισμός, γενική αντικειμενική στο «ἔρημος».
– γυμνός: κατηγορούμενο στο εννοούμενο Υποκείμενο (ὁ λόγος) μέσω του
συνδετικού ρήματος «γένηται»
– εἰκότως: επιρρηματικός προσδιορισμός του τρόπου στο ρήμα «δοκεῖ».
–
– τοῖς ἀκούουσι: δοτική προσωπική του κρίνοντος προσώπου στο ρήμα
«δοκεῖ» και επιθετική μετοχή.
Γ3.β. Είναι μία κύρια πρόταση κρίσεως, καταφατική επαυξημένη (εισάγεται με
την αναφορική αντωνυμία ἅπερ που μετά από ισχυρό σημείο στίξης εισάγει
κύρια πρόταση).
Ἅπερ: Υποκείμενο στα ρήματα ἄν βλάψειε καί ποιήσειεν (ἄν) – αττική σύνταξη.
τὸν ἐπιδεικνύμενον: επιθετική μετοχή ως αντικείμενο στο ρήμα ἄν βλάψειε.
φαυλότερον: κατηγορούμενο στο υποκείμενο τὸν ἐπιδεικνύμενον του
απαρεμφάτου φαίνεσθαι.
φαίνεσθαι: απαρέμφατο του αποτελέσματος που λειτουργεί ως επιρρηματικός
προσδιορισμός του αποτελέσματος στο ρήμα ποιήσειεν (ἄν).
Το απαρέμφατο μπορεί να χαρακτηριστεί και ως αντικείμενο στο ρήμα
ποιήσειεν (ἄν) και τελικό απαρέμφατο.