Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Αραγε, τι θα διδάσκουν οι συνδικαλιστές στα παιδιά αν βρεθούν σε σχολικές αίθουσες; Οτι την έννοια της αξιολόγησης δεν θα τη συναντήσουν ποτέ στη ζωή τους, όταν κάθε χρόνο οι μαθητές περνούν από την πιο σκληρή δοκιμασία κρίσης των γνώσεών τους μέσω των πανελλαδικών εξετάσεων;
Οτι δεν θα πρέπει να εφαρμόζουν τους νόμους που έχει ψηφίσει η Πολιτεία ή ότι θα πρέπει να εφευρίσκουν τρόπους να τους παρακάμπτουν, όπως πράττουν οι ίδιοι μέσω της αποχής; Οτι όταν τελειώσουν τις σπουδές τους θα εργάζονται χωρίς να αναγνωρίζουν τη σημασία της διαρκούς επιμόρφωσης και την ανάγκη κάλυψης των αδυναμιών τους;
Η κυβέρνηση δεν πρέπει να χάσει αυτή τη μάχη. Οχι γιατί τα κριτήρια που έχει θέσει το υπουργείο είναι αυστηρά ή ελαστικά για τους εκπαιδευτικούς, αλλά γιατί είναι παράλογο και εντέλει αντιπαιδαγωγικό να μην αξιολογούνται επί δεκαετίες δάσκαλοι και καθηγητές.
Η απουσία ενός συστήματος αξιολόγησης για τους εκπαιδευτικούς έχει άμεσο αντίκτυπο στην πρόοδο των μαθητών. Τα Ελληνόπουλα υποχωρούν διαρκώς στους πίνακες κατάταξης της PISA (μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ) σε ό,τι αφορά τις επιδόσεις τους στα Μαθηματικά, τη Φυσική και την κατανόηση κειμένου, ή για να είμαστε ακριβέστεροι βαθμολογούνται κάτω από τη βάση.
Το «αντάρτικο» της ΔΟΕ, της ΟΛΜΕ και των υπόλοιπων συνδικαλιστικών οργανώσεων έρχεται σε σύγκρουση με τη φύση του εκπαιδευτικού, που είναι να εμφυσήσει στα παιδιά τη διαρκή μάθηση, την άμιλλα, την ισονομία και την ευθυκρισία.
Η συντριπτική πλειονότητα των γονέων τάσσεται υπέρ της αξιολόγησης των δασκάλων των παιδιών τους. Πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά όταν ζουν και εργάζονται σε ένα περιβάλλον όπου σχεδόν κρίνονται καθημερινώς. Το ίδιο ισχύει για την πλειονότητα των εκπαιδευτικών. Δεν φοβούνται την αξιολόγηση, αντιθέτως επιθυμούν την επιμόρφωση και τη διαρκή κατάρτιση γιατί το αποτέλεσμα του έργου τους θα φανεί στους μαθητές των σχολείων τους.
Μένει ώσπου να φύγει…
Οι συνδικαλιστές δίνουν μια μάχη οπισθοφυλακής σε έναν αγώνα που έχει κριθεί από την κοινωνία και τη σύγχρονη εκπαιδευτική κοινότητα. Καλό θα ήταν να αναθεωρήσουν τις θέσεις τους πριν αντιληφθούν ότι οι δυνάμεις της προόδου τούς έχουν εγκαταλείψει.
ΟΙ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΙ Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕ ΤΗ ΓΑΛΛΙΑ
Οι πιο παρατηρητικοί αναγνώστες του κειμένου της αμυντικής συμφωνίας με τη Γαλλία πρόσεξαν ότι μία από τις θεμελιώδεις αρχές στην οποία βασίσθηκε το όλο εγχείρημα ήταν το άρθρο 42 της Συνθήκης του Μάαστριχτ για το ευρωπαϊκό κεκτημένο περί αμοιβαίας άμυνας. Το δρόμο είχε ανοίξει με δύο ομιλίες του, η πρώτη στο Καστελλόριζο τον Σεπτέμβριο του 2020 και η δεύτερη τον περασμένο Μάρτιο, ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος.
Σε αυτές τις τοποθετήσεις ο κ. Παυλόπουλος είχε «φωτίσει» την οδό του κεκτημένου, η οποία τελικώς ακολουθήθηκε από την ελληνική διπλωματία για την επιτυχή κατάληξη των διαπραγματεύσεων στο Παρίσι. Είχε τονίσει ο κ. Παυλόπουλος χαρακτηριστικά τα εξής: «Η Ελλάδα έχει το δικαίωμα -αλλά και την υποχρέωση, αφού τούτο αφορά την προστασία της ελληνικής επικράτειας -τόσο για δικό της λογαριασμό όσο και απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ως πλήρες κράτος-μέλος της- να θωρακίζει αμυντικώς όλα, ανεξαιρέτως, τα νησιά της στο Αιγαίο, ανεξαρτήτως της έκτασης του εδάφους τους και του αν κατοικούνται ή όχι.
To ίδιο δικαίωμα -άρα και την ίδια υποχρέωση- αντλεί η Ελλάδα και με βάση το Ευρωπαϊκό Δίκαιο και το αντίστοιχο ευρωπαϊκό κεκτημένο, σύμφωνα με τις ακόλουθες διευκρινίσεις: Οι διατάξεις του άρθρου 42 παρ. 7 εδ. α΄ της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΣΕΕ), οι οποίες κατοχυρώνουν τις θεσμικές εγγυήσεις ενεργοποίησης της ρήτρας “Αμοιβαίας Αμυνας”, όταν απειλείται κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, παραπέμπουν ευθέως, ως προς τις προϋποθέσεις ενεργοποίησης της ρήτρας αυτής, στις διατάξεις του άρθρου 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ.
Επιπλέον, και εν όψει της κατάφωρης τουρκικής προκλητικότητας και ευθείας απειλής εναντίον της, η Ελλάδα δικαιούται, ανά πάσα στιγμή, να ζητήσει, ως κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, την ενεργοποίηση της ρήτρας “Αμοιβαίας Αμυνας”, κατά τις διατάξεις του άρθρου 42 παρ. 7 της ΣΕΕ. Προς την κατεύθυνση αυτή η Ελλάδα μπορεί να επικαλεσθεί την πρακτική, η οποία έχει έως τώρα ακολουθηθεί στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, για την ενεργοποίηση της ως άνω ρήτρας, ιδίως στις σχέσεις μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας».
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr