Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ δήλωνε ότι εμπιστευόταν τον πρωθυπουργό, μετά την περιβόητη «Βαρουφακειάδα» και η κυβέρνηση είχε μπροστά της 3 χρόνια προκειμένου να αποδείξει ότι μπορεί να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις για τις οποίες είχε δεσμευθεί και να οδηγήσει τη χώρα εκτός Μνημονίων.
ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ αποδείχθηκε ότι ο κ. Τσίπρας κυβερνά χειρότερα απ’ ό,τι διαπραγματεύεται. Σήμερα η χώρα βρίσκεται σε δεινή θέση, με τους πολίτες της εξουθενωμένους από την υποτροπή της κρίσης και τις επιχειρήσεις να κλείνουν ή να μεταναστεύουν για να αποφύγουν την υπερφορολόγηση.
ΟΣΟ ΓΙΑ τις σχέσεις μας με τους δανειστές έχουν βρεθεί στο χειρότερο σημείο των τελευταίων 7 ετών της μνημονιακής περιόδου. Το ΔΝΤ αρνείται να συμμετάσχει χρηματοδοτικά στο πρόγραμμα και, κατά συνέπεια, να δώσει «πιστοποιητικό» βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, η ΕΚΤ δηλώνει ότι δεν πρόκειται να εντάξει την Ελλάδα στην αγορά ομολόγων μέσω της ποσοτικής χαλάρωσης μέχρι να οριστικοποιηθούν μέτρα ελάφρυνσης και η Κομισιόν έχει υποχρεώσει τη χώρα σε νέο βαρύ πακέτο λιτότητας που θα ενταθεί στη διετία 2019-2020.
ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΕ αυτές τις εξελίξεις, το Μέγαρο Μαξίμου εμφανίζεται κατώτερο των περιστάσεων. Ο πρωθυπουργός μοιάζει ζαλισμένος μετά το ναυάγιο του Eurogroup της 22ας Μαΐου και οι κύκλοι του ρίχνουν ευθύνες στον Ευκλείδη Τσακαλώτο διότι δεν τον είχε ενημερώσει επαρκώς, με αποτέλεσμα αντί να φορέσει γραβάτα για το χρέος να ψάχνει «λύση ό,τι να ‘ναι και όπως να ‘ναι». Ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών εναπόθεσε τις ελπίδες για συμφωνία στη διάθεση του Γερμανού ομολόγου του. Και εδώ αρχίζουν τα πράγματα να γίνονται επικίνδυνα.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
ΟΛΑ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ότι στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου δεν θα υπάρξει κάποια καλύτερη προσφορά για το χρέος, όταν μάλιστα τον Σεπτέμβριο μεσολαβούν οι γερμανικές εκλογές. Στην καλύτερη περίπτωση θα κλείσει η αξιολόγηση, εφόσον η κυβέρνηση υλοποιήσει έως τότε καμιά 20αριά προαπαιτούμενα, και η χώρα θα πάρει τη δόση των 7 δισεκατομμυρίων.
ΤΟ ΧΡΕΟΣ μετατίθεται για το καλοκαίρι του 2018, η ΕΚΤ δεν θα εντάξει στο QE την Ελλάδα μέχρι τον Δεκέμβριο και στο μόνο για το οποίο μπορεί να ελπίζει ο πρωθυπουργός θα είναι η έξοδος στις αγορές. Αυτό που δηλαδή είχαμε κατακτήσει το 2014, γίνεται τρία χρόνια μετά (και ύστερα από την υπογραφή δύο Μνημονίων) ζητούμενο.
ΟΜΩΣ, Η ΕΞΟΔΟΣ στις αγορές δεν γίνεται με πρωθυπουργικές εντολές ή ευχολόγια. Προϋπόθεση είναι να έχει εμπεδωθεί κλίμα εμπιστοσύνης στην οικονομία και οι επενδυτές να αγοράζουν ομόλογα έχοντας τη σιγουριά ότι ύστερα από 3 ή 5 χρόνια θα πάρουν πίσω τα λεφτά τους. Αυτό όμως δεν φαίνεται να ισχύει, όπως προκύπτει από την επενδυτική άπνοια αλλά και τη διαρκή μείωση καταθέσεων, ακόμη και υπό συνθήκες capital controls.
ΟΜΩΣ, Η ΕΛΛΑΔΑ πρέπει να αποκτήσει πλήρη χρηματοδοτική πρόσβαση στις αγορές μέχρι το τέλος του τρίτου Μνημονίου. Εχουμε δηλαδή περιθώριο 12 μηνών προκειμένου να καλύπτουμε τις ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους. Σε αντίθετη περίπτωση, θα απευθυνθούμε ξανά στους δανειστές και δεν είναι σίγουρο ότι θα δώσουν άλλα χρήματα. Τότε ο Σόιμπλε μπορεί να προτείνει την εφαρμογή του δικού του σχεδίου για έξοδο της χώρας από το ευρώ και ο Τσίπρας να βρει το δικό του άλλοθι για προκήρυξη εκλογών με δίλημμα «δραχμή ή ευρώ».
ΑΣ ΤΟ ΕΧΟΥΝ υπόψη τους στην αντιπολίτευση και ιδίως στη Νέα Δημοκρατία, που οφείλουν να αποτρέψουν την εθνική καταστροφή της ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας, πριν βρεθούν μπροστά σε τετελεσμένα.
*O Πάνος Αμυράς είναι ο διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής