Στην ομιλία του, ο Έλληνας ΥΠΕΞ επισήμανε ότι η ελληνική πλευρά θεωρεί το καθεστώς των εγγυήσεων παρωχημένο. «Πιστεύουμε – και προσωπικά πιστεύω- ότι είναι ένα καθεστώς της εποχής της αποικιοκρατίας. Το έχουμε ξεπεράσει. Και δεν είναι ανάγκη να το ζητήσει κανείς. Σήμερα οι σχέσεις των κρατών συνδέονται με αλληλεξάρτηση και με την θετική εκδήλωση ήπιας ισχύος», ανάφερε χαρακτηριστικά.
Δείτε παρακάτω την πλήρη του ομιλία
«Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και τον νέο Γενικό Γραμματέα, κύριο Γκουτιέρες, ο οποίος από την πρώτη μέρα που ανέλαβε παλεύει για να λυθεί το πρόβλημα της Κύπρου. Θα ήθελα, επίσης, να ευχαριστήσω τον κύριο Έιντε.
Έχουμε φιλικές σχέσεις με πάρα πολλούς από τους παριστάμενους σε αυτή την αίθουσα. Βλέπω ανθρώπους που γνωρίζω δεκαετίες, όχι μόνο από την Κύπρο, όχι μόνο από το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και από την Τουρκία, όπως και Τουρκοκύπριους.
Είμαστε σε μια περιοχή που μας δένουν πολλά πράγματα και πολλές ώρες συζητήσεων. Γιατί έχουν πραγματοποιηθεί αυτές οι ώρες των συζητήσεων; Γιατί θέλουμε να λύσουμε ένα ιστορικό πρόβλημα, το οποίο δεν το έχει κατασκευάσει η δικιά μας γενιά. Εμείς είμαστε μια γενιά που ελπίζουμε και θέλουμε να το λύσουμε. Ο Πρωθυπουργός μας γεννήθηκε το 1974 και από την στιγμή της γέννησής του ζει με το Κυπριακό πρόβλημα.
Είμαστε η γενιά που θέλουμε, λοιπόν, τη λύση.
Θέλουμε να λύσουμε ένα ιστορικό ζήτημα και όπως συνηθίζω να λέω, η ιστορία δεν πρέπει να είναι φυλακή, αντιθέτως η ιστορία πρέπει να είναι σχολείο. Πρέπει να μάθουμε πώς να λύνουμε προβλήματα και όχι πώς να προκαλούμε και αυτή είναι η βούλησή μας.
Θέλουμε αυτή η λύση που θα βρούμε – είμαστε σίγουροι ότι μπορούμε και ότι πρέπει να τη βρούμε- να ακολουθεί το πνεύμα και το γράμμα του καταστατικού χάρτη και των αποφάσεων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για το Κυπριακό.
Θέλουμε να λύσουμε ένα πρόβλημα, αλλά συγχρόνως, θέλουμε και να υλοποιήσουμε τις δεσμεύσεις που έχουμε αναλάβει όλα τα τελευταία χρόνια. Η λύση που προωθούμε είναι μια λύση ιστορικής ευθύνης για ένα καλύτερο μέλλον για την Κύπρο.
Έχουμε την τύχη να υπάρχουν δύο ηγέτες στο νησί, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο κ. Ακιντζί, οι οποίοι έχουν επιδείξει πολιτικό θάρρος, διορατικότητα, σοβαρότητα στο να λύσουν το κοινό τους πρόβλημα. Από την πρώτη στιγμή που ήρθαμε στην Κυβέρνηση -αλλά και πάντοτε ως Ελλάδα- είχαμε στόχο μας την προστασία των δικαιωμάτων όλων των πολιτών της Κύπρου.
Οι δημοκρατικές μας αρχές, οι αρχές έναντι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η ιστορία μας μέσα στις χιλιετηρίδες, μας δίδαξαν ότι πρέπει εξίσου να υπερασπιστούμε τα συμφέροντα τόσο της ελληνοκυπριακής, όσο και της τουρκοκυπριακής Κοινότητας, αλλά και τα συμφέροντα των τριών μειονοτήτων του νησιού.
ΑΟΖ Τουρκίας - Συρίας: Διπλωματικός συναγερμός σε Λευκωσία και Αθήνα - «Τα μαζεύει» ο Ουράλογλου
Ήθελα να ευχαριστήσω τον κύριο Έιντε ιδιαίτερα γιατί υπήρξε ο πρώτος συνομιλητής που ανταποκρίθηκε στο ζήτημα της ύπαρξης τριών μειονοτήτων στην Κύπρο και δημοκρατικά οφείλουμε να τις λαμβάνουμε υπ’ όψιν, μολονότι βέβαια ο κύριος όγκος του πληθυσμού είναι οι δύο κοινότητες.
Θέλουμε την προστασία των δικαιωμάτων και θέλω να επαναλάβω αυτό που είπα στην πρώτη συνάντηση που είχα στον ΟΗΕ πριν από 20 μήνες: η λύση του κυπριακού πρέπει να αποδίδει τη μέγιστη δυνατή ισότητα και δικαιώματα στους Τουρκοκυπρίους. Πρέπει οι Τουρκοκύπριοι φίλοι μας, ως συμπολίτες των Ελληνοκυπρίων, να νιώθουν ότι η Κύπρος είναι το νησί τους• ότι πάνω σε αυτό το νησί μπορούν να ονειρεύονται το μέλλον τους• ότι μπορούν να σκέφτονται ότι τα παιδιά τους θα ζήσουν σε αυτό το νησί.
Ότι θα είναι δικό τους νησί και ότι δεν ανήκει σε κανέναν άλλον, εκτός του κυπριακού λαού που συστατικό του είναι οι Τουρκοκύπριοι. Οι Τουρκοκύπριοι πρέπει να νιώθουν ασφαλείς. Και πάνω από όλα, όπως συνηθίζω να λέω, όλες οι παρούσες και μέλλουσες γενιές Τουρκοκυπρίων, όπως βέβαια και Ελληνοκυπρίων, πρέπει να έχουν το δικαίωμα να ονειρεύονται. Και να ονειρεύονται τον εαυτό τους σε αυτό το νησί, σε αυτή τη δικιά τους πατρίδα.
Από την άλλη οι Ελληνοκύπριοι πρέπει και δικαιούνται, επίσης, να νιώθουν ασφαλείς. Πρέπει να δικαιούνται να νιώθουν ότι δεν κινδυνεύουν σε αυτό το νησί και μαζί με τους Τουρκοκύπριους συμπολίτες τους και τις τρεις μειονότητες να είναι κύριοι του νησιού.
Για εμάς η Κύπρος είναι και σήμερα ένας φάρος σταθερότητας σε μια ασταθή περιοχή, αλλά μπορεί να γίνει συνολικά με τις δύο κοινότητες, μια δύναμη ειρήνης για την Μέση Ανατολή. Και ένα παράδειγμα ότι μπορούμε να λύσουμε ακόμη και αυτό που μας φαίνεται δύσκολο.
Τα προβλήματα υπάρχουν όχι μόνο για να τα περιγράφουμε, αλλά και για να τα λύνουμε. Βέβαια, η ζωή θα βγάλει μετά και άλλα προβλήματα. Αλλά θα πρέπει πρώτα να λύνουμε αυτά που υπάρχουν.
Θέλουμε λοιπόν μία λύση και γι’ αυτό συνεργαζόμαστε για την επανένωση της Κύπρου. Πιστεύουμε ότι η ενιαία Κύπρος θα δώσει ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη. Διότι όλες οι χώρες υποφέρουμε από την κρίση που υπάρχει στην περιοχή. Οι πόλεμοι σε Συρία και Ιράκ, η κατάσταση στην Λιβύη, η ευρύτερη αστάθεια που επικρατεί ως προς την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη όλων μας. Και των Κυπρίων αλλά και ημών.
Θεωρούμε ότι πρέπει να βρούμε τη βέλτιστη λύση θέτοντας ως κριτήριο να είναι δίκαιη, να ανταποκρίνεται στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο και ταυτόχρονα, να είναι πειστική, ώστε οι δύο κοινότητες να ψηφίσουν υπέρ και να κυρωθεί μέσω των δημοψηφισμάτων που θα ακολουθήσουν.
Στην Ελλάδα, πιστεύουμε -και το έχουμε διατυπώσει- ότι το καθεστώς των εγγυήσεων είναι παρωχημένο. Πιστεύουμε – και προσωπικά πιστεύω- ότι είναι ένα καθεστώς της εποχής της αποικιοκρατίας. Το έχουμε ξεπεράσει. Και δεν είναι ανάγκη να το ζητήσει κανείς. Σήμερα οι σχέσεις των κρατών συνδέονται με αλληλεξάρτηση και με την θετική εκδήλωση ήπιας ισχύος (soft power).
Πιστεύουμε ότι ο φόβος ή ο κίνδυνος χρήσης βίας από τρίτους πρέπει να εξαλειφθούν από τον χάρτη της Κύπρου. Πιστεύουμε ότι πρέπει να συμφωνήσουμε στην οριστική λύση του προβλήματος ασφάλειας της Κύπρου.
Και αυτό σημαίνει αποχώρηση των στρατευμάτων, κάτω από την ομπρέλα του ΟΗΕ, ίσως με έναν δημιουργικό ρόλο του ΟΑΣΕ. Πιστεύουμε ότι η Κύπρος πρέπει να βρει ένα καθεστώς εσωτερικής ασφάλειας.
Όπως ξέρετε, ουδέποτε μιλήσαμε είτε σε συναντήσεις, είτε δημοσίως για την εσωτερική πτυχή του Κυπριακού ζητήματος, διότι μας ενδιαφέρει μεν, αλλά δεν δικαιούμαστε κάτι τέτοιο, καθότι έχουμε να κάνουμε με ένα ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος. Μας ενδιαφέρει όμως η ασφάλεια όλων των πολιτών.
Πιστεύω βαθειά ο ίδιος και η κυβέρνησή μου ότι αυτό το σχέδιο που με θάρρος προωθούν οι δύο ηγέτες φέρνει μια κατάσταση διαφορετική από το 1963. Η δημιουργία δύο Πολιτειών στην Κύπρο, η σε μεγάλο βαθμό αυτοκυβέρνηση των Τουρκοκυπρίων, η αυτοδιοίκησή τους, αποτελεί την μέγιστη εγγύηση ότι θα πράξουν καλά τα του οίκου τους. Είτε όσον αφορά τον επιμέρους οίκο τους, είτε όσον αφορά τον συνολικά την Κύπρο.
Πιστεύω επίσης ότι η καλύτερη εγγύηση για τα δικαιώματα των πολιτών, συλλογικά και ατομικά, αποτελεί η Ευρωπαϊκή Ένωση. Και ευχαριστώ πάρα πολύ τον Πρόεδρο Γιούνκερ, που ξέρουμε πόσο φορτωμένο είναι το πρόγραμμά του, όπως επίσης και την Ύπατη Εκπρόσωπο της ΕΕ, κα Μογκερίνι, για την παρουσία τους και τη συμβολή τους.
Εμείς ως Ελλάδα ξέρουμε ποιο είναι το κόστος αν κάποιος παραβιάσει κανόνες της ΕΕ και ξέρουμε ότι η ΕΕ διαθέτει πάρα πολλά εργαλεία για να επιβάλει αυτό που θεωρεί σωστό.
Δεν το λέμε φιλολογικά. Τα τελευταία επτά χρόνια το έχουμε συναντήσει και πιστεύουμε ότι η ΕΕ έχει τα μέτρα και τα μέσα να υπερασπιστεί τα συμφωνηθέντα έναντι οιουδήποτε, εντός ΕΕ και εντός Κύπρου, θελήσει να αποκλίνει από αυτά. Το ίδιο πιστεύω και για τον ΟΗΕ.
Επίσης, θεωρώ μεγάλη υπόθεση αυτό που διαβάζω για τη δημιουργία πολιτειακών αστυνομιών, ομοσπονδιακής αστυνομίας και διεθνούς αστυνομίας, γιατί και αυτές εγγυώνται την ασφάλεια όλων των μερών. Προσπάθησα και ως ακαδημαϊκός να μελετήσω ποια είναι τα προβλήματα που προκαλούν ανασφάλεια και για τις δυο κοινότητες. Στο βαθμό που κατανοώ, τα προβλήματα ανασφάλειας που υπάρχουν στο εσωτερικό της Κύπρου αντιμετωπίζονται με αστυνομικά μέσα, αντιμετωπίζονται με δικαιοσύνη. Δεν απαιτείται οποιαδήποτε έξαρση αρνητικών φαινομένων, παρέμβαση στρατού, βομβαρδισμοί ή ό,τι άλλο.
Γι ‘αυτό πιστεύουμε ότι χρειαζόμαστε μια Κύπρο ανεξάρτητη και κυρίαρχη με όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις ενός κράτους-μέλους του ΟΗΕ και της ΕΕ. Γι’ αυτό πιστεύουμε ότι αξίζει τον κόπο -και θα το αναλύσουμε κατά τις διαπραγματεύσεις και τις συνομιλίες μας- να εφαρμοστούν συμφωνίες τέτοιες, όπως ήταν οι συμφωνίες στάθμευσης των γερμανικών στρατευμάτων το 1990, κατά την αποχώρηση των σοβιετικών στρατευμάτων από την ανατολική Γερμανία.
Η συγκεκριμένη συμφωνία στάθμευσης -που είχε προσωρινό χαρακτήρα- είναι ένα καλό παράδειγμα. Επίσης, έχουμε υποβάλει, από πλευράς μας, συγκεκριμένη πρόταση φιλίας μεταξύ Κύπρου, Τουρκίας και Ελλάδας. Όπως λέω στους Τούρκους φίλους μου – τους οποίους σέβομαι πάρα πολύ- ο Αλλάχ έριξε ζαριές και μας έριξε σε μια γωνιά του κόσμου και πρέπει σε αυτή τη γωνιά του κόσμου να συμβιώσουμε κατά τον πιο δημιουργικό και καλό τρόπο. Πρέπει να ακολουθήσουμε- αν θέλει κανείς- ακόμα και τους ειδικούς κανόνες της κοινωνίας μας, της παράδοσής μας και της θρησκείας μας.
Πιστεύω επίσης ότι το μέλλον ολόκληρης της Κύπρου βρίσκεται στην ΕΕ, όπως και το μέλλον της Τουρκίας. Δράττομαι της ευκαιρίας να πω για άλλη μια φορά ότι, η Ελλάδα είναι σταθερός φίλος και σύμμαχος της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας. Αν υπάρχει μια χώρα στην ΕΕ που πιστεύει σε αυτή την προοπτική για την Τουρκία είμαστε εμείς.
Πιστεύουμε ότι στο βαθμό που θα λύσουμε τα προβλήματά μας -είμαι σίγουρος ότι θα το κάνουμε- η Κύπρος, η Ελλάδα και η Τουρκία μέσω ενός Συμφώνου Φιλίας θα συνθέσουμε ένα ισχυρό τρίο μέσα στην ΕΕ, μέσα στον κόσμο που ανήκουμε, σε έναν κόσμο που ένα ισχυρό ψήφισμα του ΣΑ ΟΗΕ θα κατοχυρώσει την κυριαρχία της ενωμένης Κύπρου.
Οι ευκαιρίες στη ζωή δεν δίνονται κάθε μέρα: από τον έρωτα που καταλήγει σε γάμο, μέχρι τη συζήτηση που θα έχουμε εδώ και θα καταλήξει σε μια ενιαία και κυρίαρχη Κύπρο που θα λειτουργεί ως υπεύθυνος παράγοντας στην ευρωπαϊκή και διεθνή πολιτική σκηνή.
Θέλω να ευχαριστήσω ξανά τον ΓΓ του ΟΗΕ, κ. Γκουτιέρες, τον Ειδικό Απεσταλμένο του ΓΓ ΟΗΕ, κ. Έιντε, τον κ. Γιούνκερ και την κα Μογκερίνι, να ευχαριστήσω τους φίλους μου από την τουρκική Αντιπροσωπεία, τις κυπριακές Αντιπροσωπείες, καθώς και τη βρετανική για όλες τις συζητήσεις που είχαμε, για τον κοινό καημό που λέμε εμείς στην Ανατολή και για τα συναισθήματά μας.
Η πολιτική, όπως λέω, θέλει ορθολογισμό, αλλά και συναίσθημα. Με αυτά τα δύο θα λύσουμε το κυπριακό πρόβλημα.
Ευχαριστώ πολύ».