Σύμφωνα με τον Πρωινό Λόγο, ενώ επικρατεί αυτό το κλίμα, μία ομάδα ατόμων από την Θεσπρωτία ίδρυσε Σύλλογο Απογόνων των Θυμάτων των Τσάμηδων της περιόδου 1941-1944. Την ανακοίνωση έκανε πρόσφατα ο Θεσπρωτός πρώην υπουργός Αντώνης Μπέζας, κατά την διάρκεια εκδήλωσης του Δήμου Πάργας για την καταστροφή του Φαναρίου από τους Γερμανούς και τους «Τσάμηδες».
Στο Σύλλογο αυτό, σύμφωνα με τον κ. Μπέζα, θα συμμετέχουν ως ιδρυτικά μέλη, απόγονοι οικογενειών που υπήρξαν θύματα των εκκαθαρίσεων των Τσάμηδων από ολόκληρη τη Θεσπρωτία και την περιοχή του Φαναρίου του Δήμου Πάργας.
Ο κ. Μπέζας, σε συναισθηματικά φορτισμένο κλίμα ανέφερε μεταξύ άλλων: «ναι μεν το λεγόμενο Τσάμικο ζήτημα είναι πολιτικά, ιστορικά και νομικά ανύπαρκτο για την ελληνική πλευρά, αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν πρέπει να υπερασπιζόμαστε την ιστορική αλήθεια και το δίκιο μας, αν χρειαστεί.
»Το Δικαστήριο της Χάγης, στο οποίο έχουν προσφύγει οι Τσάμηδες, αλλά και όλοι οι διεθνείς θεσμοί, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι η στρατιωτική και πολιτική ηγεσία των Τσάμηδων την περίοδο 1941- 1944 προέβη σε ενέργειες εναντίον της ζωής και της περιουσίας του ελληνικού πληθυσμού και ότι οι Έλληνες ήταν αμυνόμενοι στα σπίτια τους.
Και για την επιβεβαίωση αυτών των γεγονότων, αυτή την αλήθεια, οι καταλληλότεροι για την προβάλουν και να την αναδείξουν, είναι οι απόγονοι των θυμάτων της βαρβαρότητας των Τσάμηδων.
Ουκρανία: Φωτογραφίες με θραύσματα του νέου υπερηχητικού πυραύλου της Ρωσίας - «Δεν έχουμε ξαναδεί κάτι τέτοιο»
»Γι’ αυτό δημιουργούμε το συγκεκριμένο Σύλλογο. Για να αναλάβει την υπεράσπιση της αλήθειας. Με τεκμηρίωση, χωρίς φανατισμό, χωρίς μίσος και πρόθεση εκδίκησης, αλλά με σθένος, με επιμονή και με σεβασμό στις θυσίες των προγόνων μας.
»Η κίνησή μας συνδέεται άμεσα και με το μεγάλο ζήτημα των αποζημιώσεων για το κατοχικό δάνειο και τις καταστροφές της ναζιστικής θηριωδίας.
»Οι αξιώσεις αυτές, όπως ανέφερε πρόσφατα από το Κομμένο της Άρτας ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, πρέπει να είναι νομικώς ενεργές και δικαστικώς επιδιώξιμες…».
Αναλύοντας γενικότερα την στάση της Αλβανίας απέναντι στη χώρα μας, ο κ. Μπέζας σημείωσε «αν οι αλυτρωτικές φωνές στην Αλβανία, ήταν προϊόντα μιας περιθωριακής ομάδας, ή υφίσταντο μόνο ως επικοινωνιακό παιχνίδι, για εσωτερική, αλβανική κατανάλωση, τότε τα πράγματα δεν θα ήταν ιδιαίτερα ανησυχητικά. Δεν συμβαίνει όμως αυτό».
Και ανέφερε δυο δεδομένα:
Πρώτον: Οι αλυτρωτικές απόψεις, που εκφέρονται μέσα από το λεγόμενο κόμμα των «Τσάμηδων», αποτελούν επίσημο κυβερνητικό πρόγραμμα. Ταυτόχρονα, αποτελούν τη δεσπόζουσα ιδεολογία στους πνευματικούς θεσμούς της χώρας αυτής, όπως για παράδειγμα στην Ακαδημία της, στα Πανεπιστήμια, σε μεγάλο μέρος της διανόησης ή στα μέσα ενημέρωσης. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη ο υποτίθεται «φιλελεύθερος» και «ευρωπαϊστής» πρωθυπουργός της Αλβανίας, ο Έντι Ράμα, προωθεί τον αλυτρωτισμό. Προσπαθώντας μάλιστα να εξωραΐσει την κατάσταση, έχει αλλάξει τον όρο «Μεγάλη Αλβανία» με αυτόν της «Εθνικής Ενοποίησης», που είναι βέβαια το ίδιο και το αυτό πράγμα.
Δεύτερον: Το ζήτημα της Τσαμουριάς έχει πλέον ξεφύγει από το εσωτερικό της Αλβανίας και τις διμερείς σχέσεις με την Ελλάδα και έχει μεταφερθεί, δυστυχώς, σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Είναι γνωστό ότι οι οργανώσεις των Τσάμηδων, με χρηματοδότηση από το εξωτερικό, έχουν προσφύγει από τις αρχές του 2016 στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης κατά της Ελλάδας…