Είτε ο κ. Τσίπρας το αναδεικνύει για να κρατά το κόμμα του σε εγρήγορση και τις εσωκομματικές αντιδράσεις υπό έλεγχο είτε επειδή πραγματικά πιστεύει ότι ο κ. Μητσοτάκης θα κάνει πρόωρες εκλογές είτε ακόμα επειδή ισχύουν και τα δύο, αυτή είναι η βασική εκτίμηση στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η πρόβλεψη ότι ο πρωθυπουργός θα κάνει πρόωρες, διπλές εκλογές μέσα στο 2020 διαπερνά οριζοντίως τάσεις και φράξιες, με το σκεπτικό ότι, εφόσον ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και ΜέΡΑ25 δεν πρόκειται να ψηφίσουν τον νέο εκλογικό νόμο, ο κ. Μητσοτάκης «ψάχνει» τον εκλογικό αιφνιδιασμό και την κατάργηση της απλής αναλογικής στην πράξη, όσο αισθάνεται ισχυρός.
Η πρόβλεψη αυτή έγινε κυρίαρχη στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ από τη στιγμή που έγινε γνωστό ότι ο εκλογικός νόμος θα έρθει προς ψήφιση στη Βουλή τον Ιανουάριο, καθώς είναι ήδη έτοιμος, μετά από συναντήσεις Μητσοτάκη – Θεοδωρικάκου που έγιναν ακόμα και μέσα στις ημέρες των εορτών και δεν δόθηκαν στη δημοσιότητα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δεσμευτεί με την τελευταία απόφαση του Πολιτικού Συμβουλίου ότι δεν πρόκειται να συμφωνήσει με την κυβερνητική πρόταση για κατάργηση της απλής αναλογικής και αλλαγής του εκλογικού συστήματος, ακυρώνοντας οριστικά το σενάριο της ψήφισης του νέου εκλογικού νόμου από 200 ψήφους, άρα και ενεργοποίησής του από τις επόμενες εκλογές. Διασταυρωμένες πληροφορίες αναφέρουν ότι έχει ληφθεί απόφαση να μη συναινέσει και στην πρόταση Μητσοτάκη για την Προεδρία της Δημοκρατίας, ανεξαρτήτως προσώπου. Μοναδική εξαίρεση σε αυτήν την απόφαση αποτελεί ο Προκόπης Παυλόπουλος, τον οποίο ο κ. Τσίπρας έχει δεσμευθεί δημοσίως ότι θα στηρίξει αν προταθεί η ανανέωση της θητείας του, γι’ αυτό και έχει ξεκινήσει ήδη την επικοινωνιακή προσπάθεια να πείσει ότι ενδεχόμενη δεύτερη πενταετία Παυλόπουλου στην Ηρώδου Αττικού θα είναι εξέλιξη που ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχουν επιβάλει στην κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό.
Την ίδια στιγμή, όμως, επειδή ο κ. Τσίπρας και οι επιτελείς του -παλιοί και νέοι- γνωρίζουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πολύ δύσκολα θα καταφέρει να καλύψει σύντομα την απόσταση που τον χωρίζει από τη Νέα Δημοκρατία, έχουν βάλει μπροστά την επιχείρηση προσέγγισης του Κινήματος Αλλαγής, του ΜέΡΑ25, ακόμα και του ΚΚΕ. Με στόχο ακόμα και τη συγκρότηση κυβέρνησης μειοψηφίας, καθώς βασικός τους στόχος δεν είναι να τα βρουν με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά να αποφύγουν το σενάριο των επαναληπτικών εκλογών. Δηλαδή να αποφύγουν μία νέα διπλή ήττα -ιδίως αν οι διπλές εκλογές γίνουν, όπως οι ίδιοι προβλέπουν, μέσα στο 2020- που θα βάλει σε μεγάλες περιπέτειες τον Αλέξη Τσίπρα και το εγχείρημα του μετασχηματισμού του κόμματος.
«Η απλή αναλογική που ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε για να μείνει και να δημιουργήσει μια νέα σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στα κόμματα, στο πολιτικό σύστημα και στους πολίτες. Σ’ αυτό το πλαίσιο ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία δεν πρόκειται να συναινέσει σε αλλαγή του εκλογικού νόμου. Οι πολιτικές συγκλίσεις είναι αναγκαίες σε προγραμματική βάση και με ορίζοντα μια νέα προοδευτική πολιτική και κοινωνική συμμαχία», αναφέρθηκε όχι τυχαία στη σχετική απόφαση του Πολιτικού Συμβουλίου, αν και γνωρίζουν πρώτα οι ίδιοι στον ΣΥΡΙΖΑ ότι τα ανοίγματα αυτά αντιμετωπίζονται από το Κίνημα Αλλαγής, το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25 με μεγαλύτερη καχυποψία από αυτήν που αντιμετώπιζε η Αριστερά τα ανοίγματα του Ανδρέα Παπανδρέου.
Ειδικά σε ό,τι αφορά το Κίνημα Αλλαγής, στόχος του κ. Τσίπρα είναι ο πολιτικός του αφανισμός, καθώς αντιμετωπίζουν τη Χαριλάου Τρικούπη ως το βασικό εμπόδιο στην προσπάθειά τους να ηγεμονεύσουν και να κυριαρχήσουν στον χώρο της Κεντροαριστεράς.
Στον ΣΥΡΙΖΑ είναι βέβαιοι ότι, εφόσον ο κ. Μητσοτάκης έχει δημοσίως δεσμευτεί ότι, εάν ο νέος εκλογικός νόμος δεν συγκεντρώσει 200 ψήφους, θα «κάψει» την απλή αναλογική με διπλές εκλογές, αυτό θα το κάνει μέσα στο 2020 και δεν θα ρισκάρει μία τέτοια κίνηση αργότερα. Πιστεύουν ότι ο πρωθυπουργός δεν εννοεί τα περί εξάντλησης της τετραετίας αλλά εννοεί ότι δεν πρόκειται να συμμετάσχει σε καμία διαδικασία σχηματισμού κυβέρνησης, επιδιώκοντας επαναληπτικές εκλογές. Γι’ αυτό και προσπαθούν να δείξουν ότι υπάρχει και άλλος δρόμος, δηλαδή η συγκρότηση κυβέρνησης μειοψηφίας. Στην ερώτηση πώς θα συγκροτηθεί κυβέρνηση χωρίς το πρώτο κόμμα, έχει σημασία ότι τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν αμφισβητούν ότι στις επόμενες εκλογές -ιδίως αν γίνουν μέσα στο 2020- πρώτο κόμμα θα είναι η Νέα Δημοκρατία, λένε ωστόσο ότι οι κυβερνήσεις μειοψηφίας είναι κάτι που συνηθίζεται πλέον στην Ευρώπη και γιατί να μη συμβεί και στην Ελλάδα.
Γνωρίζουν επίσης ότι μέχρι τη συμπλήρωση ενός έτους από τις περασμένες εκλογές, δεν μπορεί η κυβέρνηση να διαλύσει τη Βουλή και να προκηρύξει εκλογές, αλλά μπορεί να το κάνει αμέσως μετά. Γι’ αυτό και προβλέπουν πρόωρες εκλογές μέσα στο φθινόπωρο του 2020, έτσι ώστε αφενός ο κ. Μητσοτάκης να καταργήσει στην πράξη την απλή αναλογική, αφετέρου οι εκλογές να γίνουν με λίστα (σ.σ.: πριν από το πέρας του 18μήνου από τις προηγούμενες εκλογές), κάτι που θεωρούν ότι βολεύει τόσο τον κ. Μητσοτάκη όσο και τον κ. Τσίπρα, φυσικά, που αντιμετωπίζει πολλά εσωκομματικά προβλήματα και έντονες εσωκομματικές αντιδράσεις.
Ο μετασχηματισμός σε «ΣΥΡΙΖΟΠΑΣΟΚ» δημιουργεί συνθήκες διχασμού
Στο εσωκομματικό πεδίο, ο κ. Τσίπρας και οι στενοί του συνεργάτες αντιμετωπίζουν το 2020 ως έτος- καμπή για τους ίδιους και τον ΣΥΡΙΖΑ.
Βλέπουν ότι η επιχείρηση μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ σε «ΣΥΡΙΖΟΠΑΣΟΚ» (σ.σ.: ο όρος χρησιμοποιείται από τα ίδια τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που αντιδρούν και δεν αποτελεί δημοσιογραφικό εφεύρημα) συναντά έντονες αντιδράσεις, κάποιοι πιστεύουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δύσκολα θα αποφύγει, κατά τη διάρκεια ή μετά το συνέδριο του Μαΐου, μαζικές αποχωρήσεις, όπως έγινε το 2015 με την υπογραφή του τρίτου Μνημονίου. Οι συνθήκες διχασμού και έντονης αντιπαλότητας, που στην πραγματικότητα επικρατούν στο εσωτερικό του κόμματος, επιχειρείται να θεωρηθούν ως τυπικές ωδίνες ενός κόμματος που αλλάζει ή ως διαφωνίες για το αν το συνέδριο που έρχεται θα είναι συνέδριο διεύρυνσης του ΣΥΡΙΖΑ ή συνέδριο μετεξέλιξής του σε άλλο κόμμα. Στην πραγματικότητα, το ρήγμα είναι βαθύ.
Από τη μία πλευρά ο κ. Τσίπρας θεωρεί ότι το πολιτικό του εκτόπισμα δεν χωρά πλέον στα όρια του ΣΥΡΙΖΑ και χρειάζεται ένας ευρύτερος, πολιτικά, ιδεολογικά και οργανωτικά κομματικός μηχανισμός, πιο κοντά στο κέντρο και ενισχυμένος με στελέχη «μπαρουτοκαπνισμένα» σε συνθήκες κόμματος εξουσίας, όπως είναι τα στελέχη που ήρθαν και έρχονται από το ΠΑΣΟΚ, για να ξαναγίνει πρωθυπουργός, που είναι και ο μόνος του στόχος.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν τα στελέχη του Συνασπισμού και του ΣΥΡΙΖΑ, οι σύντροφοι του κ. Τσίπρα που επικαλούνται την υπεράσπιση της αριστερής ιδεολογίας και κατεύθυνσης του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στην πραγματικότητα προσπαθούν να κρατήσουν τις θέσεις τους και την επιρροή τους έναντι των στελεχών του ΠΑΣΟΚ που εισβάλλουν με ορμή και καταλαμβάνουν ολοένα και περισσότερο χώρο στα κέντρα λήψης αποφάσεων και στο κόμμα. Συζητείται ήδη ότι σε αυτήν την πλευρά υπάρχουν αυτοί που αντιστέκονται επειδή έχουν καταλάβει ότι δεν θα έχουν δύναμη στη νέα κατάσταση (π.χ. Πάνος Σκουρλέτης), εκείνοι που παλεύουν για να έχουν δύναμη και λόγο στη νέα κατάσταση (π.χ. Νίκος Φίλης) και εκείνοι που έχουν ήδη «συνθηκολογήσει με τον κ. Τσίπρα και εκείνοι έχουν διασφαλίσει ισχυρό ρόλο στη νέα κατάσταση (π.χ. Ευκλείδης Τσακαλώτος).
Ολα δικά του
Ο κ. Τσίπρας, επειδή αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να «τζαρτζάρεται» αλλά επί της ουσίας δεν αμφισβητείται, θα επιχειρήσει να τα πάρει όλα στο συνέδριο. Να εκλέξει τον γραμματέα που επιθυμεί, να φτιάξει τα κομματικά όργανα με τη σύνθεση που επιθυμεί για να μπορεί να διοικεί άνετα, ακόμα και να εκλεγεί από τη βάση του κόμματος, όπως είναι η καταστατική αλλαγή που ετοιμάζει να περάσει με ψηφοφορία από το συνέδριο και τη δρομολογεί για μέσα στον Ιούνιο. Μπορεί οι εγγραφές νέων μελών να μην πηγαίνουν πολύ καλά, καθώς οι τελευταίες προβλέψεις λένε ότι δύσκολα θα ξεπεράσουν τις 40.000, φτάνοντας μαζί με τα σημερινά μέλη περίπου στις 100.000, αυτό όμως δεν πρόκειται να σταθεί εμπόδιο στα σχέδια του κ. Τσίπρα για πλήρη έλεγχο του κόμματος, έτσι ώστε να είναι προετοιμασμένος και για το ενδεχόμενο νέας εκλογικής του ήττας στις διπλές εκλογές που έρχονται, ιδίως αν έρθουν και μέσα στο 2020.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής