Η Γερμανίδα Καγκελάριος, ανέφερε πως η ρητορική του μίσους έχει κάνει το έργο των κυβερνήσεων, ακόμη πιο δύσκολο στο να καταπολεμήσουν το φαινόμενο. Και χρησιμοποίησε ως παράδειγμα την χώρα της, λέγοντας πως όλα τα σχολεία, οι παιδικοί σταθμοί, αλλά και οι συναγωγές, φυλάσσονται πλέον, καθώς φοβούνται για τρομοκρατικά χτυπήματα.
«Πάντα είχαμε έναν ορισμένο αριθμό αντισημιτών ανάμεσά μας. Δυστυχώς, δεν υπάρχει, μέχρι σήμερα, ούτε μία συναγωγή, ούτε ένας βρεφονηπιακός σταθμός για εβραιόπουλα, ούτε ένα σχολείο για παιδιά Εβραίων που να μη χρειάζεται να φρουρείται από αστυνομικούς», είπε αρχικά η Καγκελάριος στο CNN και συνέχισε: «Δυστυχώς, όλα αυτά τα χρόνια, δεν μπορέσαμε να χειριστούμε το ζήτημα αυτό με ικανοποιητικό τρόπο».
Μοζαμβίκη: Τουλάχιστον 21 νεκροί σε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις το τελευταίο 24ωρο
«Στην Γερμανία πρέπει να προσέχουμε περισσότερο»
Για την παρουσία «αντισημιτικού αισθήματος» που έχει παρουσιάσει άνοδο τα τελευταία χρόνια, το σχόλιό της είχε αναφορά στην Γερμανία του Χίτλερ…
«Στη Γερμανία, προφανώς, αυτά τα φαινόμενα τα βλέπουμε σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, αυτό του παρελθόντος μας, που σημαίνει ότι πρέπει να επαγρυπνούμε πολύ περισσότερο από ότι άλλοι», είπε η Μέρκελ. Όσο για το αν μπορεί να καταπολεμηθεί αυτό το φαινόμενο, ξεκαθάρισε πως χρειάζεται πλέον, πολύ περισσότερη δουλειά.
«Υπάρχει δουλειά που πρέπει να γίνει. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε καταπρόσωπο το φάσμα του παρελθόντος μας, πρέπει να πούμε στους νέους ανθρώπους στη χώρα μας την ιστορία μας, τι έφερε σε εμάς και σε άλλους και να αφηγηθούμε αυτές τις φρικαλεότητες. Γιατί τασσόμαστε υπέρ της δημοκρατίας, γιατί προσπαθούμε να βρούμε λύσεις, γιατί πάντα προσπαθούμε να κατανοήσουμε τον άλλο. Το καθήκον έγινε δυσκολότερο, αλλά πρέπει να το φέρουμε σε πέρας», κατέληξε η Γερμανίδα Καγκελάριος.
Η ακροδεξιά παρουσιάζει άνοδο στην Γερμανία, κάτι που περίμεναν πως θα αποτυπωθεί και στις Ευρωεκλογές, στη χώρα. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ο αριθμός των αντισημιτικών εγκλημάτων στη Γερμανία αυξήθηκαν από 1.504 το 2017 σε 1.646 το 2018 (+10%), ενώ ο αριθμός των βίαιων εγκλημάτων αυτής της φύσης αυξήθηκε από 37 σε 62 την ίδια περίοδο.