Πολλά εξαρτώνται από τα μικρά κόμματα, καθώς το φιλελεύθερο FDP, η Αριστερά (Die Linke) και το κόμμα της Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) δίνουν μία μάχη «στήθος με στήθος» για να μπουν στο Κοινοβούλιο. Τι δείχνουν ακριβώς οι δημοσκοπήσεις και ποιοι είναι οι πιανοί συνασπισμοί την επομένη των εκλογών; Δείτε αναλυτικά.
Εκλογές στη Γερμανία: Τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις
Στο «παρά πέντε» των εκλογών, τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων δίνουν ακόμα την πρωτιά στο CDU/CSU. Με βάση τις έρευνες από οκτώ μεγάλα ινστιτούτα, οι Χριστιανοδημοκράτες «πιάνουν», κατά μέσο όρο, ένα ποσοστό της τάξεως του 30,1%, παρά κάποιες απώλειες στις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις. Στη δεύτερη θέση βρίσκεται το AfD με ποσοστό 20,6%. Το σοσιολδημοκρατικό SPD ( 15,2%) και οι Grüne, δηλαδή οι Πράσινοι (13,2%), ακολουθούν σε απόσταση. Δεν υπάρχουν σαφείς τάσεις που να δείχνουν ότι θα υπάρξουν σημαντικές αλλαγές μέχρι την Κυριακή.
Όσον αφορά τα μικρότερα κόμματα, τα αποτελέσματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων παρουσιάζουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Η Αριστερά (Die Linke) σημείωσε πρόσφατα αξιοσημείωτα κέρδη, με τα ποσοστά της να φτάνουν το 6,8%. Όλες οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις τους τοποθετούν ανάμεσα στο 5-8%, πράγμα που σημαίνει ότι το κόμμα έχει καλές προοπτικές να επιστρέψει στην Μπούντεσταγκ.

Οι πιθανότητες είναι κάπως χειρότερες για την αριστερή, συντηρητική συμμαχία της Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) και τους Ελεύθερους Δημοκράτες (FDP). Μετά από σταθερές απώλειες, το BSW ανέρχεται κατά μέσο όρο στο 4,4%. Μόνο τρία από τα οκτώ ινστιτούτα βλέπουν το BSW στο 5%. Προς το παρόν, μόνο δύο ινστιτούτα δείχνουν ότι το FDP μπορεί να κάνει κάτι παρόμοιο: Κατά μέσο όρο, οι Φιλελεύθεροι λαμβάνουν 4,3%.
Εκλογές στη Γερμανία: Αυτοί είναι οι πιθανοί κυβερνητικοί συνασπισμοί
Ποιες είναι οι συνέπειες για την Μπούντεσταγκ; Σύμφωνα με τις μέσες τιμές των δημοσκοπήσεων, πέντε κόμματα μπαίνουν στο κοινοβούλιο: Τα CDU/CSU, AfD, SPD, οι Πράσινοι και η Αριστερά. Οι ψήφοι για το BSW, το FDP και τα άλλα κόμματα δεν θα παίξουν κανένα ρόλο στην κατανομή των εδρών στην Μπούντεσταγκ.
Πάντως, η πιθανότητα μίας βουλής με έξι κόμματα δίνεται από δύο δημοσκοπήσεις, ενώ, για πρώτη φορά από το 1949, υπάρχει και η πιθανότητα μίας επτακομματικής βουλής, εφόσον και τα τρία μικρά κόμματα καταφέρουν να ξεπεράσουν το 5%.

Όσον αφορά τους συνασπισμούς της επόμενης ημέρας, όλα τα κόμματα έχουν ήδη αποκλείσει μία συνεργασία με το ακροδεξιό AfD. Για να εξασφαλίσουν την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, τα κόμματα, χωρίς το AfD, θα πρέπει να κερδίσουν περισσότερο από το 50% των εδρών.
Στο βασικό σενάριο, ένας συνασπισμός των CDU/CSU και SPD θα λάβει το 52,8% των εδρών. Μια συμμαχία μεταξύ του CDU/CSU και των Πρασίνων θα έφτανε το 50,5%. Το SPD, οι Πράσινοι και η Αριστερά μαζί έχουν μόλις 41%. Επομένως, ο επικεφαλής του CDU, Φρίντριχ Μερτς θα γίνει Καγκελάριος εάν καταφέρει να καταλήξει σε συμφωνία με το SPD ή τους Πράσινους.
Είναι πιθανή μία κυβέρνηση μειοψηφίας;
Δύο ακόμα σενάρια υπάρχουν στο «τραπέζι»: Αυτό μίας κυβέρνησης μειψοφηφίας ή μίας κυβέρνησης του λεγόμενου «λαϊκού μετώπου». Η κυβέρνηση μειοψηφίας είναι ένα «μαθηματικά εφικτό» σενάριο, λόγω του ιδιαίτερου ρόλου που διαδραματίζει η AfD. Ένας συνασπισμός θα είχε την θεωρητική πλειοψηφία ακόμη και με λιγότερο από το 50% των εδρών, εάν στηρίζεται σε μία αντιπολίτευση που δεν ψηφίζει ποτέ μαζί με το AfD.
Σημαντικό είναι, επίσης, το γεγονός ότι ο καγκελάριος μπορεί να εκλεγεί χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία. Η απόλυτη πλειοψηφία όλων των βουλευτών απαιτείται μόνο στον πρώτο και δεύτερο γύρο ψηφοφορίας για την εκλογή του καγκελαρίου στη Γερμανία. Σε έναν τρίτο γύρο ψηφοφορίας, αρκεί η σχετική πλειοψηφία. Αυτό σημαίνει ότι ο υποψήφιος με τις περισσότερες ψήφους γίνεται καγκελάριος. Η αντίπαλη πλευρά θα μπορούσε να το αποτρέψει αυτό, μόνο εκλέγοντας έναν διαφορετικό καγκελάριο μαζί με το AfD.
Αυτό συζητείται σε δύο παραλλαγές: Πρώτον, μία αριστερή συμμαχία του SPD, των Πρασίνων, της Αριστεράς και της BSW, το λεγόμενο «Λαϊκό Μέτωπο». Δεύτερον, μία κυβέρνηση μειοψηφίας των CDU/CSU και FDP. Οι πιθανότητες να συμβεί κάτι τέτοιο είναι, πάντως, μικρές, λένε οι Γερμανοί αναλυτές. Μία κυβέρνηση χωρίς τη δική της πλειοψηφία δεν θα ήταν ούτε πλήρως ικανή για δράση, ούτε σταθερή, όπως σημειώνουν, ενώ «η σκόπιμη αγνόηση των ψήφων του AfD θα ήταν επίσης εξαιρετικά επικίνδυνη».
Τα περιθώρια συνεργασίας μεταξύ των κομμάτων
Πέρα από το τι δείχνουν τα νούμερα, το ποιος θα μπορούσε να συνεργαστεί με ποιον παραμένει ένα μεγάλο ερώτημα για τους Γερμανούς πολιτικούς. Μετά τη διάλυση του κυβερνητικού συνασπισμού του «φαναριού» τον περασμένο Νοέμβριο, μία νέα συνεργασία SPD, Πρασίνων και FDP φαντάζει, για παράδειγμα, αδιανόητη. Εξίσου δύσκολο φαντάζει το σενάριο η Αριστερά η το BSW να παρείχαν πλειοψηφία για το CDU και τον Μερτς ως καγκελάριο.
Όσον αφορά το σενάριο του «λαϊκού μετώπου», μία συνεργασία της Αριστεράς με το BSW μοιάζει επίσης απίθανη, καθώς, μόλις πριν από έναν χρόνο, η επικεφαλής του BSW, Ζάρα Βάγκενκνεχτ, εγκατέλειψε το Die Linke δημιουργώντας μία «μίνι» κρίση στο εσωτερικό του.
Τέλος, όσον αφορά μία συνεργασία CDU/CSU με το SPD ή τους Πράσινους, οι προκλήσεις είναι και εδώ μεγάλες, έπειτα από τις πολύ πρόσφατες διαμάχες μεταξύ των κομμάτων για το μεταναστευτικό και την αντιμέτωπιση της AfD στην Μπούντεσταγκ.
Αμυντικές δαπάνες και ουκρανικό: Δύο «καυτά» θέματα
Καθώς η Γερμανία βρίσκεται «στο κατώφλι» των εκλογών, δύο σημαντικά θέματα επανέρχονται στο προσκήνιο της διεθνούς και ευρωπαϊκής πολιτικής: Οι αμυντικές δαπάνες και το ουκρανικό.
Με αφορμή την ομιλία του αντιπροέδρου των ΗΠΑ, Τζέι Ντι Βανς, στη διάσκεψη ασφαλείας του Μονάχου την περασμένη εβδομάδα, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αλλά και ο Όλαφ Σολτς δήλωσαν ότι η Ευρώπη πρέπει να αποκτήσει περισσότερα όπλα. Προκειμένου να γίνει αυτό, η Ευρώπη θα χρειαστεί να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες, που επί του παρόντος είναι λίγο κάτω από το 2% του ΑΕΠ, πάνω από το 3%. Η φον ντερ Λάιεν ανακοίνωσε μάλιστα ότι θα προτείνει την ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας για τις αμυντικές επενδύσεις, «ελεγχόμενα και υπό όρους».
Ο Φρίντριχ Μερτς εμφανίζεται πιο συγκρατημένος ως προς αυτή την προοπτική, αφού πριν λίγες ημέρες δήλωσε ότι, προς το παρόν, η Γερμανία πρέπει να στοχεύσει σε ένα ποσοστό «τουλάχιστον 2%» για τα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια. Φωνές μέσα από το κόμμα του (CDU) έχουν, ωστόσο, υποστηρίξει την αναγκαιότητα αύξησης των αμυντικών δαπανών έως και κατά 3,5% επί του ΑΕΠ.
Υπέρ των μεγαλύτερων δαπανών είναι και οι Πράσινοι, με τον επικεφαλής τους, Ρόμπερτ Χάμπεκ, να προωθεί μία αύξηση της τάξεως του 3,5%. Από μεριάς του, το FDP δεσμεύεται να διασφαλίσει ότι «η Γερμανία θα εκπληρώσει τουλάχιστον τον στόχο του 2% του ΝΑΤΟ και μακροπρόθεσμα ακόμη και το 3%».
Το AfD δεν προσδιορίζει ποσοστό. Ωστόσο, η επικεφαλής του, Αλίς Βάιντελ, εξέφρασε την υποστήριξή της στην… τολμηρή απαίτηση του Ντόναλντ Τραμπ να ξοδεύουν τα κράτη του ΝΑΤΟ το 5% της οικονομικής τους δύναμης στον στρατό. Η Βάιντελ δήλωσε ότι ακόμη και περισσότερο από το 5% θα ήταν απαραίτητο, εάν κανείς είναι «πραγματικά σοβαρός» σε ό,τι αφορά την εθνική άμυνα. Όσο για τα αριστερά κόμματα BSW και Die Linke, αυτά δεν τάσσονται υπέρ της αύξησης των αμυντικών δαπανών. Ο ηγέτης της Linke, Γιαν βαν Άκεν, τόνισε πως, παρά την πολιτική επανεξοπλισμού του Πούτιν, οι στρατιωτικές δυνατότητες του ΝΑΤΟ συνεχίζουν να ξεπερνούν τις ρωσικές «σχεδόν σε όλες τις πτυχές» – με εξαίρεση τα πυρηνικά όπλα.
Όσον αφορά, τέλος, το ουκρανικό και την ιδέα της αποστολής ειρηνευτικών στρατευμάτων για τη διατήρηση της εκεχειρίας, το SPD του Όλαφ Σολτς εμφανίζεται προς το παρόν επιφυλακτικό, έως και αρνητικό απέναντι σε αυτή την προοπτική. Ο Χριστιανοδημοκράτης Φρίντριχ Μερτς δήλωσε και αυτός πριν από λίγες ημέρες ότι είναι «πολύ νωρίς για να σκεφτούμε» κάτι τέτοιο, αν και το κόμμα του εμφανίζεται πιο ανοιχτό απέναντι στην ιδέα, σε σχέση με τους Σοσιαλδημοκράτες. Την άποψή του συμμερίζεται και ο Κρίστιαν Λίντνερ του FDP.
Για τον Ρόμπερτ Χάμπεκ των Πρασίνων, είναι «παράλογο να λέμε τώρα πως ό,τι και να μας πετάξουν οι Ρώσοι και η αμερικανική κυβέρνηση, θα το αποδεχτούμε και θα το εξασφαλίσουμε», ωστόσο οι θέσεις της Γερμανίας σε σχέση με το ουκρανικό πρέπει να τεθούν επί τάπητος αμέσως μετά τις εκλογές, «ανεξάρτητα από το ποιος θα έχει την πλειοψηφία».
Για τη Ζάρα Βάγκενκνεχτ του BSW, οι εγγυήσεις πρέπει να προέλθουν από ουδέτερες, μη ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Βραζιλία, η Νότια Αφρική και η Κίνα. Η Αλίς Βάιντελ του AfD θεωρεί επίσης λανθασμένη μία ανάμειξη της Γερμανίας στο ζήτημα. Οι Linke κρίνουν την ανάμειξη του ΝΑΤΟ επικίνδυνη και αντιπροτείνουν την αποστολή ειρηνευτικών στρατευμάτων υπό την ευθύνη του ΟΗΕ.
Ειδήσεις Σήμερα
- Κοντά στα επίπεδα του Φεβρουαρίου οι τιμές ρεύματος τον Μάρτιο – Έρχονται επιδοτήσεις και για τις επιχειρήσεις
- Στα 10 δισ. θα ανέλθει ο πληθυσμός του πλανήτη στα τέλη του αιώνα – Η αύξησή του είναι μη αναστρέψιμη
- ΗΠΑ: Ο Ρούμπιο ζητεί «άμεση κατάπαυση του πυρός» στη ΛΔ Κονγκό