Ο ίδιος, ανάρτησε σχετικό μήνυμα στο Twitter, μετά την αναφορά του περιοδικού “The Atlantic” που προηγήθηκε. Ο Τραμπ Τζούνιορ έγραψε χαρακτηριστικά: “Αυτή είναι η συνολική σειρά των μηνυμάτων της επικοινωνίας που είχα με τον λογαριασμό (@wikiLeaks). Πρόκειται για (τον τεράστιο αριθμό των 3 μηνυμάτων) τα οποία, μία από τις επιτροπές του Κογκρέσου διάλεξε επιλεκτικά να διαρρεύσει. Πόσο ειρωνικό!”
Σύμφωνα με τα μηνύματα που είδαν το φως της δημοσιότητας, τα WikiLeaks προσπάθησαν να επικοινωνήσουν με τον Τραμπ Τζούνιορ, λίγο πριν από τα μεσάνυχτα της 20ης Σεπτεμβρίου 2016, αναφορικά με μία σελίδα που ήταν εχθρική προς τον (τότε) υποψήφιο πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ.
Η εφημερίδα “The New York Times” δημοσίευσε τον Ιούλιο του 2016 εκτίμηση των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών, σύμφωνα με την οποία η Ρωσία βρίσκονταν πίσω από την υποκλοπή ηλεκτρονικών μηνυμάτων της Εθνικής Επιτροπής του Δημοκρατικού Κόμματος. Στις 7 Οκτωβρίου του 2016, η κοινότητα των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών ανακοίνωσε δημόσια ότι “με μεγάλο βαθμό εμπιστοσύνης” στην αξιολόγησή της, εκτιμούσε πως οι ρωσικές μυστικές υπηρεσίες “χάκαραν” την Εθνική Επιτροπή του Δημοκρατικού Κόμματος, αλλά και τον λογαριασμό ηλεκτρονικών μηνυμάτων του (τότε) προέδρου της προεκλογικής εκστρατείας της Κλίντον, Τζον Ποντέστα. Αμέσως μετά, οι Ρώσοι φέρονται να διέθεσαν το υλικό της υποκλοπής στο WikiLeaks, ώστε αυτό να δημοσιοποιηθεί.
Μία πηγή που έχει λάβει γνώση των εξελίξεων δήλωσε στο CNN ότι τα έγγραφα αυτά βρέθηκαν στο Κογκρέσο για κάποιο χρονικό διάστημα, ενώ ο Τραμπ Τζούνιορ ρωτήθηκε σχετικά, στην διάρκεια της κεκλεισμένων των θυρών κατάθεσής του, στην Επιτροπή Δικαιοσύνης της Γερουσίας τον Σεπτέμβριο. Παρά το γεγονός, ότι οι αναρτήσεις του στην επικοινωνία του με τα WikiLeaks είναι μονόπλευρες σύμφωνα με το δημοσίευμα του “The Atlantic,” τα μηνύματα παραδόθηκαν από τους δικηγόρους του Τραμπ Τζούνιορ στο Κογκρέσο.
Ο Άλαν Φουτερφάς, που εκπροσωπεί νομικά τον υιό Τραμπ δήλωσε σε δήλωσή του που δημοσιεύτηκε στον περιοδικό: “Αφήνοντας στο περιθώριο το γιατί κι από ποιον αυτά τα έγγραφα -που δόθηκαν στο Κογκρέσο με υποσχέσεις εμπιστευτικότητας- διέρρευσαν, μπορούμε με εμπιστοσύνη να πούμε ότι δεν έχουμε ανησυχία σχετικά με το περιεχόμενό τους, ενώ οι όποιες σχετικές ερωτήσεις, απαντήθηκαν με ευκολία στην αρμόδια επιτροπή” του Κογκρέσου.
Ο Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ απάντησε σε δύο μηνύματα που του είχαν στείλει τα WikiLeaks. Το ένα από αυτά είχε σταλεί στις 21 Σεπτεμβρίου 2016, ενώ το δεύτερο στις 3 Οκτωβρίου 2016.
Στην δεύτερη επικοινωνία, το μήνυμα που έστειλε ο λογαριασμός του WikiLeaks στο Twitter προς τον Τραμπ Τζούνιορ, έλεγε: “Χαίρετε, θα είναι καλό αν εσείς μπορείτε να σχολιάσετε ή να προωθήσετε την ακόλουθη ιστορία.” Στην συνέχεια, υπήρχε ένας ηλεκτρονικός σύνδεσμος που οδηγούσε σε μία δήλωση της Χίλαρι Κλίντον, η οποία πρότεινε την διεξαγωγή μιας επίθεσης με μη επανδρωμένο εναέριο όχημα (drone) κατά του ιδρυτή των WikiLeaks, Τζούλιαν Ασάνζ, σύμφωνα πάντοτε με το υλικό που δημοσιοποίησε ο Τραμπ Τζούνιορ.
“Το έκανα ήδη αυτό, νωρίτερα σήμερα,” απάντησε ο ίδιος, για να συμπληρώσει: “Είναι εκπληκτικό το τι μπορεί να σκεφτεί η ίδια,” συμπλήρωσε. Στην συνέχεια, προσπάθησε να δει κάτι σχετικό με “την διαρροή μιας Τετάρτης.” “Τι κρύβεται πίσω από αυτή την διαρροή της Τετάρτης για την οποία διαβάζω;” έγραψε ο ίδιος, σύμφωνα με το περιοδικό “The Atlantic.”
Μοζαμβίκη: Τουλάχιστον 21 νεκροί σε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις το τελευταίο 24ωρο
Η επικοινωνία αυτή, μέσω του Twitter μεταξύ του Τραμπ Τζούνιορ και του WikiLeaks έγινε μόλις λίγες ημέρες πριν από την δημοσιοποίηση της εκτίμησης της κοινότητας των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών, ότι η Ρωσία βρίσκονταν πίσω από την υποκλοπή ηλεκτρονικών μηνυμάτων της Εθνικής Επιτροπής του Δημοκρατικού Κόμματος, ενώ γίνονταν διαρροή των πληροφοριών αυτών, μέσω του WikiLeaks, αλλά και του Guccifer 2.0.
Στις 7 Οκτωβρίου του 2016, τα WikiLeaks άρχισαν να δημοσιοποιούν τα ηλεκτρονικά μηνύματα του Ποντέστα.
Η εξέλιξη αυτή, σχετικά με την ανταλλαγή μηνυμάτων μεταξύ του Τραμπ Τζούνιορ και των WikiLeaks γίνεται γνωστή, ενώ ο ίδιος διερευνάται για την συμμετοχή του σε συνάντηση που έγινε στον Πύργο του Τραμπ στη Νέα Υόρκη (Ιούνιος 2016) με μία Ρωσίδα δικηγόρο, από την οποία κι ανάμενε σύμφωνα με την εντύπωσή του να λάβει επιβλαβείς πληροφορίες για την Κλίντον, ώστε να βοηθηθεί προεκλογικά ο Ντόναλντ Τραμπ.
Στην συνάντηση αυτή, συμμετείχαν επίσης, ο υψηλόβαθμος σύμβουλος του Τραμπ στον Λευκό Οίκο και γαμπρός του, Τζάρεντ Κούσνερ, αλλά και ο πρώην πρόεδρος της προεκλογικής του εκστρατείας Πολ Μάναφορτ.
Ο ειδικός ανακριτής Ρόμπερτ Μιούλερ που διερευνά το ενδεχόμενο συνωμοσίας μεταξύ της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ και της Ρωσίας απήγγειλε κατηγορίες κατά του Πολ Μάναφορτ και του συνεργάτη του Ρικ Γκέιτς για την προώθηση των συμφερόντων ενός φιλορωσικού κόμματος στην Ουκρανία, η οποία δεν είχε δηλωθεί στις αμερικανικές αρχές, αλλά και για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Κατηγορίες έχουν απαγγελθεί και κατά του πρώην συμβούλου για θέματα εξωτερικής πολιτικής της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, Τζορτζ Παπαδόπουλο. Ο
Παπαδόπουλος παραδέχτηκε την ενοχή του για ψευδή κατάθεση στο FBI κι αναφορικά με επαφές του για την οργάνωση μιας συνάντησης μεταξύ του (τότε) προεδρικού υποψηφίου Τραμπ και του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν.
Ο ειδικός ανακριτής με εισαγγελικά καθήκοντα διερευνά τις δραστηριότητες πρώην συνεργατών του Τραμπ, προκειμένου να διαπιστώσει πιθανή διάπραξη αδικημάτων στο πλαίσιο των σχέσεών τους με την Ρωσία. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των ερευνών βρίσκεται ο πρώην Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Μάικ Φλιν, αλλά και ο γιος του Μάικ Φλιν Τζούνιορ αναφορικά με τις δραστηριότητες της εταιρίας τους, για την εκπροσώπηση ξένων συμφερόντων στις ΗΠΑ.
Παράλληλα, ο Μιούλερ διερευνά τις συνθήκες απόλυσης του πρώην διευθυντή του FBI, Τζέιμς Κόμεϊ από τον πρόεδρο Τραμπ τον περασμένο Μάιο κι ενώ βρίσκονταν σε εξέλιξη η έρευνα για την Ρωσία. Στην διάσταση αυτή, ο ειδικός ανακριτής προσπαθεί να διαπιστώσει εάν έγινε προσπάθεια παρεμπόδισης των ερευνών και του έργου της δικαιοσύνης, από τον ίδιο τον πρόεδρο Τραμπ ή συνεργάτες του στον Λευκό Οίκο.
Η αποπομπή του Κόμεϊ προκάλεσε τον διορισμό του ειδικού ανακριτή από τον Αμερικανό υφυπουργό Δικαιοσύνης Ροντ Ρόζενσταϊν, καθώς ο υπουργός Δικαιοσύνης, Τζεφ Σέσιονς αυτοεξαιρέθηκε από την έρευνα. Για τον Σέσιονς, έχουν επίσης, δημοσιοποιηθεί πληροφορίες σχετικά με προεκλογικές επαφές του με Ρώσους αξιωματούχους.
Από την άλλη μεριά, ο σημερινός διευθυντής της CIA, Μάικ Πομπέο μετά από προτροπή του προέδρου Τραμπ συναντήθηκε πρόσφατα με πρώην εργαζόμενο της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ (NSA) ο οποίος υποστηρίζει ότι η προεκλογική υποκλοπή των ηλεκτρονικών μηνυμάτων από το Δημοκρατικό Κόμμα, δεν έγινε από την Ρωσία, αλλά από έναν εργαζόμενο του κόμματος, ώστε να προκύψει ζήτημα.
Η πρώην πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής του Δημοκρατικού Κόμματος, Ντόνα Μπραζίλ κατήγγειλε μέσω του βιβλίου της, την Χίλαρι Κλίντον για την “εξαγορά” της αναφερόμενης επιτροπής, αλλά και τον πλήρη έλεγχο της προεκλογικής εκστρατείας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ