Μετά την απόπειρα του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου, η απειλή κατά την άποψη της τουρκική κυβέρνησης γιγαντώθηκε, καθώς για λίγα λεπτά διαφοράς ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κρατήθηκε στην εξουσία και ξεκίνησε ένα νέο κύμα δίωξης των ανθρώπων που στήριξαν το πραξικόπημα ή ανθρώπων που είναι ταγμένοι στον ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος από το 1999 ζει στην Πενσιλβάνια.
Στη σύσκεψη της 27ης Μαρτίου 1999, στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας της Τουρκίας, οι στρατηγοί προειδοποιούσαν την τότε κυβέρνηση Ετζεβίτ για τις περίεργες δράσεις του Γκιουλέν και ζητούσαν να ληφθούν μέτρα.
Κι όμως, πριν από 20 χρόνια κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί πως ο Γκιουλέν θα θεωρούνταν τρομοκράτης. «Τι ζητήσατε και δεν το κάναμε», αναρωτιόταν ο Ερντογάν, απευθυνόμενος στους οπαδούς του Γκιουλέν. Χαρακτηριστική η φωτογραφία που έχει ημερομηνία 24 Οκτωβρίου 1996, όπου εγκαινιάζονταν το πρώτο υποκατάστημα της τράπεζας Bank Asya, που ανήκε στο τάγμα Χιζμέτ του Γκιουλέν.
Τότε στα εγκαίνια είχαν σπεύσει η αντιπρόεδρος της τότε κυβέρνησης Τανσού Τσιλέρ, ο υπουργός Επικρατείας Αμπντουλάχ Γκιουλ και ο Ερντογάν που τότε ήταν δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης. Πίσω τους στεκόταν ο Γκιουλέν που με την τράπεζά του σχεδίαζε να παίξει σημαντικό ρόλο στην τουρκική οικονομία και στα επεκτατικά του σχέδια εντός του τουρκικού κεμαλικού κράτους.
Από τις αρχές τις δεκαετίας του ’90 και κυρίως προς τα τέλη οι στρατηγοί είχαν αντιληφθεί την απειλή της επιρροής του Γκιουλέν εντός του τουρκικού κράτους και γι’ αυτό προσπαθούσαν να περιορίσουν τη δύναμή του, κλείνοντας τις σχολές του. Όπως και διέγραφαν αξιωματικούς που προσπαθούσαν να φτάσουν στην ηγεσία του στρατεύματος.
Tο 1999 είχαν ξεκινήσει διώξεις εναντίον του συγκεκριμένου ιμάμη, ο οποίος διέφυγε στις ΗΠΑ μετά την προειδοποίηση του τότε πρωθυπουργού Μπουλέντ Ετζεβίτ. Στη σύσκεψη της 27ης Μαρτίου 1999, στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας της Τουρκίας, οι στρατηγοί προειδοποιούσαν την τότε κυβέρνηση Ετζεβίτ για τις περίεργες δράσεις του Γκιουλέν και ζητούσαν να ληφθούν μέτρα. Τελικά, ο Γκιουλέν φαίνεται πως είχε γνωστούς και φίλους όχι μόνο στους ισλαμιστές αλλά και στους Σοσιαλδημοκράτες.
Από τότε βέβαια πέρασαν πολλά χρόνια, ήρθε στην εξουσία το AKP του Ερντογάν που βιαζόταν να αλλάξει την Τουρκία, να αποδυναμώσει το στρατό και να εξευρωπαΐσει την Τουρκία, όπως υποσχόταν.
Χρειάζονταν ικανά στελέχη στον κρατικό μηχανισμό και δεν υπήρχαν καλύτερα πρόσωπα από τους μαθητές των σχολών του τάγματος Χιζμέτ τα οποία λειτουργούσαν πολλά χρόνια στην Τουρκία και όλοι παραδέχονταν πως ήταν από τα καλύτερα. Αργά αλλά σταθερά άρχισαν να διορίζονται δικαστές, εισαγγελείς, αστυνομικοί σε κρίσιμες θέσεις, όλοι τους έχοντας την επιρροή του ιεροκήρυκα. Αυτά τα πρόσωπα άρχισαν να παίζουν σημαντικό ρόλο στην αποδυνάμωση της δύναμης του στρατεύματος.
Όπως αποδεικνύεται από τις σημερινές διώξεις, και στις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις είχαν εισχωρήσει χιλιάδες οπαδοί του Γκιουλέν.
Η συνύπαρξη του AKP με τον Γκιουλέν συνεχίστηκε ειρηνικά μέχρι και το 2011. Τότε ήταν η πρώτη χρόνια που ο Ερντογάν κατάλαβε πως «κάτι δεν πάει καλά» με τον παλιό σύμμαχό του. Όταν ετοίμαζε τη λίστα για τις βουλευτικές εκλογές, από την Πενσιλβάνια λέγεται πως του εστάλη με αίτημα να μπουν σε εκλόγιμες θέσεις 100 μέλη του τάγματος Χιζμέτ, ανάμεσά τους και ο ποδοσφαιριστής Χακάν Σουκούρ.
Ο Τούρκος πρόεδρος κατάλαβε ότι ο Γκιουλέν ήθελε να τον κρατάει σε πολιτική ομηρία και δεν δέχθηκε το αίτημα. Τοποθέτησε στις λίστες ελάχιστους οπαδούς του τάγματος Χιζμέτ.
Από εκεί και πέρα ξεκίνησε ο πόλεμος ανάμεσα στις δύο πλευρές. Ακολούθησαν οι αποκαλύψεις των μυστικών συνομιλιών της κυβέρνησης με το PKK, κλήθηκε σε απολογία ο διοικητής της ΜΙΤ από εισαγγελέα φιλικά προσκείμενο στον Γκιουλέν, την οποία ο Ερντογάν δεν επέτρεψε. Τα γεγονότα έφτασαν εκτός ελέγχου, όταν το τάγμα Χιζμέτ προσπάθησε να ανατρέψει την κυβέρνηση Ερντογάν, δημοσιεύοντας παράνομες υποκλοπές του τότε Τούρκου πρωθυπουργού με την οικογένειά του και φέρονταν να έχει πολλά εκατομμύρια στο σπίτι του, όπως και τα σκάνδαλα διαφθοράς των υπουργών του.
Ο Τούρκος πρόεδρος αντιλήφθηκε πως ο Γκιουλέν τον απειλεί ευθέως και τότε άρχισε κι αυτός να απαντά με τον ίδιο σκληρό τρόπο. Έθεσε υπό τον έλεγχό του την τράπεζα Bank Asya, την οποία ο ίδιος είχε εγκαινιάσει. Διόρισε κρατικούς επιτρόπους σε όλα τα μέσα ενημέρωσης του τάγματος και άρχισε τις διώξεις των στελεχών του Γκιουλέν.
Στις 15 Ιουλίου η απόπειρα του πραξικοπήματος και οι διώξεις που ακολούθησαν έδειξαν πόσο βαθιά έχουν εισχωρήσει οι άνθρωποι του Γκιουλέν, οι οποίοι προσπάθησαν να αποτελειώσουν τον Ερντογάν, ο οποίος αποδείχθηκε εφτάψυχος.
Τώρα ο Τούρκος πρόεδρος δείχνει αποφασισμένος να μην αφήσει κανένα ίχνος του Γκιουλέν μέσα στο κράτος και ουσιαστικά επιστρέφει στη δεκαετία του ’90, όπου τότε «οι πασάδες» ήθελαν να αποτελειώσουν τον ιμάμη. Ο Τούρκος πρόεδρος κάλεσε στο προεδρικό μέγαρο τον πρόεδρο του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου και τον πρόεδρο του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης Ντεβλέτ Μπαχτσελί και τους εξήγησε τι σημαίνει η απειλή Γκιουλέν για την Τουρκία.
Στην απόπειρα πραξικοπήματος σκοτώθηκαν 300 άνθρωποι και τραυματίστηκαν τουλάχιστον 1.700. Όμως η διείσδυση του Ισλαμικού Τάγματος φαίνεται πόσο επικίνδυνη είναι από τα στοιχεία που έδωσε το Γενικό Επιτελείο των Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς 8.561 αξιωματικοί και στρατιώτες συμμετείχαν στην απόπειρα πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου.
Σύμφωνα με τον τουρκικό στρατό χρησιμοποιήθηκαν 35 αεροσκάφη, από τα οποία τα 24 μαχητικά, 37 ελικόπτερα από τα οποία τα 8 επιθετικά, 74 άρματα μάχης, 246 τεθωρακισμένα οχήματα και 3 πλοία του τουρκικού Ναυτικού. Κανένας δεν είχε καταλάβει πως αυτοί είχαν επαφές με την Πενσιλβάνια.
Παρόμοιες διώξεις γίνονται σε όλο το Δημόσιο και μέχρι σήμερα 60.000 άνθρωποι απομακρύνθηκαν από τις θέσεις τους όχι επειδή συμμετείχαν στο πραξικόπημα αλλά επειδή έχουν σχέσεις με την οργάνωση FETÖ. Ήδη στις Ένοπλες Δυνάμεις διαγράφηκαν από το στράτευμα 149 στρατηγοί και ναύαρχοι.
Πολλοί εκφράζουν φόβους πως οι διώξεις μπορούν να λάβουν διαστάσεις κυνηγιού μαγισσών. Δεν είναι όμως λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι ο Ερντογάν θα προσπαθήσει να επανιδρύσει την Τουρκική Δημοκρατία εξαφανίζοντας κάθε ίχνος Γκιουλέν και συνεργαζόμενος με την αντιπολίτευση, αξιοποιώντας έμπειρα και αξιόλογα στελέχη που προέρχονται από τα κόμματα αυτά. Το μεγάλο ερώτημα που απασχολεί πολλούς στη γειτονική χώρα είναι αν η Τουρκία θα επιστρέψει στο μαύρο παρελθόν της με διωγμούς, βασανιστήρια ή θα αδράξει την ευκαιρία για να φτάσει σε επίπεδο δημοκρατίας δυτικού Τύπου.
«Αν ο Γκιουλέν πήγε να κάνει πραξικόπημα, ας κάνουμε εμείς την επανάσταση. Να ξαναχτίσουμε τη δημοκρατία μας. Να επανιδρύσουμε ένα κράτος που θα εμπιστευόμαστε», σχολιάζει ο πολιτικός αναλυτής της «Hürriyet», Ερτουγρούλ Οζκιόκ.
Κωνσταντινούπολη, ανταπόκριση ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΩΣΤΙΔΗΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής που κυκλοφορεί