Γράφει ο Γιάννης Τσαπρούνης*
ΚΑΙ τι δεν ακούστηκε, λοιπόν. Οτι όποιος διαφωνεί είναι εθνικιστής. Οτι όποιος συμφωνεί είναι προδότης. Ε, καλά, αυτούς τους χαρακτηρισμούς τούς έχουμε κάνει ψωμοτύρι την τελευταία δεκαετία. Πλέον έχει ξεπεραστεί κάθε όριο. Και αν σκεφτεί κανείς τις διαρκείς στροφές και κωλοτούμπες που έχουν γίνει, τότε θα μπορούσε να ισχυριστεί πως εκείνο το 50% των πολιτών που τη μια μέρα θεωρούνται προδότες, το ίδιο 50% των πολιτών την επομένη θεωρούνται εθνικιστές. Και οι εμφυλιακοί διαξιφισμοί συνεχίζονται. Ισως να έχουμε φτάσει σε τέτοιο σημείο «εξάρτησης» που πια να αναζητούμε όλοι κάτι για να… διχαστούμε.
Ο χωρισμός της κοινωνίας σε μνημονιακούς – αντιμνημονιακούς ήταν το πρώτο μεγάλο σοκ. Το επόμενο επεισόδιο ήρθε με το ψευδοδημοψήφισμα του 2015, οπότε και όσοι ψήφιζαν «ναι» χαρακτηρίζονταν προδότες μενουμευρωπαίοι, ενώ όσοι τάσσονταν υπέρ του «όχι» ήταν πατριώτες. Και στη συνέχεια με το Σκοπιανό οι χαρακτηρισμοί παρέμειναν οι ίδιοι, μόνο που άλλαξαν… στρατόπεδα. Ενδιάμεσα δημιουργούνταν κάθε λίγο και λιγάκι νέοι «διχασμοί», πότε για σοβαρά πότε για αστεία ζητήματα. Ολοι, όμως, κάθε φορά εμφανίζονται απόλυτοι υποστηρικτές της γραμμής που δίνουν τα κόμματα, ακόμα κι αν λένε τα ακριβώς αντίθετα από ό,τι ισχυρίζονταν στο παρελθόν.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
ΚΑΙ μέσα στο διχασμό, τις περισσότερες φορές ξεχνάμε όλοι ακόμα και το ίδιο το ζήτημα που προκάλεσε την κόντρα. Ξεχνάμε ότι, κάθε φορά που αποτυγχάνουμε, τον λογαριασμό τον πληρώνουμε όλοι μαζί, «πατριώτες» και «προδότες» και «εθνικιστές».
ΑΠΛΩΣ αρνούμαστε να δούμε την πραγματικότητα. Μέχρι και τώρα αρκετοί πιστεύουν ότι η χώρα δεν χρεοκόπησε το 2010, αλλά ότι κάποιος… Γεωργίου φούσκωσε το έλλειμμα για να πέσουμε στη φάκα που είχε στήσει το ΔΝΤ. Κάποιοι άλλοι δεσμεύονταν ότι με ένα νόμο και ένα άρθρο θα εξαφάνιζαν τη λιτότητα. Και από την κουβέντα πάντοτε έλειπε και λείπει το πώς, επιτέλους, μπορούμε να φτιάξουμε μια χώρα που θα έχει οργανωμένο κράτος, μια χώρα όπου θα εφαρμόζονται οι νόμοι και όλοι θα σέβονται τους κανόνες. Απλώς μια χώρα με άλλη νοοτροπία.
ΤΩΡΑ, σχετικά με τα περί «ανταλλαγής» του Δρομέα, και αυτή η υπόθεση αφορά ζήτημα νοοτροπίας. Το γλυπτό του Κώστα Βαρώτσου αποτελεί τοπόσημο του κέντρου της Αθήνας. Είναι συνδεδεμένο με την καθημερινότητα των Αθηναίων και των επισκεπτών της πόλης εδώ και 30 χρόνια. Δεν μπορεί κανένας υπουργός να προτείνει να δοθεί όχι στα Σκόπια, αλλά ούτε στη Ρώμη και στο Παρίσι. Η υπόθεση, λοιπόν, δεν αφορά τις σχέσεις μας με τη γειτονική χώρα. Αφορά τη νοοτροπία της ελαφρότητας με την οποία πορεύονται στη διαδρομή τους αρκετοί πολιτικοί, μεταξύ αυτών και η υπουργός Πολιτισμού.
*Ο Γιάννης Τσαπρούνης είναι διευθυντής σύνταξης του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου