Τα κεντρώα και τα μετριοπαθή αριστερά κόμματα πιθανότατα θα καταλήξουν σε συμβιβασμό για τον σχηματισμό μιας λειτουργικής κυβέρνησης μειοψηφίας, ενός μεγάλου συνασπισμού ή μιας τεχνοκρατικής κυβέρνησης που θα αποκλείει τόσο τα ακροδεξιά όσο και τα ακροαριστερά κόμματα. Οι βουλευτικές εκλογές στη Γαλλία οδήγησαν σε Κοινοβούλιο με τρία μπλοκ σε μεγάλο βαθμό ισομεγέθη, κανένα από τα οποία δεν είναι κοντά στην απόλυτη πλειοψηφία ή ιδιαίτερα πρόθυμο να συνεργαστεί. Αυτό πιθανότατα θα έχει ως αποτέλεσμα εβδομάδες ή και μήνες πολιτικής αβεβαιότητας και πολιτικής παράλυσης μέχρι να διοριστεί νέα κυβέρνηση.
Σύμφωνα με το γαλλικό Σύνταγμα, δεν υπάρχει προθεσμία για τον διορισμό νέου πρωθυπουργού και ο Μακρόν δεν μπορεί να προκηρύξει νέες βουλευτικές εκλογές για ένα ακόμη έτος. Αυτό σημαίνει ότι, εκτός από ένα πλήρες αδιέξοδο, τρία σενάρια είναι πιθανά από τώρα έως τον Ιούνιο του 2025, όταν θεωρητικά θα μπορούσαν να γίνουν ξανά εκλογές. Στο πρώτο σενάριο, ο Μακρόν θα μπορούσε να διορίσει μια κυβέρνηση μειοψηφίας που θα προσπαθήσει να εξασφαλίσει κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες για να περάσει νομοσχέδια κατά περίπτωση. Αλλά ο σχηματισμός μιας τέτοιας κυβέρνησης θα αποδεικνυόταν περίπλοκος. Μια αριστερή κυβέρνηση μειοψηφίας που θα περιλαμβάνει το ακροαριστερό κόμμα του Μελανσόν είναι απίθανο, δεδομένης της ασυμβίβαστης στάσης του κόμματος. Μια κεντρώα κυβέρνηση μειοψηφίας υπό την ηγεσία του Ensemble θα απαιτούσε συμβιβασμούς με πολλά άλλα κόμματα σε αμφιλεγόμενα ζητήματα, όπως οι δημοσιονομικές δαπάνες και η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση του Μακρόν.
Μια δεξιά κυβέρνηση μειοψηφίας υπό την ηγεσία του Ε.Σ. θα ήταν πολύ απίθανο να λάβει την υποστήριξη οποιουδήποτε βουλευτή της αντιπολίτευσης στην Εθνοσυνέλευση. Σε ένα δεύτερο σενάριο, ο Μακρόν θα μπορούσε να διορίσει μια κυβέρνηση συνασπισμού μεταξύ του κεντρώου συνασπισμού του Ensemble, μετριοπαθών αριστερών κομμάτων (όπως οι Σοσιαλιστές και οι Πράσινοι) και ενός περιορισμένου αριθμού κεντροδεξιών βουλευτών. Αλλά ακόμη και με τον αποκλεισμό του ακροαριστερού LFI, μια τέτοια συμφωνία θα εξακολουθούσε να είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί και πολύ απίθανο να διαρκέσει, δεδομένης της αντιδημοτικότητας του Μακρόν και των ιδεολογικών διαφορών μεταξύ του Ensemble και της Κεντροαριστεράς.
Τέλος, σε ένα τρίτο σενάριο, ο Μακρόν θα μπορούσε να διορίσει μια τεχνοκρατική κυβέρνηση με επικεφαλής ένα μη κομματικό στέλεχος, ηγέτη της συναίνεσης, επιφορτισμένο με την ψήφιση του Προϋπολογισμού του 2025 και τη διαχείριση καθημερινών θεμάτων, καθώς και με τη διαβεβαίωση των αγορών και των συμμάχων της Γαλλίας για σταθερότητα. Αλλά ενώ οι τεχνοκρατικές κυβερνήσεις είναι συχνές στην Ιταλία, δεν υπάρχουν προηγούμενα για κάτι τέτοιο στη Γαλλία. Το πιο σημαντικό είναι ότι με έναν συνασπισμό μεταξύ του Ensemble και της Κεντροαριστεράς, θα απαιτούνταν συμβιβασμοί σε μυριάδες αμφιλεγόμενα πολιτικά ζητήματα, καθώς και πιθανές προτάσεις δυσπιστίας.
Το γαλλικό Κοινοβούλιο, χωρίς απόλυτη πλειοψηφία, θα αυξήσει την πολιτική αβεβαιότητα, ακυρώνοντας πιθανότατα τη δυνατότητα σημαντικής δημοσιονομικής εξυγίανσης και ενίσχυσης της ανάπτυξης τους επόμενους μήνες. Ενώ οι αγορές αντέδρασαν σχετικά θετικά στο μεγάλο αρχικό προβάδισμα του Ε.Σ. μετά τον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών, η αιφνιδιαστική νίκη της Αριστεράς στον δεύτερο γύρο και η εκλογή του σημερινού Κοινοβουλίου έχουν περιπλέξει τις πολιτικές προοπτικές της Γαλλίας σε μια περίοδο που η δημοσιονομική θέση της χώρας επιδεινώνεται.
Αυτό πιθανότατα θα συνεχίσει να εκνευρίζει τους επενδυτές, οι οποίοι θα παρακολουθούν στενά τις συνομιλίες για τον σχηματισμό κυβέρνησης τις επόμενες εβδομάδες. Εάν οι συνομιλίες αυτές καθυστερήσουν ή τελικά καταρρεύσουν, η επακόλουθη παρατεταμένη πολιτική παράλυση θα μπορούσε να ταρακουνήσει σοβαρά τις αγορές ομολόγων και μετοχών και ενδεχομένως να ωθήσει τους επενδυτές να ζητήσουν υψηλότερο ασφάλιστρο για τα γαλλικά κρατικά χρεόγραφα, με αποτέλεσμα υψηλότερα επιτόκια για το Παρίσι. Ακόμη και μετά τον διορισμό νέου πρωθυπουργού, μια μετριοπαθής κυβέρνηση μειοψηφίας ή μια κυβέρνηση συνασπισμού ευρείας βάσης θα δυσκολευτεί πιθανότατα να εγκρίνει μια μεσοπρόθεσμη πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής που η Γαλλία πρέπει να υποβάλει στην Ευρωπαϊκή Ενωση έως τις 20 Σεπτεμβρίου, αντίστοιχα και πρόταση Προϋπολογισμού της κυβέρνησης στο γαλλικό Κοινοβούλιο έως τα μέσα Οκτωβρίου – περιπλέκοντας σημαντικά τις προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης και διατηρώντας πιθανότατα αυξημένες πιέσεις στα γαλλικά χρεόγραφα.
Γενικότερα, οι κεντρώοι θα πρέπει πιθανότατα να μετριάσουν ορισμένες από τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις του Μακρόν (όπως η αμφιλεγόμενη αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης) και να εφαρμόσουν κάποια μορφή αύξησης της φορολογίας. Μια τεχνοκρατική κυβέρνηση, από την άλλη πλευρά, θα δώσει προτεραιότητα στην ψήφιση του Προϋπολογισμού του επόμενου έτους σε μια προσπάθεια να καθησυχάσει τις αγορές, αλλά θα εξακολουθήσει να δυσκολεύεται να εξασφαλίσει την έγκριση του Κοινοβουλίου για τις περικοπές δαπανών που απαιτούνται για τη σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους της Γαλλίας. Μεσοπρόθεσμα, ένα Κοινοβούλιο με αδιέξοδο μειώνει σημαντικά την πιθανότητα το Παρίσι να επιδιώξει αυξήσεις των δαπανών που χρηματοδοτούνται από το έλλειμμα, οι οποίες θα το έθεταν σε πορεία σύγκρουσης με τις Βρυξέλλες, θα τρόμαζαν τους επενδυτές και θα αναστάτωναν περαιτέρω τις αγορές, καθώς η επόμενη γαλλική κυβέρνηση πιθανότατα δεν θα έχει τη στήριξη στο Κοινοβούλιο και την εσωτερική συνοχή για να εφαρμόσει αναπτυξιακές δημοσιονομικές πολιτικές. Αυτό, όμως, μειώνει, επίσης, σημαντικά την προοπτική οποιασδήποτε σημαντικής δημοσιονομικής εξυγίανσης και διαρθρωτικής μεταρρύθμισης που θα ενισχύσει την ανάπτυξη μέχρι τη διεξαγωγή των επόμενων προεδρικών εκλογών το 2027.
Ειδήσεις σήμερα
Ρόδος: Μυστήριο για την καταγγελία βιασμού 20χρονης Βρετανίδας από γυναίκα ομοεθνή της
Ρεύμα: Έκτακτη σύσκεψη υπό τον Μητσοτάκη για τις αποκλίσεις στις τιμές χονδρικής
Φωτεινή Δάρρα: Περιπέτειες με την υγεία της – Γιατί πήγε στα επείγοντα
Τράπεζες: Μειώνουν την προμήθεια σε βασικές συναλλαγές των πελατών τους – Ποια έκανε την αρχή