Ο θάνατος του Έρικ Τόρελ τον περασμένο Αύγουστο προκάλεσε την κατακραυγή της κοινής γνώμης.
Οι αστυνομικοί πυροβόλησαν 25 φορές εναντίον του Τόρελ, ο οποίος είχε τη νοητική ηλικία ενός τρίχρονου παιδιού, καθώς πίστεψαν πως το παιχνίδι ήταν πραγματικό όπλο.
Ο Τόρελ χτυπήθηκε από τρεις σφαίρες. Δύο από τις σφαίρες, περιλαμβανομένης εκείνης που τον σκότωσε, τον βρήκαν στην πλάτη.
Δύο από τους αστυνομικούς κατηγορήθηκαν για ανάρμοστη συμπεριφορά και ο τρίτος για πρόκληση θανάτου. Ο εισαγγελέας είχε προτείνει την επιβολή προστίμου σε βάρος των δύο αστυνομικών και μια ποινή φυλάκισης με αναστολή και πρόστιμο σε βάρος του αστυνομικού που κατηγορήθηκε ότι σκότωσε τον Τόρελ.
Οι κατηγορούμενοι αρνήθηκαν ότι διέπραξαν οποιαδήποτε αξιόποινη πράξη.
Μαγδεμβούργο: Η Σαουδική Αραβία είχε ζητήσει την έκδοση του δράστη της πολύνεκρης επίθεσης
Το δικαστήριο επισήμανε σε μια ανακοίνωση πως οι αστυνομικοί πίστεψαν πως βρίσκονταν αντιμέτωποι με σοβαρό κίνδυνο και δεν μπορεί να αποσαφηνιστεί με ποια σειρά τον χτύπησαν οι σφαίρες ή η ακολουθία των κινήσεών του θύματος.
«Σε γενικές γραμμές, ο εισαγγελέας δεν απέρριψε το επιχείρημα της θεωρούμενης αυτοάμυνας και η βία που χρησιμοποιήθηκε δεν θεωρείται προδήλως αδικαιολόγητη» τονίζεται σε μια ανακοίνωση του δικαστηρίου.
Ο εισαγγελέας αναγνώρισε κατά τη διάρκεια της δίκης ότι οι αστυνομικοί διατηρούσαν το δικαίωμα να ανοίξουν πυρ, όμως ότι θα έπρεπε να είχαν σταματήσει όταν ο Τόρελ γύρισε την πλάτη του σε αυτούς.
Προς το παρόν, ο εισαγγελέας δεν έχει αποφασίσει εάν θα εφεσιβάλει την απόφαση.
Οι συνήγοροι των κατηγορουμένων κάλεσαν να καταθέσει ως μάρτυρας ένας ειδικός στο στρες για να υποστηρίξει ότι η κατάσταση ήταν τόσο αγχωτική, που οι αστυνομικοί δεν θα έπρεπε να κριθούν ένοχοι.
Παρά την κατακραυγή την εποχή των γεγονότων, υπήρξαν ελάχιστες αντιδράσεις στην απόφαση.