Σύμφωνα με την ανάλυση της αμερικάνικης εφημερίδας, οι νέες απόπειρες του Ισλαμικού Κράτους να σπείρει τον τρόμο στην Ευρώπη έχουν φέρει τις αντιτρομοκρατικές υπηρεσίες στα όριά τους και έχουν εξαναγκάσει τους πολίτες αλλά και τους ηγέτες της ΕΕ να αποδεχτούν το γεγονός ότι πλησιάζει μία εποχή όπου η τρομοκρατία θα είναι κομμάτι της ζωής μας, και όχι η εξαίρεση στον κανόνα.
«Οι ηγέτες της ΕΕ δηλώνουν ότι έχουν απομακρύνει τα εμπόδια στην επικοινωνία μεταξύ των υπηρεσιών ασφαλείας και ότι έχουν ενισχύσει τους συνοριακούς ελέγχους, μετά από έναν χρόνο τρομοκρατικών επιθέσεων με αποκορύφωμα την πιο πρόσφατη στη χριστουγεννιάτικη αγορά του Βερολίνου» επισημαίνει το αμερικανικό δημοσίευμα. Όμως, το γεγονός ότι για μια ακόμη φορά τα προειδοποιητικά σημάδια αγνοήθηκαν, εγείρει ερωτήματα για το εάν οι αλλαγές που έχουν συντελεστεί είναι αρκετές για να αποτραπεί η επανάληψη ενός μπαράζ τρομοκρατικών επιθέσεων, όπως εκείνο που σημάδεψε το 2016.
Ενδεικτικά αναφέρονται οι βομβιστικές επιθέσεις στις Βρυξέλλες, η δολοφονική πορεία του φορτηγού στη Νίκαια και τα τραγικά περιστατικά στη Γαλλία και το Μόναχο.
Το κάλεσμα των ηγετών του ISIS προς τους υποστηρικτές της οργάνωσης, να σχεδιάσουν και να εκτελέσουν τα δικά τους ανεξάρτητα χτυπήματα εναντίον της Ευρώπης, δεν προμηνύουν τίποτα καλό για τις προσπάθειες αναχαίτισης της βίας, επισημαίνουν αξιωματούχοι και αναλυτές, με δεδομένα τα πρακτικά εμπόδια που υπάρχουν στη διαρκή παρακολούθηση της τεράστιας «δεξαμενής» πιθανών τρομοκρατών.
Η αλλαγή τακτικής των τρομοκρατών υποδεικνύει ότι οι αρμόδιες αρχές μπορεί να τα καταφέρνουν στην αποτροπή μεγαλύτερων επιθέσεων, όμως όλα δείχνουν ότι οι μικρότερης κλίμακας επιθέσεις είναι αναπόφευκτες.
Ντόναλντ Τραμπ: Ανακοίνωσε τηλεγιατρό, επικεφαλής του CDC και νέο υπουργό Οικονομικών
«Βλέπουμε πώς τα τρομοκρατικά δίκτυα δυσκολεύονται πλέον πολύ περισσότερο να σχεδιάσουν επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας», δήλωσε στην αμερικανική εφημερίδα ο Μοχάμαντ Μαχμούντ Ουλντ Μοχαμεντού, υποδιευθυντής του Κέντρου Πολιτικής Ασφάλειας της Γενεύης. Η επίθεση στο Βερολίνο «δεν είναι απαραίτητα το αποτέλεσμα αποτυχίας των υπηρεσιών πληροφοριών, αφού ανάλογα χτυπήματα μπορούν να συμβούν παντού, εκτός αν αρχίσεις να παρακολουθείς τους πάντες», συμπληρώνει ο ίδιος.
Επιθέσεις όπως αυτή του Βερολίνου απαιτούν ελάχιστη προετοιμασία ή υποστήριξη, κάτι που σημαίνει ότι οι αρχές έχουν ελάχιστες πιθανότητες να «μυριστούν» τους δράστες έγκαιρα, ακόμη κι αν αν είναι ύποπτοι για τρομοκρατική δράση. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Ανίς Αμρί, του Τυνήσιου δράστη που παρακολουθούνταν από τις γερμανικές αρχές πριν από το χτύπημα του Βερολίνου.
Όπως επισημαίνει η Washington Post, τα ανοιχτά σύνορα της Ευρώπης διευκολύνουν τις μετακινήσεις των εν δυνάμει τρομοκρατών. Αυτό επιβεβαιώνεται εξάλλου από την επιτυχημένη διαφυγή του Αμρί με τρένο από τη Γερμανία και το γεγονός ότι διένυσε εκατοντάδες χιλιόμετρα προτού τελικά πέσει νεκρός εχθές στο Μιλάνο, από πυρά αστυνομικών.
«Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το γεγονός ότι ο κίνδυνος υπάρχει. Ποτέ δεν θα εκμηδενιστεί ο κίνδυνος», δήλωσε αυτή την εβδομάδα σε δημοσιογράφους ο Τζούλιαν Κινγκ, επικεφαλής αξιωματούχος της ΕΕ για ζητήματα ασφαλείας, ανακοινώνοντας μέτρα για τον περιορισμό της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. «Αυτό που μπορούμε και πρέπει να κάνουμε είναι να συνεχίσουμε να μειώνουμε τον κίνδυνο των επιθέσεων όσο το δυνατόν περισσότερο», συμπλήρωσε.
Η οδυνηρή συχνότητα των επιθέσεων έχει ενισχύσει την υποστήριξη των ακροδεξιών πολιτικών, που ζητούν την επαναφορά των εθνικών συνόρων και τον περιορισμό των προσφυγικών ροών προς την Ευρώπη, βήματα που υπονομεύουν το ίδιο το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι επικριτές αυτής της προσέγγισης απαντούν ότι τέτοιες προτάσεις μπορούν να πυροδοτήσουν περαιτέρω εντάσεις και να ενισχύσουν τη ριζοσπαστικοποίηση.
Την ίδια στιγμή, οι αναλυτές υποδεικνύουν ίσως τη μεγαλύτερη αδυναμία του αντιτρομοκρατικού μετώπου της Ευρώπης, η οποία δεν είναι άλλη από τα «κενά» στην επικοινωνία των μυστικών υπηρεσιών των κρατών-μελών. Χωρίς αυτά τα κενά θα μπορούσαν να είχαν αποτραπεί αρκετές επιθέσεις, επισημαίνει το δημοσίευμα, τονίζοντας ότι ακόμα και οι κοινές πληροφορίες των Ευρωπαίων για απειλές ασφαλείας είναι διασκορπισμένες σε διάφορες βάσεις δεδομένων, κάτι που δυσχεραίνει την πρόσβαση σε αυτές.