Στο μήνυμά του για την 20η Ιουλίου και την τουρκική εισβολή, ο Μουσταφά Ακιντζί ανέφερε ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά που από το 1964 κατέχει μόνη της το αναγνωρισμένο κράτος, δυσκολεύεται να μοιραστεί την εξουσία του και αυτό δυσκολεύει το να γίνει αποδεκτή η πιο βασική αρχή μιας πιθανής λύσης (ο διαμοιρασμός της εξουσίας).
Σύμφωνα με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη δεν ευθύνεται η πλευρά του γιατί στην Διάσκεψη στο Κραν Μοντανά δεν μπόρεσε να υπάρξει κατάληξη σε ένα θετικό αποτέλεσμα που οι ίδιοι ήθελαν πολύ. Έδωσαν σημασία, είπε, στο θέμα της ασφάλειας με τρόπο ώστε να μην αποτελεί στοιχείο απειλής για την άλλη πλευρά, «δεν μπορούσαμε σίγουρα να εστερνιστούμε τις δηλώσεις για μηδέν στρατό, μηδέν εγγυήσεις. Παρουσιάσαμε την άποψη ότι όσο θα τίθεται σε ισχύ η συμφωνία στην οποία θα καταλήξουμε και αυξάνεται η συνεργασία και το αίσθημα της ασφάλειας, ο στρατός θα μειώνεται».
Λόγω της μη θέλησης της ελληνοκυπριακής πλευράς για συμφωνία, δεν είναι δίκαιο ο τουρκοκυπριακός «λαός» να συνεχίσει να ζει κάτω από «εμπάργκο», δήλωσε. «Εάν η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν θέλει σίγουρα δεν θα περιμένουμε εμείς να τους έρθει η επιθυμία. Θα συνεχίσουμε το δρόμο μας βελτιώνοντας, χωρίς καθυστέρηση, τα του οίκου μας αλλά και χωρίς να εγκαταλείπουμε την ευθύνη να οικοδομήσουμε ένα ειρηνικό μέλλον σε αυτό το νησί».
Ο Μουσταφά Ακιντζί είπε ότι πρέπει να δούμε πως όσο περνά ο χρόνος ο διαχωρισμός ριζώνει πιο πολύ προσθέτοντας ότι θα συνεχίσουν την αξιολόγηση που άρχισαν και εντός της τουρκοκυπριακής πλευράς και με την Τουρκία. «Θα είμαστε ψύχραιμοι και πραγματιστές». Δεν έχει άλλο στόχο από ένα μέλλον ευτυχισμένο και γαλήνιο για τους Τουρκοκύπριους.
Ο κ. Ακιντζί αναφέρθηκε εκτενώς στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων από τότε που ο ίδιος ανέλαβε τα καθήκοντά του και επανέλαβε τη θέση ότι η τουρκοκυπριακή πλευρά και η Τουρκία ήθελαν την λύση στην Κύπρο και ήταν οι δημιουργικές πλευρές.
Τουρκία και Τουρκοκύπριοι, ανέφερε, είχαν δηλώσει έτοιμοι για την επικαιροποίηση του θέματος ασφάλειας και εγγυήσεων και έδειξαν την απαραίτητη ευελιξία αλλά «τί κρίμα, η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν μπόρεσε να ξεπεράσει το σημείο ‘μηδέν στρατός μηδέν εγγυήσεις’, δεν μπόρεσε να επιδείξει λογική και πραγματιστική προσέγγιση».
ΗΠΑ: Ο νέος υπουργός Άμυνας του Τραμπ παρά λίγο θα σκότωνε άνθρωπο με τσεκούρι - Τι τατουάζ έχει [βίντεο]
Ο Μουσταφά Ακιντζί ανέφερε πως στα δύο χρόνια των διαπραγματεύσεων επιτεύχθηκε σημαντική πρόοδος και εάν είχαν έναν συνομιλητή που μπορούσε να συμπεριφερθεί σε λογικά πλαίσια και με πραγματισμό στα 8-10 θέματα που είχαν απομείνει διαφορές, θα μπορούσε να επιτευχθεί μια στρατηγική συμφωνία και μετά να μπορέσει να υπάρξει δέσμευση και στα άλλα λιγότερα θέματα που είχαν απομείνει.
Σε ένα από τα θέματα που δεν είδαν κατανόηση, συνέχισε ο Τουρκοκύπριος ηγέτης, ήταν το περιουσιακό και ιδιαίτερα για τις περιουσίες που θα μείνουν στην τουρκοκυπριακή συνιστώσα πολιτεία. Ο ΓΓ του ΟΗΕ, ανέφερε ο κ. Ακιντζί, πρότεινε και η τουρκοκυπριακή πλευρά αποδέχθηκε όπως για τις περιουσίες στα εδάφη που θα επιστραφούν τον πρώτο λόγο να έχει ο ιδιοκτήτης και στα εδάφη που θα μείνουν στο «βορρά» να έχουν προτεραιότητα όσοι ζουν σήμερα εκεί. Ωστόσο, συνέχισε, η ελληνοκυπριακή πλευρά επέμεινε σε προτάσεις που εμπεριείχαν αβεβαιότητα και θα δυσφορούσαν τον τουρκοκυπριακό «λαό» – κατά την έκφρασή του – στα εδάφη που θα έμεναν στο «βορρά» και θα κλόνιζαν την τουρκοκυπριακή οικονομία.
Η ελληνοκυπριακή πλευρά, πρόσθεσε, δεν καταλάβαινε ότι η αβεβαιότητα στο περιουσιακό θα ήταν ένας από τους σημαντικούς λόγους για μια αρνητική ψήφο σε ένα δημοψήφισμα.
Ο κ. Ακιντζί υποστήριξε επίσης ότι μεγεθύνθηκε κατά τρόπο μη κατανοητό το θέμα της ίσης μεταχείρισης Τούρκων και Ελλήνων υπηκόων, ξεσηκώθηκαν και οι αρμόδιοι της ΕΕ και με παραπληροφόρηση των Τουρκοκυπρίων, υπήρξε μια προσπάθεια να γίνει προβοκατόρικο αυτό το θέμα. Μίλησε μάλιστα για εσκεμμένο ψέμα πως 80 εκ Τούρκων θα αιτηθούν διαμονής στο νησί. Από το 1974 και μετά, ανέφερε ο κ. Ακιντζί, στην Κύπρο έχουν εγκατασταθεί περίπου 30.000 άτομα από την Ελλάδα και έχει γίνει αντιληπτό ότι δεν είναι ένα θέμα υπερβολής και μιλάμε για όσους έρθουν για εγκατάσταση στην Κύπρο από την Ελλάδα και την Τουρκία μετά τη λύση, να τύχουν αυτοί ίσης μεταχείρισης.
Εκτός αυτού του θέματος, συνέχισε, στο θέμα της ελεύθερης διακίνησης περιουσίας, υπηρεσιών και κεφαλαίου διαπιστώθηκε ότι με κάποιες μικρές προσθήκες στην ήδη υπάρχουσα συμφωνία Τελωνειακής Σύνδεσης Τουρκίας – ΕΕ, θα ήταν αρκετό και οι αρμόδιοι της ΕΕ ανέφεραν στην Διάσκεψη πως αυτό δεν θα μπορούσε να αποτελέσει σοβαρό πρόβλημα. Παρ’ όλα αυτά, είπε, η ε/κ πλευρά συνέχισε να εκμεταλλεύεται αυτό το θέμα.
Μετά το Κραν Μοντάνα, ανέφερε ο Τουρκοκύπριος ηγέτης, στην ελληνοκυπριακή πλευρά με υψηλούς τόνους προτείνεται στην τουρκοκυπριακή πλευρά να κόψει τον ομφάλιο λώρο με την Τουρκία και πως πρέπει να πάρουν οι Τουρκοκύπριοι μια απόφαση. «Εμείς από την αρχή προσπαθήσαμε να είμαστε το ένα από τα δύο ίσα μέρη της Κύπρου». Ξεκαθάρισαν, ανέφερε, ότι είναι έτοιμοι η ΤΔΒΚ – όπως αποκάλεσε το ψευδοκράτος – σε μια πιθανή λύση να μετατραπεί σε μία από τις ίσες συνιστώσες πολιτείες. Γι’ αυτό είναι πολύ ξεκάθαρο το όραμά μας να είμαστε ένας από τους ίσους εταίρους που θα ενώσουν την Κύπρο. Σημειώσαμε επίσης και ότι η Κύπρος ολόκληρη θα έχει φιλικές σχέσεις με την Τουρκία στην περιοχή και αξιολογήσαμε ότι αυτό δεν είναι ωφέλιμο μόνο για μας αλλά σημαντικό όφελος έχει και για τους Ελληνοκύπριους».
Για την εισβολή, ο κ. Ακιντζί αναφέρθηκε στο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 από στρατιωτικούς της χούντας της Ελλάδας για να προσαρτήσουν την Κύπρο που ανάγκασε τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο να φύγει από το νησί για να σωθεί και πως ο φασίστας – όπως είπε – Σαμψών ανέλαβε την εξουσία. Η διεθνής κοινότητα έμεινε στο να παρακολουθεί την κατάσταση είπε λέγοντας ότι χωρίς αμφιβολία εάν η Τουρκία και οι Τουρκοκύπριοι έμεναν άπρακτοι όλος ο κόσμος θα αποδέχονταν την νέα κατάσταση όπως έγινε και το 1963. Αυτή την αρνητική πορεία δεν μπορούσε να ανακόψει η αποφασιστικότητα της Τουρκίας που αναγκάστηκε να παρέμβει στις 20 Ιουλίου 1974 χρησιμοποιώντας το δικαίωμά της από τις συμφωνίες του 1960.
Με την εισβολή του 1974 καθορίστηκε και το έδαφος για μια νέα δομή στην Κύπρο διζωνική, δικοινοτική και οι κύριες γραμμές της μπόρεσαν να σκιαγραφηθούν με τις συμφωνίες 1977-1979 Μακαρίου – Ντενκτάς και Κυπριανού – Ντενκτάς.
Τι κρίμα, συνέχισε, που από τότε μέχρι σήμερα όλες οι προσπάθειες για μια διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία που θα βασίζεται στην πολιτική ισότητα στην Κύπρο, δεν μπόρεσαν να αποδώσουν καρπούς.