Ο τραγουδιστής από το Έσεξ βρέθηκε από την αστυνομία το πρωί της Δευτέρας, αφότου ασθενοφόρο ανταποκρίθηκε μετά από ειδοποίηση για έναν άντρα που είχε χάσει τις αισθήσεις του.
«Κληθήκαμε μετά από κλήσεις για την υγεία ενός άντρα σε μια διεύθυνση στο Μπρουκ Χιλ, στο Νορθ Εντ, λίγο μετά τις 8:10 π.μ. τη Δευτέρα», ανέφερε σε ανακοίνωσή του εκπρόσωπος της αστυνομίας του Έσεξ.
«Βρεθήκαμε εκεί και δυστυχώς ένας 49χρονος άνδρας ανακοινώθηκε ότι πέθανε στο σημείο. Οι συγγενείς του έχουν ενημερωθεί. Ο θάνατος δεν αντιμετωπίζεται ως ύποπτος και ένας φάκελος θα προετοιμαστεί για τον ιατροδικαστή».
Ποιοι ήταν οι Prodigy
Οι Prodigy αναδείχθηκαν από την underground σκηνή του ρέιβ στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Το βρετανικό συγκρότημα σκαρφάλωσε στην πρώτη θέση των charts με τις επιτυχίες «Firestarter» και «Breathe».
Γύρω στο 1988, ο Λίαμ Χάουλετ σύχναζε στο club The Barn, ένα δημοφιλές rave στέκι. Εκεί, η αγάπη του για τη μουσική μεγάλωσε. Σε λιγότερο από δύο μήνες ξεκίνησε να παίρνει μέρος σε πάρτυ και πήρε τη δουλειά του DJ στο club.
Μια νύχτα, δύο νεαροί χορευτές, ο Κιθ Φλιντ και ο Λίροϊ Θόρνχιλ, χόρευαν εκεί καθώς ο Χάουλετ δούλευε ως DJ. Όταν τελείωσε, ο Φλιντ τον πλησίασε και του ζήτησε να γράψει μερικά remix των αγαπημένων του τραγουδιών. Ο Χάουλετ δέχτηκε, και έγραψε 4 κομμάτια στο B-side μιας κασέτας, πάνω στην οποία σημείωσε «The Prodigy». Το όνομα αυτό ήταν φόρος τιμής στο πρώτο του συνθεσάιζερ, που είχε το όνομα «Moog Prodigy».
Όταν ο Φλιντ και ο Θόρνχιλ άκουσαν την κασέτα, εντυπωσιάστηκαν από την ποιότητα όλων των τεσσάρων τραγουδιών. Την επόμενη φορά που πήγαν στο The Barn, ο Φλιντ ρώτησε τον Χάουλετ αν ενδιαφερόταν να σχηματίσουν γκρουπ, πράγμα που σήμαινε ότι αυτός θα έπαιζε τη μουσική του, και οι άλλοι δύο θα χόρευαν σε αυτή. Ο Χάουλετ δέχτηκε, και μαζί με τη χορεύτρια Sharky, σχημάτισαν τους Prodigy.
Η πρώτη συναυλία των Prodigy έγινε το 1990 στο Club Labyrinth στο Ντάλστον του Λονδίνου. Εκεί, ο Χάουλετ συνειδητοποίησε πως η μπάντα χρειαζόταν και έναν MC. Η αναζήτησή του αυτή τον οδήγησε σε έναν Άγγλο MC, τον Κιθ ή «Κίτι» Πάλμερ, γνωστό με το ψευδώνυμο Maxim Reality, τον οποίο τελικά και προσέλαβε. Σύμφωνα με τον ιδιοκτήτη του Club Laryrinth, Νιούτον Ντάνμπαρ, «το πρώτο τους ακόμα live πήγε καταπληκτικά» και όταν ήρθαν ξανά την επόμενη εβδομάδα, «ένα κοινό εκατοντάδων ατόμων τους περίμενε.»
Στα τέλη της ίδιας χρονιάς, ο Χάουλετ δέχτηκε μια πρόταση από την δισκογραφική εταιρία XL Recordings, να υπογράψει συμβόλαιο και να γράψει δικά του τραγούδια. Μέχρι να σιγουρευτεί ότι όλα θα πήγαιναν καλά, το έκρυψε από τα υπόλοιπα μέλη. Όταν επιβεβαιώθηκε όμως το ανακοίνωσε σε αυτούς, πράγμα που οδήγησε τη Sharky να αποχωρήσει από το γκρουπ γιατί, όπως είχε πει, δεν της άρεσε η ιδέα της μεταμόρφωσής του σε εμπορική επιχείρηση.
Ο Χάουλετ έπαιξε αρκετά κομμάτια σε μια συνάντηση με το αφεντικό της XL Records, Νικ Χαλκς. Έπειτα η XL Records πήρε το demo, και έβγαλε ένα βινύλιο 12″ το Φεβρουάριο του 1991. Κάπως έτσι κυκλοφόρησε το πρώτο single του συγκροτήματος, το What Evil Lurks, το οποίο έγινε κλασσικό στη rave μουσική σκηνή, ενώ επίσης ήταν ένα πολύ δημοφιλές βινύλιο και για τους συλλέκτες.
Έπειτα, έβγαλαν αρκετά ακόμη singles, μεταξύ των οποίων και τα Charly, Everybody in the Place, Fire και Jericho. Το πρώτο τους studio album βγήκε την ίδια χρονιά και είχε τον τίτλο Experience. Οι κριτικοί το αποθέωσαν και θεωρήθηκε το καλύτερο χορευτικό άλμπουμ της χρονιάς. Στις 4 Ιουλίου του 1994, κυκλοφόρησε και το δεύτερο άλμπουμ τους με τον τίτλο Music for the Jilted Generation, που χαρακτηρίστηκε ως πιο σκοτεινό από τον προκάτοχο του.
Το 1997 βγήκε το The Fat of the Land, που έγινε και η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία τους, ενώ ακόμη ειπώθηκε γι’ αυτό ότι έφερε την ηλεκτρονική και techno μουσική στο ευρύτερο αμερικάνικο κοινό. Μετά από ένα διάλειμμα 6 χρόνων, επιστρέφουν με ένα νέο single, το Baby’s got a Temper, που ήταν εντελώς διαφορετικό από την προηγούμενή τους δουλειά δείχνοντας το πιο επιθετικό πρόσωπο των Prodigy, και αργότερα οι ίδιοι το επικήρυξαν.
Το καλοκαίρι του 2004 κυκλοφόρησε το πιο αμφιλεγόμενο άλμπουμ τους, το Always Outnumbered, Never Outgunned. Το 2009 επέστρεψαν με το δίσκο Invaders Must Die, που είχε επίσης εμπορική επιτυχία. Η πιο πρόσφατη δουλειά τους είναι το άλμπουμ The Day Is My Enemy, που βγήκε το Μάρτιο του 2015.
Στούντιο άλμπουμ
Experience (1992)
Music for the Jilted Generation (1994)
The Fat of the Land (1997)
Always Outnumbered, Never Outgunned (2004)
Invaders Must Die (2009)
The Day Is My Enemy (2015)
No Tourists (2018)
Demo
What Evil Lurks (1991)
EP (Extended Play)
Baby’s got a Temper (2002)
Μίξεις
The Dirtchamber Sessions, Volume One (1999)
Συλλογές
Their Law: The Singles 1990–2005 (2005)
Live
World’s on Fire (2011)
Ντοκυμανταίρ
Electronic Punks (1995)