Στις 16 Απριλίου οι τούρκοι πολίτες θα αποφασίσουν με το δημοψήφισμα αν θα αλλάξει το Σύνταγμα της χώρας και θα ενισχυθούν οι εξουσίες του προέδρου Ερντογάν. Το δημοψήφισμα έχει φέρει στην επιφάνεια το βαθύ ρήγμα που υπάρχει εντός και εκτός της Τουρκίας. Ακολουθούν μερικές σημαντικές πληροφορίες σχετικά με το δημοψήφισμα:
Τι αφορά το δημοψήφισμα
Το δημοψήφισμα θα αλλάξει το τουρκικό πολιτικό σύστημα από κοινοβουλευτικό σε προεδρικό. Θα καταργηθεί το γραφείο του πρωθυπουργού και ο πρόεδρος, ο οποίος θα εκλέγεται απευθείας από τον λαό, θα είναι πλέον ο επικεφαλής του εκτελεστικού βραχίονα της κυβέρνησης καθώς και επικεφαλής του κράτους.
Ο πρόεδρος θα αποκτήσει επιπλέον εξουσίες, περιλαμβανομένου του δικαιώματος να καταρτίζει τον προϋπολογισμό, να διορίζει και να καθαιρεί υπουργούς και να εκδίδει σε κάποιες περιπτώσεις διατάγματα.
Ο πρόεδρος θα επιτρέπεται εξάλλου να διατηρήσει σχέση με κάποιο πολιτικό κόμμα.
Με το ισχύον σύστημα ο πρόεδρος απαιτείται να κόβει τουλάχιστον εικονικά τους κομματικούς του δεσμούς και να κυβερνά ως “ουδέτερος”.
Με λίγα λόγια, εφόσον ο πρόεδρος θα αποκτήσει μεγάλες εξουσίες σύμφωνα με τις προταθείσες αλλαγές, το δημοψήφισμα είναι μια ψήφος για τον ίδιο τον πρόεδρο Ερντογάν.
Ο Ερντογάν επιχειρεί να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο του προέδρου από το 2005. Το σχέδιό του ενισχύθηκε έπειτα από το αποτυχημένο πραξικόπημα εναντίον του, το καλοκαίρι του 2016, το οποίο του επέτρεψε να ισχυριστεί πιο πειστικά ότι απαιτούνται ριζικές αλλαγές. Αλλά το δημοψήφισμα έχει αποδειχτεί άκρως διχαστικό.
Ποιοι τάσσονται υπέρ του «ναι»
Εύλογα εκείνοι που τάσσονται υπέρ του “evet” (‘ναι’) είναι οι υποστηρικτές του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν. Ισχυρίζονται ότι οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις είναι απαραίτητες για τον εξορθολογισμό της τουρκικής κυβέρνησης ώστε αυτή να μπορέσει να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις του σύγχρονου πολιτικού περιβάλλοντος.
Πιο αναπάντεχη είναι η υποστήριξη του ακροδεξιού MHP (Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης) προς τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις καθώς το MHP ήταν παραδοσιακά αντίθετο στην ιδέα ενός προεδρικού συστήματος.
Φήμες θέλουν τον ηγέτη του κόμματος Ντεβλέτ Μπαχτσελί να έχει εξασφαλίσει θέση αντιπροέδρου με αντάλλαγμα τη συνεργασία του.
Το τουρκικό κοινοβούλιο έχει ήδη ψηφίσει τις συνταγματικές αλλαγές αλλά απαιτείται η έγκρισή τους με τη λαϊκή ψήφο για να γίνουν νόμος.
Ποιοι τάσσονται κατά
Το δημοψήφισμα βρίσκει σφόδρα αντίθετα τα δύο άλλα μεγάλα τουρκικά κόμματα, πλην του κυβερνώντος: το κεμαλικό και σοσιαλδημοκρατικό Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) και το αριστερό φιλοκουρδικό Κόμμα της Δημοκρατίας των Λαών (HDP).
Οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οργανώσεις για την προώθηση της Δημοκρατίας λένε επίσης “hayir” (όχι) στο δημοψήφισμα. Υποστηρίζουν ότι οι προτεινόμενες συνταγματικές αλλαγές ουσιαστικά θα επιτρέψουν στον Ερντογάν να κυβερνά ως δικτάτορας.
Σε περίπτωση που επικρατήσει το ‘ναι’, το δημοψήφισμα θα επιτρέψει στον Ερντογάν να διεκδικήσει δύο θητείες στην προεδρία κατά τις επόμενες εθνικές εκλογές στην Τουρκία το 2019. Επομένως θα μπορεί να παραμένει στην εξουσία μέχρι το 2029.
Το «ναι» στο δημοψήφισμα ισοδυναμεί με θάνατο της δημοκρατίας στην Τουρκία;
Αυτό εξαρτάται από το ποιός καλείται να απαντήσει. Οι προτεινόμενες αλλαγές επιτρέπουν κάποιες δικλείδες ασφαλείας. Για παράδειγμα, το κοινοβούλιο θα μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να παρακάμπτει τις προεδρικές αποφάσεις, να διεξάγει έρευνες ακόμη και να παραπέμπει τον πρόεδρο με πλειοψηφία δύο τρίτων.
Ωστόσο, ακόμη και σύμφωνα με το ισχύον σύστημα, η κυβέρνηση Ερντογάν έχει υπονομεύσει σημαντικά τη Δημοκρατία στην Τουρκία. Πολιτικοί της αντιπολίτευσης και δημοσιογράφοι έχουν φυλακιστεί και υποστεί παρενόχληση, ενώ ο Ερντογάν έχει καθαιρέσει 2.700 δικαστές στον απόηχο της αποτυχημένης απόπειρας πραξικοπήματος του καλοκαιριού.
Δύσκολα μπορεί κάποιος να φανταστεί την Τουρκία να γίνεται πιο δημοκρατική, αν ο σημερινός πρόεδρος αποκτήσει περισσότερες εξουσίες. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει καταδικάσει τη συγκέντρωση εξουσιών στην τουρκική προεδρία και έχει χαρακτηρίσει τις προτεινόμενες αλλαγές “υπερβολικές”.
Με ποιο τρόπο θα επηρεάσει τη θέση της Τουρκίας στην Ευρώπη;
Όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα, το διάστημα πριν από τη διεξαγωγή του έχει πλήξει σημαντικά τις σχέσεις της Τουρκίας με την υπόλοιπη Ευρώπη. Η τουρκική κυβέρνηση παρακολουθούσε τούρκους πολίτες που ζουν σε ευρωπαϊκές χώρες και ο Ερντογάν κατηγόρησε για “ναζιστικές πρακτικές” τη γερμανίδα καγκελάριο Άγγελα Μέρκελ και άλλους ευρωπαίους ηγέτες.
Αυτό από μόνο του αρκεί να βάλει στον πάγο την ήδη τελματωμένη προσπάθεια ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ. Και αν επικρατήσει το ‘ναι’ στο δημοψήφισμα, οι επικριτές του Ερντογάν είναι βέβαιο ότι θα υποστηρίξουν πως η Τουρκία δεν ικανοποιεί τα απαιτούμενα κριτήρια ένταξης ως προς τη δημοκρατική σταθερότητα.
Το ΝΑΤΟ ωστόσο είναι ένα άλλο ζήτημα. Παρά τις κάποιες μεμονωμένες εκκλήσεις να εκδιωχθεί η χώρα από τη στρατιωτική συμμαχία, υπάρχουν πολλά κοινά συμφέροντα ώστε να θεωρείται αυτό πιθανό. Επιπλέον, η Δυτική Ευρώπη χρειάζεται τη συνεργασία της Τουρκίας για να ελέγξει την προσφυγική ροή από τη Μέση Ανατολή στην Ευρώπη.
Ποιο θα είναι το αποτέλεσμα
Αυτή τη στιγμή δεν είναι εύκολο να μαντέψει κάποιος. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μεγάλο αριθμό αναποφάσιστων–10%– κάτι που μπορεί να κρίνει και το αποτέλεσμα. Επιπλέον, οι δημοσκοπήσεις έχουν μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ τους, μια ακόμη ένδειξη της πόλωσης του εκλογικού σώματος.
ΠΗΓΕΣ: Deutche Welle, The Guardian