Η ίδια πηγή είπε ότι συζήτησαν την αναδιαμόρφωση των δυνάμεων ασφαλείας για την αντιμετώπιση μελλοντικών διαδηλώσεων.
Από τις ταραχές που ξέσπασαν στο Παρίσι πυρπολήθηκαν δεκάδες αυτοκίνητα, λεηλατήθηκαν καταστήματα και καταστράφηκαν ιδιωτικές οικίες και καφετέριες.
Σύμφωνα με τις τοπικές αρχές της γαλλικής πρωτεύουσας, πρόκειται για τις χειρότερες ταραχές που ξέσπασαν στο Παρίσι, από το 1968.
Ο αρχηγός του κράτους, επέστρεψε το πρωί της Κυριακής από τη σύνοδο κορυφής της G20 στην Αργεντινή, και συγκάλεσε σύσκεψη με τον πρωθυπουργό Εντουάρ Φιλίπ, τον υπουργό Εσωτερικών Κριστόφ Καστανέρ και τις «αρμόδιες υπηρεσίες» για να επιχειρηθεί να βρεθεί μια απάντηση σ’ ένα κίνημα που μοιάζει να έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο.
Το βράδυ του Σαββάτου, την ώρα που αυτοκίνητα καίγονταν στο κέντρο του Παρισιού, ο Εμανουέλ Μακρόν δήλωνε από το Μπουένος Άιρες πως «δεν θα δεχθεί ποτέ τη βία». Σύμφωνα με τον ίδιο, η βία αυτή «δεν έχει καμιά σχέση με την έκφραση ενός θεμιτού θυμού» για την αύξηση της τιμής των καυσίμων και τη μείωση της αγοραστικής δύναμης.
Η έκταση των βίαιων επεισοδίων, τα οποία προκάλεσαν τον τραυματισμό περίπου εκατό ανθρώπων, οδήγησαν τον Εντουάρ Φιλίπ να ματαιώσει το ταξίδι του στην Πολωνία για τη σύνοδο κορυφής για το κλίμα COP24. Χθες το βράδυ μετέβη σ’ ένα αστυνομικό τμήμα του Παρισιού για να ευχαριστήσει τις δυνάμεις της τάξης.
Η απάντηση της κυβέρνησης ήταν αρχικά αυστηρή. «Οι ένοχοι γι’ αυτές τις βιαιότητες δεν θέλουν αλλαγή, δεν θέλουν καμιά βελτίωση, θέλουν το χάος. Θα ταυτοποιηθούν και θα λογοδοτήσουν για τις πράξεις τους ενώπιον της δικαιοσύνης», τόνισε ο Εμανουέλ Μακρόν, ενώ ο Κριστόφ Καστανέρ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να κηρυχθεί κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Όμως η αντιπολίτευση και ένα μέρος των «κίτρινων γιλέκων», ενός ευμετάβλητου κινήματος χωρίς σαφώς προσδιορισμένη δομή ούτε ηγέτη, ζητούν από την κυβέρνηση να προβεί κατ’ αρχάς σε μια ισχυρή κίνηση, αρχίζοντας με ένα μορατόριουμ ή πάγωμα της αύξησης των φόρων στα καύσιμα.
Διεκδικήσεις
Στη δεξιά, ο πρόεδρος των Ρεπουμπλικάνων Λοράν Βοκιέ επανέλαβε την έκκλησή του να διεξαχθεί δημοψήφισμα για την οικολογική και τη φορολογική πολιτική του Εμανουέλ Μακρόν. Η Μαρίν Λεπέν ζήτησε να γίνει δεκτή από τον Μακρόν μαζί με τους άλλους ηγέτες των πολιτικών κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Στην αριστερά, ο επικεφαλής του Σοσιαλιστικού Κόμματος (PS) Ολιβιέ Φορ ζήτησε να συζητηθεί από τους αντιπροσώπους των πολιτών το ζήτημα της αγοραστικής δύναμης. Ο Μπενουά Αμόν, επικεφαλής του σχηματισμού Generation-s, ζήτησε να διεξαχθεί εθνικός διάλογος με τα «κίτρινα γιλέκα», τα συνδικάτα και τις μκο για την αγοραστική δύναμη, την αναδιανομή του πλούτου και την οικολογική μετάβαση.
Όσο για τον Ζαν-Λικ Μελανσόν, τον επικεφαλής της Ανυπότακτης Γαλλίας, αυτός κάλεσε να αποκατασταθεί ο φόρος στη μεγάλη περιουσία, χειροκροτώντας ταυτόχρονα «την εξέγερση των πολιτών» που «κάνει την Μακρονία και τον κόσμο του χρήματος να τρέμουν».
Μπροστά στις διεκδικήσεις αυτές, οι περισσότερες από τις οποίες βρίσκονται στο τραπέζι εδώ και αρκετές ημέρες, η κυβέρνηση έχει παραμείνει μέχρι τώρα ανυποχώρητη.
Την ώρα που οι πρώτες συγκρούσεις ξεσπούσαν στα Σανζ Ελιζέ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Μπενζαμέν Γκριβό επαναλάμβανε χθες, Σάββατο, το πρωί πως η κυβέρνηση θα διατηρήσει την πορεία της, υπενθυμίζοντας παράλληλα τα μέτρα αρωγής που έχουν ήδη ανακοινωθεί από την κυβέρνηση τις τελευταίες ημέρες.
«Άκουσα αυτούς που μου λένε πως στις 15 του μήνα, ο τραπεζικός λογαριασμός τους βρίσκεται στο κόκκινο. Όμως επισκευάζουμε τη χώρα βήμα-βήμα. Το κάνουμε με σοβαρότητα και δεν αναβάλλουμε τις επιλογές μας για τη μελλοντική γενιά», πρόσθεσε.
Ο Εμανουέλ Μακρον, ο οποίος οικοδόμησε ένα μέρος του πολιτικού κεφαλαίου του πάνω στη μεταρρυθμιστική ικανότητά του, δεν έχει πάψει να δηλώνει πως δεν πρόκειται να υποχωρήσει, αντίθετα, όπως λέει, με ό,τι έκαναν οι προκάτοχοί του.
Όμως η θέση αυτή μπορεί άραγε να αντέξει στα χθεσινά γεγονότα, την ώρα που βουλευτές της πλειοψηφίας, που σε μερικές περιπτώσεις δοκιμάζονται στις περιφέρειές τους, ζήτησαν μια χαλάρωση της κυβερνητικής πολιτικής;
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]