Η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου με τις ψήφους 265 βουλευτών αναμένεται να εκλεγεί ως η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Η εκλογή της σηματοδοτεί για την κυβέρνηση την ενότητα και την οριστική έξοδο από την δεκαετή κρίση που βίωσε η χώρα, ενώ, η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να προτείνει την μέχρι πρότινος Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας για την Προεδρία της Δημοκρατίας περιείχε πολλαπλά μηνύματα και ξεκάθαρο πολιτικό στίγμα.
Είναι ένας άνθρωπος πολυσχιδής και πολυπράγμων. Προσπαθεί να κάνει καλύτερο τον κόσμο γύρω της, σε όλες τις δραστηριότητές της. Ετσι περιγράφουν την Αικατερίνη Σακελλαροπούλου οι άνθρωποι που τη γνωρίζουν, υπογραμμίζοντας πως είναι ένας πράος και χαμηλών τόνων άνθρωπος, ταυτόχρονα με μία καταρτισμένη επιστήμονα διεθνούς κύρους.
Η πρώτη γυναίκα πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας -που πολύ σύντομα θα είναι και η πρώτη Ελληνίδα Πρόεδρος της Δημοκρατίας και μάλιστα με ευρεία πλειοψηφία- είναι ένα ανήσυχο πνεύμα, που στο σύντομο διάστημα που παρέμεινε τελικά επικεφαλής του ΣτΕ απέδειξε πως δεν την ενδιαφέρει ο «τίτλος» της προέδρου, αλλά να τον χρησιμοποιήσει για να παραγάγει έργο.
Οι παρεμβάσεις της σε οργανωτικό επίπεδο άλλαξαν κατά γενική ομολογία προς το καλύτερο τη λειτουργία του Δικαστηρίου, ειδικά σε ό,τι αφορά τον χρόνο εκδίκασης των υποθέσεων, αλλά και για τη θεσμική επικοινωνία του δικαστηρίου με τους δικαστικούς συντάκτες, που επίσης θεμελιώθηκε επί των ημερών της, παρά τις «δυσκολίες» των ευρωπαϊκών νόμων περί προσωπικών δεδομένων.
Η Αικ. Σακελλαροπούλου όμως χρησιμοποίησε τη «φωνή» της από τη θέση της προέδρου του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου όποτε το έκρινε σκόπιμο, όχι με τη μορφή παρεμβάσεων, αλλά παραινέσεων και συμβουλών. Οπως κατά την πρόσφατη συνέλευση της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, η οποία διεξήχθη σε τεταμένο κλίμα, λόγω της δημόσιας αντιπαράθεσης δικαστικών λειτουργών που είχε προηγηθεί. Η κ. Σακελλαροπούλου, σε μία πολύ συνοπτική τοποθέτηση, εξέφρασε την άποψη πως «είναι αναγκαίο ο δημόσιος λόγος των δικαστών να διέπεται από αυτοσυγκράτηση», κάνοντας μάλιστα ειδική μνεία στους ασχολουμένους με τον συνδικαλισμό συναδέλφους της, αφού σε διαφορετική περίπτωση «το κύρος της Δικαιοσύνης πλήττεται», ενώ, με αφορμή την πολιτική αντιπαράθεση που έχει προκύψει για χειρισμούς δικαστικών λειτουργών σε σειρά υποθέσεων, υπενθύμισε την αναγκαιότητα «διαφύλαξης της ανεξαρτησίας και της αμεροληψίας μας».
Η επόμενη κάτοικος του Προεδρικού Μεγάρου, άλλωστε, γνωρίζει πολύ καλά από συνδικαλισμό, αφού διετέλεσε δύο φορές πρόεδρος της Ενωσης Δικαστικών Λειτουργών του ΣτΕ, και μάλιστα σε δύο διαφορετικές χρονικές περιόδους (1993-1995 και 2000-2001), με τους συναδέλφους της να την τιμούν, παρόλο που κατά την πρώτη θητεία της ήταν ακόμη στον βαθμό της παρέδρου. Η Αικ. Σακελλαροπούλου χαίρει μεγάλης εκτίμησης στον νομικό και τον δικαστικό κόσμο, με τη συνδικαλιστική ένωση δικαστών του ΣτΕ να εκφράζει τον ενθουσιασμό της για την πρόταση του πρωθυπουργού. Κι αυτό παρά το γεγονός πως η πρόεδρος του ΣτΕ είχε παραιτηθεί από μέλος της Ενωσης, λόγω της ανακοίνωσης που είχε βγάλει μετά την αναβολή της εκδίκασης της υπόθεσης του νόμου Παππά περί τηλεοπτικών αδειών και είχε προηγηθεί δημόσια αντιπαράθεση με τον προκάτοχό της στην προεδρία του δικαστηρίου, Νίκο Σακελλαρίου. Είναι εμφανές, ωστόσο, πως παρά τυχόν επιμέρους διαφωνίες, η κ. Σακελλαροπούλου εκτιμάται για το ποιόν του χαρακτήρα της, το θάρρος της γνώμης της και φυσικά για την επιστημονική της κατάρτιση.
Χαρίσματα τα οποία «έθεσε στην υπηρεσία της κοινωνίας» μέσω των παρεμβάσεών της, όπως όταν ο οργανισμός «διαΝΕΟσις» τής ζήτησε (μαζί με άλλους δικαστές) να συγγράψουν ένα βιβλίο με προτάσεις για τη βελτίωση απονομής της Δικαιοσύνης. Σε αυτό, η κ. Σακελλαροπούλου πρότεινε μία σειρά από λύσεις για να λυθούν τα χρόνια προβλήματα της Δικαιοσύνης, σε ό,τι αφορά τη χωροταξική τους οργάνωση, τις νέες τεχνολογίες, τους εξωδικαστικούς θεσμούς όπως η διαμεσολάβηση και τους προσανατολισμούς της δικαστικής εκπαίδευσης. «Τι ήταν αυτό που μας ένωσε; Ηταν η κοινή ανησυχία για τα προβλήματα της Δικαιοσύνης και οι εικόνες που έχουμε από χώρες όπου τα πράγματα λειτουργούν καλύτερα», ανέφερε η ίδια κατά την παρουσίαση του βιβλίου.
Η πρόεδρος του ΣτΕ είναι απόλυτα ενεργή όμως και για να βοηθήσει τις χώρες όπου τα πράγματα πάνε χειρότερα από την Ελλάδα, όπως η Τουρκία, όπου πολλοί δικαστές φυλακίστηκαν μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα, αλλά και χώρες της Ε.Ε., όπως η Ουγγαρία ή η Πολωνία, όπου οι εκλεγμένες κυβερνήσεις ψηφίζουν μέτρα που περιορίζουν τη δικαστική ανεξαρτησία: «Ο αγώνας κατά κανέναν τρόπο δεν μπορεί να δοθεί μόνο από τα δικαστήρια, το μόνο που μπορεί κανείς να περιμένει είναι τα δικαστήρια να σηκώσουν το βάρος που τους αναλογεί. Η υπεράσπιση της Ευρωπαϊκής Ενωσης χρειάζεται τον καθένα από μας», τόνιζε κατά την εκδήλωση παρουσίασης του συλλογικού βιβλίου «Κρίση κράτους δικαίου στην Ε.Ε.».
Οι δημόσιες τοποθετήσεις της αποδεικνύουν αυτό που τονίζει ο νομικός κόσμος, ότι δηλαδή «έχει κοινωνικό πρόσημο στον τρόπο που χειρίζεται τη σχέση του δικαστηρίου με την κοινωνία. Ο νομικός κόσμος εκτιμά τον τρόπο που χειρίστηκε τις σημαντικές υποθέσεις, με βάση τον νόμο και όχι την κοινή γνώμη», σημειώνει ο πρόεδρος της Εταιρίας Μελετών Δημοσίου Δικαίου Θεσσαλονίκης, Γιάννης Πιτσιώρας.
Προοδευτική, απλή και προσιτή στα όρια του αντισυμβατικού
Οι συνάδελφοί της περιγράφουν έναν ουσιαστικά προοδευτικό άνθρωπο, με ιδιαίτερες ικανότητες, που όμως είναι απλή και προσιτή, ακόμη και στα όρια του αντισυμβατικού. Διατηρεί λογαριασμό στο facebook, με πλήθος φωτογραφιών από την προσωπική της ζωή, από ημέρες χαλάρωσης και διακοπών, πολιτιστικές εκδηλώσεις, επισκέψεις σε μουσεία, εικόνες με την οικογένειά της, αλλά και με τον αείμνηστο πατέρα της, που ήταν αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου.
Για τη δικαστική και την επιστημονική της πορεία οι συνάδελφοί της έχουν μόνο καλά λόγια να πουν, τονίζοντας πως ποτέ δεν επαναπαύθηκε: Από το 2015 είναι πρόεδρος στην Ελληνική Εταιρία Δικαίου του Περιβάλλοντος, στο οποίο έχει υψηλή κατάρτιση, με προτάσεις και εκτεταμένη βιβλιογραφία, για δύσκολα θέματα, όπως η αυθαίρετη δόμηση, ο χωροταξικός σχεδιασμός, η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος εν μέσω οικονομικής κρίσης κ.λπ. Ταυτόχρονα, έχει καταφέρει να «παντρέψει» την αγάπη της για το περιβάλλον και τον πολιτισμό με την επαγγελματική της πορεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το βιβλίο «Από τα προσφυγικά της λεωφόρου Αλεξάνδρας στα διατηρητέα της Διονυσίου Αρεοπαγίτου: Η μνήμη που αντιστέκεται», που περιλαμβάνεται στον τιμητικό τόμο προς τον πρώην πρόεδρο του ΣτΕ, Κων/νο Μενουδάκο, το οποίο συνέγραψε μετά την ενασχόλησή της, ως εισηγήτρια στο Ανώτατο Ακυρωτικό, με πληθώρα σχετικών ζητημάτων (ειδικά για τα «προσφυγικά», ήταν η εισηγήτρια δικαστής στη δίκη στο ΣτΕ, με το δικαστήριο να κάνει δεκτή την πρότασή της κρίνοντας το οίκημα διατηρητέο).
Η κριτική για τις μνημονιακές υποθέσεις που χειρίστηκε και οι ψύχραιμες απαντήσεις της
Μετά την ανακοίνωση της επιλογής του Κυρ. Μητσοτάκη να την προτείνει ως Προέδρο της Δημοκρατίας, δεν έλειψε η κριτική για αποφάσεις της (και του Συμβουλίου της Επικρατείας γενικότερα), για πληθώρα «μνημονιακών» υποθέσεων. Η ίδια, σε πρόσφατη εκδήλωση για την παρουσίαση του βιβλίου του φίλου της Ευάγγελου Βενιζέλου για την αναθεώρηση του Συντάγματος, είχε εκφράσει τον προβληματισμό της. «Από την απόφαση για το πρώτο μνημόνιο οι δικαστές κοιτάμε την κατάσταση στην κοινωνία και σκεφτόμαστε, γνωρίζω πολύ καλά την κριτική που έχει ασκηθεί προς τους δικαστές», είχε ομολογήσει. «Αυτό που εκφράζεται μέσα από αυτές τις αποφάσεις, είτε το αποκαλέσουμε επιβάρυνση οικονομική είτε κάπως αλλιώς, τίθεται στο επίκεντρο λόγω της βαθιάς κρίσης που πέρασε η χώρα. Στους δικαστές του ΣτΕ έλαχε ο κλήρος να αντιμετωπίσουν τα θέματα αυτά. Και αν διεύρυναν την έννοια του δημοσίου συμφέροντος ώστε να περιλάβει και το ταμιευτικό συμφέρον, αυτό έγινε γιατί οι αποφάσεις του δικαστηρίου δεν έχουν μαγικές ικανότητες. Επρεπε να δούμε σε ποια χώρα βρισκόμαστε. Ποιος δικαστής μπορεί να πει: “Οχι, θα καταβληθούν όλες οι συντάξεις και οι μισθοί”;», ανέφερε.
«Στις πρώτες αποφάσεις για τα αυθαίρετα, όταν κρίναμε τον νόμο αντισυνταγματικό, τονίζαμε ότι μόνο το ταμειακό συμφέρον του Δημοσίου δεν μπορεί να προσπεράσει προβλήματα όπως ο κίνδυνος που προκύπτει για το περιβάλλον. Στα θέματα όμως των μισθών ή των συντάξεων είναι αυτονόητο ότι πρέπει να σταθμίσεις δύο οικονομικά “συμφέροντα” που συγκρούονται, του κράτους και του πολίτη. Εναπόκειται στην κρίση του δικαστή η σειρά και ο τρόπος που θα τα σταθμίσει», πρόσθετε.
Διακομματική εκτίμηση
Στην ίδια εκδήλωση, η κ. Σακελλαροπούλου δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της, όταν αναφέρθηκε στον αείμνηστο καθηγητή Σταύρο Τσακυράκη, με τον οποίο τη συνέδεε επίσης στενή φιλία, ενώ τον είχε δημοσίως υπερασπιστεί στην αντιπαράθεσή του με τη Βασιλική Θάνου. Είναι άγνωστο αν στο πρόσωπό της επαληθεύεται η λαϊκή ρήση «δείξε μου τον φίλο σου να σου πω ποιος είσαι», πάντως η εκτίμηση προς το πρόσωπό της είναι διακομματική από όλους τους πολιτικούς χώρους. Αλλωστε, ήταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ που την επέλεξε ως πρόεδρο του Ανώτατου Ακυρωτικού, με την ίδια ωστόσο να μην κάνει «εκπτώσεις» στις προσωπικές σχέσεις ή τις απόψεις της.
Κοντά στους νέους
Παρ’ όλα αυτά, όμως, η κ. Σακελλαροπούλου ήταν παρούσα ακόμη και σε εκδηλώσεις φοιτητών, όπως του περιοδικού «Νομικός Παλμός», του περιοδικού που εκδίδουν οι φοιτητές της Νομικής Αθήνας, δίνοντας το «παρών» μαζί με δικηγόρους, απαντώντας στις ερωτήσεις των νέων. Οπως αναφέρει ο τότε αρχισυντάκτης του περιοδικού Νίκος Μάλαμας, ήταν κάτι παραπάνω από προσιτή στις ερωτήσεις των φοιτητών. Αντίστοιχα, έδινε συχνά το «παρών» και σε ακαδημαϊκές εκδηλώσεις, ειδικά του τομέα Δημοσίου Δικαίου του ΑΠΘ στη γενέτειρά της Θεσσαλονίκη. Σε μία από αυτές, τον Μάρτιο του 2018, έδειχνε να έχει πλήρη επίγνωση της… μοίρας του δικαστή: «Ο ακυρωτικός έλεγχος είναι σαφές ότι ενοχλεί. Καμία κυβέρνηση δεν θέλει να της ακυρώνουν διοικητικές πράξεις, καμία κυβέρνηση δεν θέλει να πέφτουν οι νόμοι που ψηφίζει και γι’ αυτό συνήθως είμαστε συμπαθείς στην εκάστοτε αντιπολίτευση και αντιπαθείς προς τη συμπολίτευση», έλεγε προς τους φοιτητές, προτρέποντάς τους να έχουν «κλειστά αφτιά» σε εξωτερικές παρεμβάσεις, από όποιο πόστο και αν υπηρετήσουν τη Δικαιοσύνη ή τους θεσμούς.
Οπως πορεύτηκε δηλαδή και η ίδια κατά τον δικαστικό της βίο, απολαμβάνοντας την εκτίμηση «εχθρών και φίλων», μέχρι την τιμητική πρόταση του πρωθυπουργού, που θα την καταστήσει την «πρώτη πολίτη» της Ελλάδας.