Αναλυτικά το κείμενο-παρέμβαση των «53+»:
Να δώσουμε μαζί την μάχη ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις στον ενεργειακό τομέα.
Ένας από τους κεντρικούς τομείς μιας οικονομίας και ενός παραγωγικού συστήματος είναι στην εποχή μας ο ενεργειακός τομέας. Ειδικά στην Ελλάδα, ελλείψει άλλων μεγάλων βιομηχανικών κλάδων, οι αποφάσεις που λαμβάνονται για την πολιτική που εφαρμόζεται για την ενέργεια καθορίζουν όχι μόνο δυναμικές της οικονομίας, αλλά σε μεγάλο βαθμό και άλλες πολιτικές, κοινωνικές και ταξικές ισορροπίες ακόμα και όταν αυτό δεν είναι εμφανές με την πρώτη ματιά.
Σταϊκούρας: Ο απολογισμός του 2024 και οι προτεραιότητες για το 2025 σε υποδομές και μεταφορές
Γι’ αυτό άλλωστε, από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε η διαπραγμάτευση της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με τους θεσμούς και τους δανειστές τα ενεργειακά ζητήματα αποτελούσαν μόνιμα κομμάτι των πιο σκληρών απαιτήσεων που εκφράζονταν από την πλευρά τους. Και μάλιστα με τρόπο σαφή και κατηγορηματικό. Είτε αυτό αφορούσε τις μεταρρυθμίσεις στον τομέα φυσικού αερίου, είτε τις θεσμικές αλλαγές που επιδιώκει η «αγορά» στον τομέα του ηλεκτρισμού. Και βέβαια πίσω από κάθε τέτοια απαίτηση η μόνιμη εμμονή των δανειστών ήταν η περαιτέρω αποδυνάμωση των μεγάλων Δημόσιων Επιχειρήσεων του τομέα (π.χ. ΔΕΗ) και η ολοένα και μεγαλύτερη αμφισβήτηση στην πράξη της δυνατότητας του Δημοσίου (σε οποιαδήποτε μορφή του) να έχει λόγο και ρόλο στη διαμόρφωση σημαντικών στρατηγικών ζητημάτων.
Οι απαιτήσεις λοιπόν των δανειστών ήταν κατά κύριο λόγο πολιτικές-ιδεολογικές και πολύ δευτερευόντως οικονομικές, όσο και αν ντύνονται πολλές φορές με αυτό το κάλυμμα.
Επομένως όταν μιλάμε για τη διαπραγμάτευση στα ενεργειακά ζητήματα, θα πρέπει να το κάνουμε έχοντας εικόνα του ρόλου της ενέργειας στην ευρύτερη οικονομία αλλά και –κυρίως– του ρόλου που παίζει η ενέργεια στην ίδια την ισορροπία των δυνάμεων, πολιτική και κοινωνική, στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας. Πρέπει να είναι σε όλους σαφές: το μνημόνιο δεν είναι απλά μια καταγραφή ισοδύναμων και ανταλλάξιμων μεταξύ τους απαιτήσεων. Μέρη του μνημονίου μπορούν –και πρέπει– να προεξέχουν σε σημασία έναντι άλλων και αυτό δεν είναι υποκειμενικό, καθορίζεται από το ρόλο κάθε τομέα στο γενικότερο πλαίσιο της πολιτικής και ταξικής σύγκρουσης. Κάτι που μπορεί να φαίνεται ως ένα νούμερο (π.χ. πώληση του 17 % της ΔΕΗ, που είναι σήμερα στο ΤΑΙΠΕΔ), θα πρέπει να είναι πολύ σαφές σε όλους μας τι συνέπειες θα έχει ευρύτερα στην κοινωνία και στις ταξικές ισορροπίες μετά από λίγο καιρό (ιδιωτικό μάνατζμεντ της μεγαλύτερης επιχείρησης της χώρας, δημόσιο συμφέρον έναντι μεγιστοποίησης του κέρδους, καθορισμός τιμολογίων για τους καταναλωτές κ.ο.κ).
Για τον ίδιο λόγο και η επιτυχία του Υπουργείου Ενέργειας υπό τον Πάνο Σκουρλέτη όσον αφορά τη διατήρηση του Δημόσιου Ελέγχου των Δικτύων Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ) είναι κεντρικής σημασίας στην όλη προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης. Αυτή την προσπάθεια πρέπει να την υποστηρίξουμε, κόντρα και στις απαιτήσεις των δανειστών αλλά και των «πρόθυμων» εντός της χώρας, όπως είναι η διοίκηση του ΤΑΙΠΕΔ. Τα Δίκτυα Μεταφοράς δεν είναι άλλο ένα πάγιο μεταξύ άλλων. Είναι η βασική υποδομή πάνω στην οποία μπορεί να σχεδιαστεί και να λειτουργήσει ένας από τους πλέον κρίσιμους παραγωγικούς κλάδους της οικονομίας.
Επομένως και για να μη μακρηγορούμε: η μάχη και η σύγκρουση στο πεδίο των ιδιωτικοποιήσεων, ειδικά στον ενεργειακό τομέα, δεν είναι άλλη μια μάχη εντός του μνημονίου. Δεν είναι παιχνίδι εντυπώσεων, δεν είναι μικροπολιτικό ζήτημα, που μπορούμε εύκολα να θέσουμε σε διαπραγμάτευση εσωκομματική κ.ο.κ. Είναι –και πρέπει να είναι και στη συνέχεια– η κεντρικότερη μάχη για το ρόλο που επιδιώκει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να δώσει στην κοινωνία για την παραγωγική και αναπτυξιακή προοπτική του τόπου. Και γι’ αυτό, καλό θα είναι αυτήν τη μάχη –το να κρατήσουμε ζωντανή την κοινωνία και τη δημόσια λειτουργία της οικονομίας και της παραγωγής– να τη δώσουμε όλοι μαζί. Αλλιώς, δεν θα μπορούμε μετά να λέμε για αριστερή πολιτική «στο περιθώριο των μνημονίων». Θα έχουμε χάσει τα εργαλεία που θα μας την επιτρέπουν.