Βάσει της κοινής ανακοίνωσης, ο νέος κολοσσός θα έχει αξία 45 δισ. ευρώ, με διοικητικά κέντρα σε Παρίσι, Μιλάνο και Νέα Υόρκη, ενώ επικεφαλής εκτελεστικός αξιωματούχος θα είναι ο Κάρλος Ταβάρες, της Peugeot και πρόεδρος το αφεντικό της Fiat-Chrysler, Τζον Ελκάν. Η ιταλική πλευρά θα διαθέτει 6 θέσεις στο 11μελές Δ.Σ. έναντι 5 της γαλλικής, ενώ παρόντες εμμέσως θα είναι και οι… Κινέζοι, χάρις στις μετοχές που κατέχει στην Peugeot η Dongfeng Motors. Σε περίπτωση, πάντως, που οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές φέρουν αντιρρήσεις οι Κινέζοι είναι πρόθυμοι να πουλήσουν το μερίδιό τους, σημείωσαν τραπεζικές πηγές στο πρακτορείο Reuters.
Στο πλαίσιο της συμφωνίας, η FCA θα πληρώσει ειδικό μέρισμα 5,5 δισ. ευρώ στους μετόχους της και θα τους χορηγήσει μετοχές σε μια ρομποτική μονάδα παραγωγής. Αντιστοίχως, η PSA θα μοιράσει στους δικούς της το 46% που κατέχει στην προμηθευτική εταιρία Faurecia.
Το σχέδιο φαντάζει ιδιαίτερα φιλόδοξο, καθώς προβλέπει την πώληση 9 εκατομμυρίων αυτοκινήτων το χρόνο, σε μια εποχή που όλες οι αυτοκινητοβιομηχανίες αντιμετωπίζουν μείωση των πωλήσεών τους και δυσκολία να προσελκύσουν τις κατάλληλες επενδύσεις για τη δημιουργία ηλεκτροκίνητων και αυτοκινούμενων (χωρίς οδηγό) οχημάτων, φιλικών στο περιβάλλον.
Πολύ πρόσφατη άλλωστε (λιγότερο από πέντε μήνες) είναι η αποτυχία του περίφημου mega-deal της γαλλικής αυτοκινητοβιομηχανίας Peugeot- Renault.
Ανάλογες δυσκολίες αναμένεται να αντιμετωπίσει και ο «γάμος» PSA-FCA. Οχι μόνο λόγω του στενού μαρκαρίσματος των αρχών ανταγωνισμού της Ε.Ε. και των κυβερνήσεων σε Ρώμη και Παρίσι, αλλά και από τα γαλλοϊταλικά συνδικάτα, που φοβούνται ότι η γέννηση της νέας εταιρίας θα συνοδευτεί από σημαντικές περικοπές στην εργατική δύναμη 400.000 ατόμων (!) που δουλεύουν αυτή τη στιγμή στην αλυσίδα παραγωγής των δύο αυτοκινητοβιομηχανιών.
Οι υπεύθυνοι δεσμεύτηκαν ότι η σχεδιαζόμενη, ετήσια εξοικονόμηση 3,7 δισ. ευρώ θα γίνει χωρίς απολύσεις. Ομως τα συνδικάτα έχουν λόγους να ανησυχούν – ιδίως στην Ιταλία, όπου πολλές μονάδες παραγωγής της Fiat είναι ίδιας τεχνολογίας και προδιαγραφών με αυτές της Peugeot, άρα μπορεί να κριθούν περιττές. Επίσης υπάρχει το κακό προηγούμενο της ευρείας χρήσης του ταμείου ανεργίας για τους εργαζομένους που ίδρυσε η δυναστεία των Ανιέλι. Ηδη η Fiat μετά τη συγχώνευση με την Chrysler έριξε μεγάλο βάρος στην παραγωγή στις ΗΠΑ, ενώ αποφάσισε να μεταφέρει την έδρα της στην Ολλανδία για φορολογικούς λόγους.
Οι Γάλλοι εργαζόμενοι βρίσκονται σε καλύτερη μοίρα, λόγω του μεριδίου 12% που κατέχει στην Peugeot το γαλλικό κράτος. Πράγματι, ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών, Μπρινό Λεμέρ, διαβεβαίωσε πως η κυβέρνησή του θα προστατεύσει τα γαλλικά συμφέροντα, με ιδιαίτερη προσοχή στη διαφύλαξη του «βιομηχανικού αποτυπώματος» της νέας εταιρίας στη Γαλλία. Στην Ιταλία όμως, όπως επισημαίνει η «Deutsche Welle», δεν υπάρχουν πλέον ανάλογες εγγυήσεις, μολονότι ο κλάδος του αυτοκινήτου απασχολεί 250.000 εργαζομένους και παράγει το 5,6% του ΑΕΠ. Τους φόβους ενίσχυσε ο υπουργός Βιομηχανίας, Στέφανο Πατουανέλι, με τη δήλωση ότι «η συμφωνία είναι καλό νέο, υπό τον όρο ότι δεν θα επηρεάσει τις θέσεις εργασίας στην Ιταλία» (!)
Ανησυχίες στους Ιταλούς εργαζομένους προκαλεί και η προϊστορία του ισχυρού άνδρα του ομίλου, Κάρλος Ταβάρες, που το 2017 έφερε στα ίσα του τον ισολογισμό της Opel με δραστικές περικοπές σε βιομηχανικές μονάδες και θέσεις εργασίας σε Γερμανία και Γαλλία. Επανάληψη της ίδιας συνταγής στην Ιταλία θα πυροδοτήσει μεγάλες αντιδράσεις.
Οι αναλυτές συμφωνούν ότι η γαλλική πλευρά είναι εκείνη που αναλαμβάνει το μεγαλύτερο ρίσκο, κάτι που φάνηκε από την άνοδο-ρεκόρ 11% των μετοχών της FCA και την αντίστοιχη βουτιά του χαρτιού της PSA κατά 14%!
Στην ουσία, οι δύο εταιρίες είναι σε μεγάλο βαθμό «παγκοσμιοποιημένες», καθώς ο όμιλος PSA κατέχει εκτός από την Peugeot και τη Citroen. Σε αυτές μετά τη συγχώνευση θα προστεθούν οι κάτωθι «δυνατές» μάρκες: Fiat, Jeep, Dodge, Ram, Chrysler, Alfa Romeo, Maserati, DS, Opel και Vauxhall. Τα οχήματα της τελευταίας κατασκευάζονται στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου οι 3.000 Βρετανοί εργαζόμενοι έχουν ήδη αρχίσει να ανησυχούν για το μέλλον τους και για την τύχη της εγκατάστασης.
«Φοβάμαι ότι αν προχωρήσει η συγχώνευση μπορεί να θυσιαστεί το εργοστάσιο του Ελσμιρ Πορτ για να εξοικονομηθούν πόροι, με δικαιολογία την αβεβαιότητα του Brexit», τόνισε ο Ντέιβιντ Μπέιλι, καθηγητής στη Σχολή Επιχειρήσεων του Μπέρμιγχαμ.
Το τελικό κείμενο της συμφωνίας αναμένεται να υπογραφεί μέσα στις επόμενες εβδομάδες, ενώ στόχος του νέου γίγαντα είναι να εξασφαλίσει τζίρο 170 δισ. ευρώ, με εταιρικά κέρδη άνω των 10 δισ.
Από την έντυπη έκδοση