Είναι η πιο συχνή κινητική διαταραχή και δεν υποδηλώνει απαραίτητα μια παθολογική κατάσταση. Η κατανάλωση πολλών διεγερτικών ροφημάτων (καφές, τσάι κτλ.) ή το βαρύ κάπνισμα, ή ακόμα και το έντονο άγχος ή μια κατάσταση έντονου φόβου μπορεί να μας κάνει να τρέμουμε για κάποια ώρα.
Άλλες φορές μπορεί να τρέμουμε γιατί έχουμε μια συστηματική νόσο, όπως για παράδειγμα διαταραχή του θυρεοειδούς ή ακόμα και γιατί λαμβάνουμε κάποια φάρμακα, όπως εισπνεόμενα για το άσθμα ή φάρμακα για βελτίωση ή σταθεροποίηση της διάθεσης. Επομένως, το τρέμουλο, ή τρόμος, δεν είναι πάντα ένδειξη κάποιας νευρολογικής νόσου.
Ιδιοπαθής τρόμος
«Η πιο συχνή αιτία τρόμου στο πλαίσιο μιας νευρολογικής νόσου είναι ο ιδιοπαθής τρόμος. Μια καλοήθης κατάσταση, στην οποία τα χέρια ή και το κεφάλι τρέμουν, από σχετικά νεαρή ηλικία ή και αργότερα, με τον τρόμο να εμφανίζεται κατά τη διάρκεια μιας κίνησης, μιας ενέργειας, όχι δηλαδή στην ηρεμία», παρατηρεί η κα. Μαρία Σταμέλου, Υπεύθυνη Τμήματος Πάρκινσον και Κινητικών Διαταραχών, ΥΓΕΙΑ.
«Συνήθως, υπάρχει οικογενειακό ιστορικό, ενώ, προϊούσης της ηλικίας, τείνει να χειροτερεύει. Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν χρειάζεται κάποια θεραπεία. Εάν, ωστόσο, ο τρόμος επηρεάζει τις δραστηριότητες της καθημερινότητας, τότε συστήνεται φαρμακευτική θεραπεία».
Σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις που δεν ανταποκρίνονται στην φαρμακευτική θεραπεία, υπάρχει και η δυνατότητα της χειρουργικής θεραπείας με παλαιότερες και νεότερες τεχνικές, με εξαιρετικά αποτελέσματα.
Ο δυστονικός τρόμος
Ο δυστονικός τρόμος είναι μια άλλη συχνή αιτία τρόμου και σχετίζεται με την ύπαρξη δυστονίας σε κάποιο σημείο του σώματος. Και εκεί υπάρχουν φαρμακευτικές και χειρουργικές θεραπείες ανάλογα με τον ασθενή. Η διάγνωση αλλά και η επιλογή της θεραπείας που είναι κατάλληλη για τον κάθε ασθενή, πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένο νευρολόγο.
Ο τρόμος στην ηρεμία «δείχνει» Πάρκινσον
Ο τρόμος στην ηρεμία (δηλαδή όταν το χέρι ή το πόδι δεν κάνει κάποια κίνηση) ή ο τρόμος που είναι ασύμμετρος (μόνο στη μία πλευρά του σώματος, ή σαφώς πιο έντονος στην μια πλευρά), ο οποίος εξαφανίζεται κατά την κίνηση του μέλους – πόδι, χέρι, ή σαγόνι- έχει τα χαρακτηριστικά του τρόμου που απαντάται στην νόσο Πάρκινσον.
Ωστόσο, μόνο ο τρόμος δεν αρκεί για να βγει η διάγνωση της νόσου, καθώς απαιτείται να συνυπάρχουν και άλλα ευρήματα στην κλινική εξέταση του νευρολόγου. Μάλιστα, μόνο το 30% των ασθενών με Πάρκινσον θα εμφανίσουν τρόμο ως το βασικό σύμπτωμα, το οποίο μάλιστα, προϊούσης της νόσου, μπορεί και να ελαττώνεται, μολονότι η νόσος εξελίσσεται. Η αντιμετώπιση του τρόμου στη νόσο Πάρκινσον είναι διαφορετική από τις υπόλοιπες μορφές και εντάσσεται στο πλαίσιο της γενικότερης αντιμετώπισης της νόσου.
Συμπερασματικά, όποιος τρέμει δεν έχει απαραίτητα Πάρκινσον, και όποιος έχει Πάρκινσον δεν είναι απαραίτητο να τρέμει.