Η απομάκρυνσή του, ωστόσο, από την εξουσία και η αντικατάστασή του από πρόσωπο μεγαλύτερης ευθυγράμμισης με τη Μόσχα παραμένουν απίθανες, παρά τις προσπάθειες του Κρεμλίνου. Μιλώντας στη ρωσική κρατική τηλεόραση στις 28 Ιανουαρίου, ο Βλαντιμίρ Πούτιν δήλωσε ότι η Μόσχα είναι ανοιχτή σε διαπραγματεύσεις με τη συμμετοχή του Ζελένσκι, αλλά δεν τον θεωρεί νόμιμο ηγέτη, ικανό να υπογράψει μια τελική ειρηνευτική συμφωνία.
Είπε, επίσης, ότι θα διορίσει αντιπροσωπεία για τις διαπραγματεύσεις. Ο Πούτιν συνέχισε λέγοντας ότι «κάθε νομικό ζήτημα» που εμποδίζει τις συνομιλίες μπορεί να επιλυθεί, αλλά αυτό θα απαιτούσε τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου της Ουκρανίας, καταλήγοντας ότι ο πόλεμος θα τελείωνε σε μόλις δύο μήνες αν σταματούσε η στρατιωτική υποστήριξη της Δύσης προς την Ουκρανία και ως εκ τούτου τόνισε ότι «η κυριαρχία της Ουκρανίας είναι σχεδόν μηδενική και αν οι Δυτικοί χορηγοί της θέλουν να επιτύχουν ειρήνη, ο δρόμος είναι πολύ απλός».
Οι δηλώσεις αυτές ήταν απλώς το τελευταίο σημάδι ότι η Μόσχα διεξάγει διαπραγματεύσεις με την Ουάσιγκτον και όχι με το Κίεβο, καθώς η Ρωσία πιστεύει ότι οι ειρηνευτικοί της όροι είναι απίθανο να γίνουν αποδεκτοί από την Ουκρανία και ορισμένα μέλη της Ε.Ε. και ότι θα πρέπει, με τη σειρά τους, να τους επιβληθούν υπό την πίεση των ΗΠΑ. Κάποιες ημέρες αργότερα, την 1η Φεβρουαρίου, ο Keith Kellogg, ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ για το Ουκρανικό Ζήτημα, δήλωσε ότι οι ουκρανικές προεδρικές και βουλευτικές εκλογές «πρέπει να γίνουν μέχρι το τέλος του έτους», τονίζοντας ότι «τα περισσότερα δημοκρατικά κράτη κάνουν εκλογές σε περίοδο πολέμου».
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Kellogg θα παρουσιάσει το σχέδιο της Ουάσιγκτον για τη διευθέτηση του πολέμου κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης Ασφαλείας του Μονάχου στις 14-16 Φεβρουαρίου.
Στις επαφές της με Αμερικανούς, η Μόσχα θα συνεχίσει να επιμένει στη μη νομιμότητα του Ζελένσκι και στην ανάγκη για νέες εκλογές στην Ουκρανία, ελπίζοντας να αφυπνίσει τις αδρανείς σήμερα πολιτικές δυνάμεις στην Ουκρανία που ενδιαφέρονται για παραχωρήσεις προς τη Ρωσία. Η εστίαση της Μόσχας στο υποτιθέμενο παράνομο στάτους του Ζελένσκι έχει στόχο να ενοχοποιήσει τον ίδιο ως εμπόδιο για την ειρήνη στις επικείμενες συνομιλίες της Ρωσίας με την κυβέρνηση Τραμπ, χρησιμοποιώντας το θέμα ως δικαιολογία για να επιβραδύνει τις διαπραγματεύσεις. Εάν η κυβέρνηση Τραμπ αποδεχθεί το αφήγημα ότι ο Ζελένσκι είναι το εμπόδιο στις ειρηνευτικές συνομιλίες, θα υπήρχε ο κίνδυνος αποσταθεροποίησης της Ουκρανίας, καθώς οι Ουκρανοί θα πίστευαν ότι ο Ζελένσκι είναι ανίκανος να εξασφαλίσει δυτική υποστήριξη.
Στις συνομιλίες με τον Τραμπ, η Μόσχα θα μπορούσε να συμφωνήσει σε κατάπαυση του πυρός υπό τον όρο ότι η Ουκρανία θα διεξαγάγει εκλογές το συντομότερο δυνατό. Η Ρωσία υπολογίζει ότι οι εκλογές που θα διεξαχθούν στο πλαίσιο μιας ειρηνευτικής διευθέτησης στην οποία η Ουκρανία δεν θα λάβει ισχυρές δυτικές εγγυήσεις ασφαλείας θα έχουν ως αποτέλεσμα οι Ουκρανοί να συνειδητοποιήσουν ότι οι προσπάθειες του Ζελένσκι για στροφή προς τη Δύση απέτυχαν. Ως εκ τούτου, θα υποστηρίξουν πολιτικές δυνάμεις που θα επικεντρώνονται, κυρίως, στο να μην ανταγωνιστούν τη Μόσχα, με την ελπίδα να διατηρηθεί η κατάπαυση του πυρός. Η Μόσχα ποντάρει στην ανατροπή Ζελένσκι, για να αποκτήσει μεγαλύτερη επιρροή στο Κίεβο. Ελπίζει ότι οι ήπιες φιλορωσικές δυνάμεις στην Ουκρανία θα αποκτήσουν επιρροή και θα γείρουν την πλάστιγγα προς τη Μόσχα ή ότι θα αναλάβουν, τελικά, την πολιτική εξουσία – όπως συνέβη μετά την εισβολή της Ρωσίας στη Γεωργία το 2008.
Ο Ζελένσκι, από την άλλη, θα προσπαθήσει να πείσει τους Ευρωπαίους εταίρους να αντισταθούν στις αμερικανικές πιέσεις για διευθέτηση με όρους που θα αποτελούν για τον ίδιο πολιτική «αυτοκτονία». Αυτό σημαίνει ότι είναι απίθανο να αλλάξει τον στρατιωτικό νόμο και να προχωρήσει σε διεξαγωγή εκλογών, αν πιστεύει ότι οι όροι μιας ειρηνευτικής διευθέτησης θα αποσταθεροποιούσαν την Ουκρανία. Επίσης, δεν θα δεχθεί καμία ειρηνευτική συμφωνία που θα διαπραγματευτεί η κυβέρνηση Τραμπ με ελάχιστη ουκρανική συμβολή και χωρίς ουσιαστικές εγγυήσεις ασφαλείας για το Κίεβο.
Από τη μεριά τους τα ευρωπαϊκά κράτη θα πιέσουν την κυβέρνηση Τραμπ να συνεχίσει να στηρίζει την Ουκρανία, με τον Λευκό Οίκο να είναι πιο διστακτικός, υποστηρίζοντας ότι η οικονομική πίεση στη Ρωσία και όχι η αυξημένη στρατιωτική υποστήριξη προς το Κίεβο είναι ο μόνος τρόπος για να αποφευχθεί η συνέχεια του πολέμου.
Εν κατακλείδι, στόχος του Τραμπ είναι να κλείσει μια και καλή το μέτωπο της Ουκρανίας. Προς αυτήν την κατεύθυνση, λοιπόν, το σενάριο κατά το οποίο θα καλούσε ανοιχτά τον Ζελένσκι να κάνει στην άκρη είναι λιγότερο πιθανό. Αντίθετα, πιο πιθανό είναι να υπάρξει συντονισμένη πίεση προς την Ουκρανία για τη διεξαγωγή εκλογών ύστερα από την κατάπαυση του πυρός.