Στις 10 Νοεμβρίου, η κυβέρνηση του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, ενημέρωσε επίσημα το Κογκρέσο ότι σκοπεύει να προχωρήσει στην πώληση όπλων αξίας ύψους 23 δισ. δολ. προς τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Η συμφωνία περιλαμβάνει 50 αεροσκάφη F-35 και 18 αεροσκάφη Reaper MQ-9 (φωτό), καθώς και πυρομαχικά αέρος-αέρος και αέρος-εδάφους.
ΑΝ ΚΑΙ οι περιφερειακές πολιτικές των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων θα αντιμετωπίσουν μεγαλύτερη και προσεκτικότερη εξέταση υπό τον εκλεγμένο πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζο Μπάιντεν, η συμφωνία για τα όπλα είναι απίθανο να καταρρεύσει πλήρως, αφ’ ης στιγμής αναλάβει τα καθήκοντά του τον Ιανουάριο. Σε σύγκριση με τον Τραμπ, ο Μπάιντεν ήταν πιο επικριτικός για το ιστορικό στα ανθρώπινα δικαιώματα και την περιφερειακή συμπεριφορά των κρατών του Αραβικού Κόλπου, γεγονός που θα μπορούσε να επηρεάσει τις μελλοντικές πωλήσεις όπλων στην περιοχή. Η ομάδα μετάβασης του Μπάιντεν, ωστόσο, δεν έχει ακόμη δηλώσει ότι θα αποσυρθεί από τη συγκεκριμένη συμφωνία όπλων με το Αμπου Ντάμπι. Ωστόσο, ο Μπάιντεν μπορεί να αποφασίσει να αλλάξει τους όρους της συμφωνίας, καθώς η κυβέρνησή του δουλεύει προκειμένου να απομακρυνθεί από την προσέγγιση του Τραμπ στη Μέση Ανατολή και η οποία βασιζόταν περισσότερο στις συναλλαγές.
Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ για τα όπλα με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα μπορεί να εμποδιστεί μόνο κατά τη διάρκεια της νομοθετικής περιόδου που πλησιάζει στο τέλος της στην Ουάσιγκτον, στην περίπτωση που και τα δύο Σώματα του Κογκρέσου προβάλλουν εντάσεις, κάτι που, ωστόσο, είναι απίθανο εξαιτίας του σημερινού ελέγχου της Γερουσίας από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα.
Ισραήλ: Δύο φωτοβολίδες έπεσαν μπροστά από το σπίτι του Μπενιαμίν Νετανιάχου στη Καισάρεια
Στο πλαίσιο της συμφωνίας εξομάλυνσης με το Αμπου Ντάμπι, το Ισραήλ άφησε κατά μέρος τις αντιρρήσεις του για τις πωλήσεις προηγμένων όπλων στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Οι υποσχέσεις για μελλοντική αμερικανική βοήθεια και η επιθυμία να ανταμείψουν τα κράτη του Αραβικού Κόλπου που προχωρούν στην εξομάλυνση των σχέσεών τους με το Ισραήλ βοήθησαν να πείσουν την ισραηλινή ηγεσία να μην κάνουν χρήση της ουσιαστικής επιρροής τους στο Αμερικανικό Κογκρέσο για την ανατροπή της συμφωνίας. Οι συμφωνίες όπλων χρειάζονται πολύ χρόνο για να ολοκληρωθούν, πράγμα που σημαίνει ότι ο Μπάιντεν θα αναλάβει τη διαδικασία όταν ορκιστεί στις 20 Ιανουαρίου.
ΟΙ ΗΠΑ μπορεί να χρησιμοποιήσουν την ισχύ τους με τις πωλήσεις προηγμένων όπλων για να αποτρέψουν τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να αγοράσουν όπλα από την Κίνα ή τη Ρωσία. Αλλά καθώς το Αμπου Ντάμπι συνεχίζει τη στρατηγική του για διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας όπλων, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων πιθανότατα θα ελέγξει μέχρι ποιου σημείου θα μπορούσε να αναπτύξει τις αμυντικές της σχέσεις με τη Μόσχα και το Πεκίνο χωρίς να υπάρξουν σοβαρές συνέπειες από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η έλλειψη ενδιαφέροντος εκ μέρους των Ηνωμένων Πολιτειών για τη δημιουργία μιας κρίσης με την Τουρκία σχετικά με την αγορά του πυραυλικού συστήματος των S-400 από τη Ρωσία μπορεί να ενθαρρύνει τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να δοκιμάσουν πόσο έχουν τη δυνατότητα να διαφοροποιηθούν χωρίς άμεσες συνέπειες από την Ουάσιγκτον. Από την πλευρά τους, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι, επίσης, πιθανό να συνεχίσουν να αναζητούν εξαγωγές όπλων για να ενισχύσουν τις πολιτικά και οικονομικά σημαντικές αμυντικές τους εταιρίες.
ΟΙ ΗΠΑ αντιτίθενται στις πωλήσεις προηγμένων όπλων της Κίνας και της Ρωσίας στους βασικούς συμμάχους τους στη Μέση Ανατολή, επειδή φοβούνται ότι τέτοιες πωλήσεις θα αποδυναμώσουν την επιρροή των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή και θα ανοίξουν ενδεχομένως στη Μόσχα και το Πεκίνο ένα παράθυρο στην κατασκοπεία της στρατιωτικής τεχνολογίας των Ηνωμένων Πολιτειών. Οταν τον Ιούλιο του 2019 η Τουρκία δέχτηκε την παράδοση του πυραυλικού συστήματος των S-400 της Ρωσίας, η Ουάσιγκτον απομάκρυνε την Τουρκία από το προηγμένο πρόγραμμα των F-35 ως αντίποινα. Ωστόσο, η κυβέρνηση Τραμπ καθυστέρησε να επιβάλει ευρείες κυρώσεις στην Αγκυρα, σύμφωνα με τον νόμο για την αντιμετώπιση αντιπάλων της Αμερικής μέσω κυρώσεων (CAATSA), καθώς επιχειρεί να διαπραγματευτεί μια λύση στο αδιέξοδο των S-400.
Από την έντυπη έκδοση