Το δικαστήριο, εκδικάζοντας την προσφυγή της ΑΓΕΤ Ηρακλής,πήρε την συγκεκριμένη απόφαση που πρακτικά σημαίνει ότι το υπουργείο Εργασίας στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης πρέπει να δεχτεί τον περιορισμό ή την κατάργηση του υπουργικού «βέτο» ώστε να μην εμποδίζονται οι ομαδικές απολύσεις όταν είναι αιτιολογημένες βάσει οικονομικών και άλλων κριτηρίων.
Στο σκεπτικό της απόφασης αναφέρεται ότι:
1) Ο εργοδότης που προτίθεται να προβεί σε ομαδικές απολύσεις, υποχρεούται να πραγματοποιεί, εγκαίρως, διαβουλεύσεις με τους εκπροσώπους των εργαζομένων με σκοπό την επίτευξη συμφωνίας.
2) Οι διαβουλεύσεις αφορούν τουλάχιστον τις δυνατότητες αποφυγής ή μείωσης των ομαδικών απολύσεων, καθώς και τις δυνατότητες άμβλυνσης των συνεπειών, διά της προσφυγής σε συνοδευτικά κοινωνικά μέτρα με σκοπό τη βοήθεια για την επαναπασχόληση ή τον αναπροσανατολισμό των απολυομένων εργαζομένων.
3) Το δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες ως προς το αν συνάδει με τους σκοπούς και την πρακτική αποτελεσματικότητα της οδηγίας 98/59 το να εξαρτάται η χορήγηση της ως άνω εγκρίσεως από κριτήρια όπως είναι οι συνθήκες της αγοράς εργασίας και το συμφέρον της εθνικής οικονομίας, στο μέτρο που τα κριτήρια αυτά, μολονότι συνδέονται με θεμιτούς σκοπούς γενικού συμφέροντος όπως η καταπολέμηση της ανεργίας και η εθνική οικονομική ανάπτυξη, ενδέχεται, παράλληλα, να οδηγήσουν σε αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών, σε υποκατάσταση των προβλεπομένων από την οδηγία αυτή διαδικασιών πληροφορήσεως και διαβουλεύσεως από διαδικασία εγκρίσεως, καθώς και σε δυσανάλογο περιορισμό της επιχειρηματικής ελευθερίας του εργοδότη.