Γράφει ο Γιώργος Σερφιώτης
Ουδείς μπορεί με σιγουριά να προβλέψει τη συνέχεια καθώς πολλές φορές διεργασίες τόσο εσωτερικής, όσο και εξωτερικής πολιτικής εμπεριέχουν και στοιχεία αναπάντεχου, είμαστε όμως ξεκάθαρα πλέον σε περίοδο διεθνών ανακατατάξεων, που επηρεάζουν σημαντικά και την Ελλάδα.
Παρότι στα δελτία ειδήσεων και στην καθημερινή αρθρογραφία της τελευταίας περιόδου κυριαρχούν οι εκκεντρικά ανησυχητικές ατάκες του νεοεκλεγέντος Προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, οι προεκλογικές καμπάνιες σε Γερμανία και Γαλλία, καθώς και οι αμφίβολες εξελίξεις του Brexit, ένα κρίσιμο στοιχείο είναι κοινό και γίνεται αντιληπτό μόνο σε δεύτερη ανάλυση. Το στοιχείο αυτό έχει να κάνει με την επίδραση στις όποιες εξελίξεις του ρωσικού παράγοντα και εν τέλει τη διαφαινόμενη αναθεώρηση της έως σήμερα κατάστασης ισορροπίας, ακόμα και προβληματικής, που υπήρχε.
Προάγγελος της ανισορροπίας
Ήταν μεταξύ Φεβρουαρίου και Σεπτεμβρίου του 2014, όταν η εσωτερικές αναταραχές στην Ουκρανία έδωσαν την αφορμή στη Ρωσία να μετακινήσει στρατεύματά της για να καταλάβει τη Χερσόνησο της Κριμαίας, με στόχο τη «διασφάλιση της ασφάλειας των ρωσόφιλων» κατοίκων της. Ήταν κίνηση-προάγγελος, πως το παλαιό πλέον σημείο ισορροπίας Δύσης και Ρωσίας, είχε φτάσει στο τέλος του.
Η τότε αμήχανη και εν τέλει αρκετά χλιαρή, καθώς έμεινε μόνο σε οικονομικές κυρώσεις, απάντηση της ΕΕ που δεν πίστευε την ξαφνική δραματική εξέλιξη που έπρεπε να αντιμετωπίσει, συμπληρωνόταν και από την εξίσου διστακτική απάντηση των ΗΠΑ. Ο τότε Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, του οποίου η μη συμπάθεια προς τον Πρόεδρο της Ρωσίας Πούτιν ήταν ήδη γνωστή, αντέδρασε αρκετά σπασμωδικά και πιθανώς ενοχικά, καθότι διπλωμάτες των ΗΠΑ είχαν εμπλακεί με όχι και τα καλύτερα αποτελέσματα στην εσωτερική κρίση της Ουκρανίας που είχε προηγηθεί.
Το δεύτερο «καμπανάκι» αφύπνισης
Μια κίνηση που ενδεχομένως ήταν ακόμα πιο σημαντική στη σκακιέρα των διεθνών πολιτικών ισορροπιών, ήταν η κίνηση της Ρωσίας να παρέμβει ενεργά και ουχί μόνο διπλωματικά στη Συρία. Ενώ η εσωτερική διαμάχη στη Συρία βρισκόταν στο σημείο ολοκληρωτικού εμφυλίου και παράλληλα με την εμφάνιση της απειλής του Ισλαμικού Κράτους, ο Πούτιν επέλεξε να δώσει ξεκάθαρο δείγμα γραφής των προθέσεών του για το μέλλον, αυτή τη φορά όχι δίπλα στα σύνορά του, αλλά στη Μεσόγειο.
Η αποφασιστική στρατιωτική δράση της Ρωσίας στη Συρία ήταν επίσης ένα ξεκάθαρο στοιχείο, ότι η αυτοπεριορισμένη και εγκρατής παλαιά υπερδύναμη είχε μπει πλέον σε νέα φάση. Πλέον η Ρωσία δείχνει να θέλει πρώτη εκείνη να διαμορφώσει τις νέες διεθνείς συνθήκες ισορροπίας (ή μη) και όχι να ακολουθεί τις εξελίξεις. Το αν θα καταφέρει να το πετύχει, σίγουρα δεν επαφίεται μόνο στις δικές τις πρωτοβουλίες, αλλά και στις επιλογές των υπόλοιπων δρώντων διεθνώς, καθώς επίσης και σε πιθανά αναπάντεχα σημεία καμπής.
NYT: Ο Μπάιντεν άναψε το πράσινο φως στην Ουκρανία για να χτυπήσει τη Ρωσία με πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς
Η ενεργοποίηση του «ντόμινο»
Αναμφίβολα, η εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές των ΗΠΑ ήταν η εξέλιξη που έθεσε σε κίνηση ένα παγκόσμιο ντόμινο, τόσο στις διεθνείς σχέσεις, όσο και στις εσωτερικές διεργασίες κρατών. Ήταν φανερό άλλωστε τόσο από τη ρητορική του ίδιου, όσο και από τις διαφαινόμενες συμμαχίες που ανέπτυσσε τουλάχιστον στο επικοινωνιακό πεδίο, πως ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων ήθελε να φέρει σοβαρές αλλαγές όχι μόνο στη λειτουργία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, αλλά και στη στρατηγική των ΗΠΑ στο πεδίο των διεθνών σχέσεων.
Εν ολίγοις, ο ίδιος ο Τραμπ κήρυττε την καθολική αλλαγή νοοτροπίας και πολιτικής και έτσι το ποντάρισμα πολλών διεθνώς ήταν πως οι αλλαγές αυτές θα ήταν τόσο σαρωτικές, που θα ενεργοποιούσαν μια κατάσταση «δημιουργικού χάους». Έχει επέλθει ήδη; Όχι ακόμα είναι η απάντηση, αν και βαδίζουμε με πάθος προς μια τέτοια εξέλιξη. Η γνωστή πλέον δήλωση του πως το «ΝΑΤΟ είναι πλέον παρωχημένο», καταδεικνύει τη δυναμική αλλαγή, έστω στο επίπεδο των λόγων, αν όχι των έργων που απομένει να το διαπιστώσουμε.
Είναι ζήτημα που άπτεται μόνο των επιλογών του νέου πλανητάρχη; Και πάλι η απάντηση είναι αρνητική. Τόσο ο Βλάντιμιρ Πούτιν, όσο και οι Ευρωπαίοι ηγέτες, με τις επιλογές τους καθορίζουν την ταχύτητα και τη δυναμική αυτού του ντόμινο που αναδιαμορφώνει τις ισορροπίες συνολικά. Επίσης, δεν πρέπει να παραβλέπουμε και τις εξελίξεις στη Νοτιοανατολική Ασία, καθώς εκεί η Κίνα σιωπηλά αλλά σταθερά, αναβαθμίζει το επίπεδο των δράσεών της.
Η ευρωπαϊκή αστάθεια
Είναι αλήθεια πως τα τελευταία χρόνια πληθαίνουν οι φωνές που επικρίνουν την Ευρωπαϊκή Ένωση για τον τρόπο λειτουργίας της και για τις στρατηγικές επιλογές της. Όσο υπέρμαχος λοιπόν και αν δηλώνει κανείς, δεν γίνεται να αγνοηθεί πως όπου υπάρχει τόσος καπνός, σίγουρα υπάρχει και κάποια φωτιά.
Σταχυολογώντας τα σημεία εκείνα στην πρόσφατη διαδρομή της ΕΕ που προσθετικά φαίνεται να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανισορροπία που βρίσκεται σε εξέλιξη εντοπίζουμε τα εξής: Η πολυετής οικονομική κρίση που άφησε βαθιά σημάδια σε όλη την Ένωση, η αδυναμία δυναμικής και συντεταγμένης αντιμετώπισης της Ουκρανικής κρίσης και του ρωσικού παράγοντα σε αυτήν, το σαρωτικό ζήτημα του μεταναστευτικού που συνδυαζόμενο με την προσφυγική κρίση επηρέασε και θα συνεχίσει να επηρεάζει την ευρωπαϊκή ήπειρο, η αναπάντεχη επικράτηση του Brexit με επιπλοκές που είναι ακόμα άγνωστες καθώς τίποτα δεν έχει διευκρινιστεί και τέλος οι καθοριστικές εκλογές που έπονται σε αρκετά ευρωπαϊκά κράτη το αμέσως επόμενο διάστημα.
Μέσα στο προαναφερθέν πεδίο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσπαθεί να χαράξει στρατηγική και αν μη τι άλλο να παρουσιάσει τα πιθανά σενάρια για το μέλλον της Ένωσης, παρουσιάζοντας ένα «white paper» με πέντε σενάρια, πάνω στα οποία προφανώς θα κληθούν να τοποθετηθούν όλοι ανεξαιρέτως. Αξίζει βεβαίως να σημειωθεί πως το οικοδόμημα της ΕΕ δεν φτιάχτηκε εν μια νυκτί, ούτε προόδευσε με αυτόματο πιλότο, αλλά αναπροσαρμόζεται και εξελίσσεται ως απάντηση στις πιέσεις και τις προκλήσεις των καιρών.
Δικαιολογία υπέρ της Ελλάδος
Αποτελεί κοινό τόπο πως η χώρα μας βρίσκεται σε εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση, πιεζόμενη τόσο οικονομικά, όσο και στο διεθνές πεδίο με το μεταναστευτικό και προσφυγικό να αποτελούν διαρκώς φλέγον ζήτημα και τη γείτονα χώρα σε σχεδόν σε κατάσταση «αψυχολόγητου αμόκ» ανά πάσα στιγμή. Και όμως, οι συνθήκες αυτές, μπορούν να αποτελέσουν σοβαρότατη δικαιολογία και επιχείρημα για τη χώρα ώστε να διεκδικήσει μια σειρά από στρατηγικές επιλογές.
Πρώτη και καλύτερη έρχεται η ανάγκη να θωρακιστούν τα ευρωπαϊκά σύνορα και να ελεγχθούν οι ροές μεταναστών και προσφύγων. Η καθολική αυτή απαίτηση του συνόλου των Ευρωπαίων, τους φέρνει αντιμέτωπους και με μια δική τους σοβαρή αδυναμία. Δεν έχουν πετύχει να ενισχύσουν τα ευρωπαϊκά σύνορα, που είναι και εθνικά σύνορα για εμάς, παρά τις συνεχείς διαβεβαιώσεις τους και οι εξελίξεις πιέζουν για επιτυχημένη δράση.
Παράλληλα η ξεκάθαρη απαίτηση της νέας ηγεσίας των ΗΠΑ, για τήρηση από όλα τα μέλη του ΝΑΤΟ της απαίτησης για κονδύλια 2% του ΑΕΠ στην άμυνα, βρίσκει την Ελλάδα σε πλεονεκτική θέση. Αυτό συμβαίνει καθώς η χώρα μας δαπανά ακόμα ποσοστό κοντά στο 2% και προηγείται σχεδόν του συνόλου των υπόλοιπων ευρωπαϊκών μελών του ΝΑΤΟ. Όσο και αν φαντάζει οξύμωρο, μπορούμε να διεκδικήσουμε την κεφαλαιοποίηση αυτής μας της συνέπειας προς τη Συμμαχία, ζητώντας βοήθεια σε στρατιωτικό εξοπλισμό και παραμονή των μονάδων του είτε σε αποστολή, είτε σε στάθμευση εντός των συνόρων, αναβαθμίζοντας έτσι την γεωστρατηγική μας θέση.
Μια τέτοια παρουσία, όπως συμβαίνει τους τελευταίους μήνες σε συγκεκριμένες περιοχές του Αιγαίου με το νατοϊκό στόλο, περιορίζει και δυσκολεύει την Τουρκία η οποία διαρκώς αναζητά για δικούς της εσωτερικούς αλλά και στρατηγικούς λόγους την ένταση. Οι παράγοντες της έντασης αυτής είναι πολυδιάστατοι με πλέον χαρακτηριστικούς τις εξελίξεις των διαπραγματεύσεων στο Κυπριακό, την πιθανώς οριστική λήξη του ευρωπαϊκού ονείρου της γείτονος ανάλογα τα εκλογικά αποτελέσματα στην Ευρώπη, το αμφίβολο αποτέλεσμα της στρατιωτικής εκστρατείας εντός Συριακού εδάφους, τις αβέβαιες σχέσεις με τις ΗΠΑ και το πιθανό φλερτ με τη Ρωσία, καθώς επίσης και με το επικείμενο δημοψήφισμα το αποτέλεσμα του οποίου δύναται να αλλάξει πλήρως την εσωτερική κατανομή δυνάμεων.
Βαδίζοντας στο αύριο
Προχωρώντας στην επόμενη μέρα και αντιμετωπίζοντας μία μία τις προκλήσεις των καιρών, το μόνο σίγουρο είναι πως η όποια διστακτικότητα των Ευρωπαίων ηγετών, απαντάτε από τη μεριά του Πούτιν με «raise» (ανέβασμα του πονταρίσματος) στα σημεία και τις διεκδικήσεις, ενώ η νέα διοίκηση των ΗΠΑ υπό τον Ντ. Τραμπ μένει να αποδειχθεί εάν όντως είναι προσκολλημένη στον Πούτιν όπως θέλουν οι φήμες των διεθνών συνωμοσιολόγων ή εάν θα αποδειχθεί πραγματικά τόσο σαρωτική που θα προκαλέσει το πολυπόθητο για πολλούς «δημιουργικό χάος».