Αυτοί που γνωρίζουν αναφέρουν ότι η παρουσία Σαββίδη στο σχήμα δημιουργεί συνθήκες να μετατραπεί ο ΟΛΘ σε πύλη διόδου των ρωσικών εμπορευματικών μεταφορών που διαπλέουν την Ανατολική Μεσόγειο προς τη Ρωσία, δηλαδή ένας σιδηροδρομικός Βόσπορος προκειμένου τα ρωσικά πλοία να αποφεύγουν τις υψηλές χρεώσεις διάπλου των Στενών των Δαρδανελίων. Παράλληλα δι’ αυτής της οδού παρέχεται η δυνατότητα στους Ρώσους να επιταχύνουν τη μεταφορά των εμπορευμάτων τους μέσω του τρένου.
Στο πλαίσιο αυτό, όπως όλα δείχνουν, ερρίφθη ο κύβος αναφορικά με τη θέση που θα ανεγερθεί το μεγάλο Εμπορευματικό Κέντρο του ΟΣΕ στη Βόρεια Ελλάδα το οποίο -όπως όλα δείχνουν- θα είναι στη Θεσσαλονίκη.
Iσχυρό ρόλο σε αυτό το σημείο «παίζει» η παρουσία της Terminal Link στο ανάδοχο κοινοπρακτικό σχήμα. Η εν λόγω εταιρία ελέγχεται κατά 51% από τους Γαλλολιβανέζους της CMA CGM ενώ το 49% κατέχει η China Merchants Holdings International (CMHI), ο μεγαλύτερος κρατικός διαχειριστής λιμένων της Κίνας (ισχυρότερος της COSCO). H CMHI και η Cosco (που ελέγχει πλέον τον ΟΛΠ) είχαν από κοινού εξαγοράσει το 2015 τον τερματικό σταθμό Kumport, στην ευρωπαϊκή πλευρά της Κωνσταντινούπολης, επένδυση που είναι εύκολα διακριτό ότι πλέον θα αργήσει να αποδώσει ως «πύλη εισόδου» στην Ε.Ε.
Εδώ όμως το ενδιαφέρον εδράζεται στους μετόχους της CMA CGM. Πρόκειται για την πανίσχυρη λιβανέζικη οικογένεια Saadé. Γύρω από τη συμμετοχή της στο διαγωνισμό υπήρχε μέχρι πρόσφατα αχλύς μυστηρίου. Ενδεικτικό της δυναμικής της οικογένειας Saadé είναι το γεγονός ότι κατέλαβε την 4η θέση στο Lloyd’s List One Hundred. Η CMA CGM ελέγχει μέσω της CMA Terminals 13 τερματικούς σταθμούς σε Γαλλία, Καραϊβική, Ολλανδία, Ουκρανία, Μέση Ανατολή, Αίγυπτο και Βιετνάμ, ενώ άλλους 14 ελέγχει μέσω της Terminal Link.
Η Cosco είναι ήδη συνέταιρος της CMA CGM στη ναυτιλιακή συμμαχία Ocean Alliance για τη διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων (μαζί με τις Evergreen και Orient Overseas Container Line). Προ εβδομάδων είχε γίνει γνωστό πως η Cosco Shipping Ports και η CMA Terminals (μία εκ των δύο θυγατρικών της CMA CGM στη διαχείριση τερματικών σταθμών λιμένων, η άλλη είναι η Terminal Link) υπέγραψαν MoU για την «επέκταση της στρατηγικής τους συνεργασίας στους τομείς της διαχείρισης λιμένων και των επενδύσεων».
Η CMA CGM, μέσω της Terminal Link και της CMA Terminals, διακίνησε περισσότερα από 11,5 εκατ. TEUs (εμπορευματικιβώτια 20 ποδιών), ενώ η χωρητικότητα των σταθμών της αγγίζει τα 23,7 εκατ. TEUs. Σημειώνεται ότι η CMA CGM είναι μια εκ των κορυφαίων εταιριών διακίνησης εμπορευματοκιβωτίων παγκοσμίως (15,6 εκατ. TEUs το 2016), με έσοδα που υπερβαίνουν τα 16 δισ. δολάρια σε ενοποιημένη βάση και εμπορικό στόλο 449 πλοίων (3η στον κόσμο με δυναμικότητα 2.153.651 TEUs και 10,4% μερίδιο αγοράς).
Ο έτερος ισχυρός παίκτης στο σχήμα του αναδόχου είναι η DIEP (Deutsche Invest Equity Partners) που αποτελεί θυγατρική της TransConnect Unternehmensberatungs- und Beteiligungs AG (TCAG). Η TCAG είναι ένα γερμανικό Fund που εδρεύει στο Μόναχο και συμμετέχει σε εταιρίες που δραστηριοποιούνται σε τομείς της νέας οικονομίας, μέσω συμμετοχής υπό τη μορφή private equity και venture capital. Η TCAG μέσω της DIEP έχει υπό τη διαχείρισή της περιουσιακά στοιχεία αξίας άνω των 400 εκατ. ευρώ (2016).
Ο διαγωνισμός
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Ε.Τ.» η ανάδοχος κοινοπραξία -στην οποία τα νήματα αναφορικά με το διαγωνισμό φέρεται να κινούσε ο κ. Σωτήρης Θεοφάνης (πρώην διευθύνων σύμβουλος ΟΛΠ και ΟΛΘ επί εποχής Σημίτη και το πρόσωπο που έβαλε και τους 2 οργανισμούς στο Χ.Α.)- είχε καταθέσει τη χαμηλότερη προσφορά στην τελική φάση της διαδικασίας και πριν από την κατάθεση των βελτιωτικών προσφορών.
Υπενθυμίζεται ότι στο τελικό στάδιο της διαδικασίας για το 67% του OΛΘ είχαν περάσει, με την κατάθεση δεσμευτικών προσφορών, το σχήμα της γερμανικής Deutsche Invest Equity Partners με τη γαλλική CMA CGM και τον όμιλο Σαββίδη, η ICTSI από τις Φιλιππίνες (υπήρξε μικρή βελτίωση στην αρχική πρότασή της) και η Dubai Ports μέσω της θυγατρικής P&O (η οποία είχε καταθέσει προσφορά αρχικά 40% περίπου υψηλότερη από τον τελικό ανάδοχο). Η κοινοπραξία Deutsche Invest-Terminal Link-Ομίλου Σαββίδη ανέβασε σημαντικά τη δεύτερη προσφορά της, στα 231,92 εκατ. ευρώ για το 67% των μετοχών, η χρηματιστηριακή αξία του οποίου προσέγγιζε στις αρχές της εβδομάδας τα 206 εκατ. ευρώ (άρα 138 εκατ. ευρώ για το 67%). Το premium δηλαδή αγγίζει το 70%, γεγονός που δείχνει ότι η κοινοπραξία «έδωσε τα ρέστα της» για την απόκτηση του λιμανιού της Θεσσαλονίκης.
Αντίστοιχα η τελική προσφορά των Αράβων της DP World δεν ξεπέρασε τα 208 εκατ. ευρώ με αποτέλεσμα η διαφορά να είναι μεγαλύτερη του 10% και επομένως ο διαγωνισμός να ολοκληρωθεί με το προσφερόμενο τίμημα να εκτιμάται ότι ξεπερνά κατά 45% το εύλογο τίμημα που είχε καθοριστεί από τους ανεξάρτητους εκτιμητές. Σημειώνεται τέλος ότι ο ανάδοχος θα αναλάβει τη διαχείριση, ανάπτυξη και εκμετάλλευση του ΟΛΘ Α.Ε. έως το 2051 ενώ το ΤΑΙΠΕΔ θα εξακολουθήσει να κατέχει το 7,24% του μετοχικού κεφαλαίου.
Η αρχική σύμβαση παραχώρησης υπογράφηκε το 2001 με διάρκεια 50 χρόνια. Στους όρους της προβλεπόταν ότι αν το Δημόσιο βρεθεί με ποσοστό κάτω του 50%, η σύμβαση πρέπει να τροποποιηθεί.
Με δεδομένη την ολοκληρωθείσα όπως όλα δείχνουν ιδιωτικοποίηση του ΟΛΘ, η σύμβαση παραχώρησης έπρεπε να τροποποιηθεί, καθώς θα έπρεπε να διευκολύνει την εταιρική λειτουργία του Οργανισμού με επιχειρηματικά κριτήρια, πέρα από τις εργασίες του Δημοσίου.
Ο ΟΛΘ λειτουργούσε τις λιμενικές υποδομές και παράλληλα ήταν και η υπεύθυνη δημόσια αρχή για το λιμάνι, ο ελέγχων και ο ελεγχόμενος παράλληλα. Κύριος σκοπός της σύμβασης είναι να αφαιρεθούν οι διοικητικές αρμοδιότητες από τον ιδιώτη ΟΛΘ και να γίνει η σύμβαση κατάλληλη για να ρυθμίσει τις σχέσεις Ελληνικού Δημοσίου-ΟΛΘ, με τον ΟΛΘ υπό ιδιωτικό έλεγχο.
Για την τροποποίηση και επαναδιατύπωση της σύμβασης παραχώρησης υπεύθυνα είναι τα συναρμόδια υπουργεία Οικονομικών και Ναυτιλίας, με το ΤΑΙΠΕΔ να παρέχει τεχνική βοήθεια στη διαδικασία τροποποίησης και επαναδιατύπωσής της.
Τι περιλαμβάνει το σχέδιο της σύμβασης παραχώρησης
Σύμφωνα με τα βασικά σημεία του προσχέδιου της σύμβασης που παρουσιάζει ο «Ε.Τ.» της Κυριακής και που θα κληθούν να υπογράψουν τα συμβαλλόμενα μέλη, δηλαδή το Ελληνικό Δημόσιο και ο ιδιωτικός ΟΛΘ, το ετήσιο αντάλλαγμα παραχώρησης ανέρχεται σε ποσοστό 3,5% του κύκλου εργασιών του ΟΛΘ, από 2% με την υφιστάμενη σύμβαση.
Επίσης μέσω του κυρωτικού νόμου προδιαγράφεται ότι το κόστος λειτουργίας της Αρχής Λιμένος θα καλύπτεται από το ετήσιο αντάλλαγμα το οποίο θα εισπράττει το Ελληνικό Δημόσιο και εν συνεχεία το υπόλοιπο θα αποδίδεται στους παραλιμένιους δήμους με βάση την επιβάρυνσή τους από τις λειτουργίες του λιμανιού.
Υπογραμμίζεται ότι οι δήμοι μέχρι σήμερα δεν λάμβαναν κανένα αντάλλαγμα από τη σύμβαση παραχώρησης.
Η αναθεωρημένη σύμβαση καλείται να αποτυπώσει τη φύση και δράση του ΟΛΘ, την έκταση του περιουσιακού δικαιώματος του ΟΛΘ, τις αρμοδιότητες και τις υποχρεώσεις λιμενικού ενδιαφέροντος, τις αρμοδιότητες και τις υποχρεώσεις του Ελληνικού Δημοσίου έναντι του ΟΛΘ.
Στο πλαίσιο αυτό, από το δικαίωμα παραχώρησης και την αρμοδιότητα του ΟΛΘ εξαιρούνται επί του Προβλήτα 1 κτίρια που δεν απαιτούνται για την παροχή λιμενικών υπηρεσιών. Παράλληλα εξασφαλίζεται ότι θα διατηρηθούν οι σημερινές χρήσεις και λειτουργίες του Προβλήτα 1, η ελεύθερη πρόσβαση σε αυτόν και η εξακολούθηση της χρήσης του για την υλοποίηση πολιτιστικών και δημόσιων δράσεων, που θα πραγματοποιούνται κατόπιν διαβούλευσης με τον Δήμο Θεσσαλονίκης.
Συγκεκριμένα κτίρια δημοσίων υπηρεσιών εξαιρούνται του δικαιώματος παραχώρησης του ΟΛΘ, σύμφωνα με τους όρους της αναθεωρημένης σύμβασης παραχώρησης. Ο ΟΛΘ αναλαμβάνει την υποχρέωση να τηρήσει το ιστορικό αρχείο του Οργανισμού σε κατάλληλους χώρους οι οποίοι θα είναι ανοιχτοί και επισκέψιμοι από το κοινό.
Οι επενδύσεις ύψους 180 εκατ. ευρώ που καλείται να πραγματοποιήσει ο επενδυτής μέσω του ΟΛΘ στην πρώτη επταετία με την ολοκλήρωση της συμφωνίας είναι υποχρεωτικές και εξασφαλίζονται μέσω σχετικής εγγυητικής επιστολής καλής εκτέλεσης. Εξειδικεύονται στην αναθεωρημένη σύμβαση παραχώρησης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του ΟΛΘ. Εάν στην επταετία ο ΟΛΘ υπό τον έλεγχο του επενδυτή δεν τις ολοκληρώσει, κατόπιν αξιολόγησης από ανεξάρτητο τεχνικό σύμβουλο, τότε το ΤΑΙΠΕΔ μπορεί να εκπέσει την εγγυητική καλής εκτέλεσης, ενώ προβλέπονται σημαντικές οικονομικές ρήτρες και κυρώσεις.
Τμήμα των απολύτως υποχρεωτικών επενδύσεων είναι η επέκταση του Σταθμού Εμπορευματοκιβωτίων (λιμενικές υποδομές και εξοπλισμός), τα έργα αποκατάστασης του Κτιρίου Παλαιού Τελωνειακού Σταθμού και έργα γενικής ανάπτυξης του λιμένα.
Από το τέλος της πρώτης επταετίας και μέχρι το τέλος της σύμβασης θα συνεχίσουν να γίνονται σημαντικές επενδύσεις, λαμβανομένου δε υπόψη ότι στο τέλος της περιόδου παραχώρησης επιστρέφεται στο Ελληνικό Δημόσιο ένα πλήρως λειτουργικό λιμάνι, σύμφωνα με τα υψηλά πρότυπα που απαιτεί το Ελληνικό Δημόσιο.
Η σύμβαση παραχώρησης προβλέπει συγκεκριμένες προδιαγραφές λειτουργίας και συντήρησης των λιμενικών υποδομών και δεσμεύσεις ελάχιστου όγκου διακίνησης. Ο ΟΛΘ συμφωνεί και δεσμεύεται ότι το λιμάνι θα είναι σε ετοιμότητα να λειτουργεί με συγκεκριμένο ρυθμό που ανταποκρίνεται σε σύγχρονα πρότυπα έντασης λειτουργίας και εξυπηρέτησης. Στο πλαίσιο αυτό τίθενται συγκεκριμένοι στόχοι, που θα πρέπει να εκπληρωθούν μετά την πρώτη τριετία από την ισχύ της σύμβασης παραχώρησης, ενώ μετά την πρώτη πενταετία το Ελληνικό Δημόσιο, κατόπιν αξιολόγησης, θα μπορεί να επιβάλλει κυρώσεις.
Σημειώνεται ότι στο τέλος κάθε έτους, ο ΟΛΘ οφείλει να κάνει απολογισμό και υποχρεούται να δηλώνει ακριβή στοιχεία, αλλά παραμένει το δικαίωμα του Ελληνικού Δημοσίου να ελέγχει την ακρίβεια και ορθότητα των στοιχείων που θα του παρέχονται από τον ΟΛΘ.
Η τιμολόγηση των παρεχόμενων υπηρεσιών θα γίνεται με ιδιωτικά κριτήρια με εξαίρεση την ακτοπλοΐα, όπου δεν μπορεί να υπάρξει αύξηση των κοστολογήσεων ή νέες χρεώσεις, χωρίς την έγκριση του Ελληνικού Δημοσίου.
Σύμφωνα με το σχέδιο σύμβασης η δομή και όλο το διοικητικό κομμάτι που αφαιρείται από τον ΟΛΘ θα περάσει στον έλεγχο και την ευθύνη της Δημόσιας Αρχής Λιμένων (ΔΑΛ) υπό την αιγίδα του υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
Η έκδοση κανονισμών για τη λειτουργία του λιμένα και ο έλεγχος εφαρμογής τους θα είναι αρμοδιότητα της Δημόσιας Αρχής Λιμένος.
Με τη λήξη της σύμβασης παραχώρησης, η διαχείριση όλων των λιμενικών υποδομών και εξοπλισμού, πλήρως λειτουργικών, επιστρέφεται στο Ελληνικό Δημόσιο μαζί με όλες τις επενδύσεις και υποδομές/εξοπλισμό που έχουν αναπτυχθεί και υλοποιηθεί και απαιτούνται για τη λειτουργία του λιμένα.
Ο ΟΛΘ θα διατηρήσει τα εταιρικά του περιουσιακά στοιχεία (καταθέσεις, δάνεια, ακίνητα).
ΧΑΡΗΣ ΝΤΙΓΡΙΝΤΑΚΗΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής