Ύστερα από την απολογία του, προφυλακίστηκε, ενώ τον Μάιο του 2016 το Συμβούλιο Εφετών αποφάσισε την αντικατάσταση της προσωρινής κράτησής του με την επιβολή κατ’ οίκον περιορισμού με βραχιολάκι. Ωστόσο, δεν κατάφερε να αποφυλακιστεί άμεσα, γιατί εις βάρος του εκκρεμούσαν και άλλες δικογραφίες σχετικά με εξοπλιστικά προγράμματα.
Έκτοτε, υποχρεώθηκε να φοράει το βραχιόλι γεωεντοπισμού και να επιστρέφει στο σπίτι του στην περιοχή του Ζωγράφου. Τηρούσε κανονικά τους όρους του και πάντα το «σήμα» του χτυπούσε στου Ζωγράφου. Ακόμα και την ημέρα που αποφάσισε να δραπετεύσει. Πήγε κανονικά στο δικαστήριο, επέστρεψε συνοδεία αστυνομικών και μία ώρα αργότερα το σήμα «έσβησε».
Ο Οσβάλντ ανήκει στον κύκλο τραπεζιτών που «μπλόκαραν» συνεχώς το έργο των ανακριτών τηρώντας μια ιδιότυπη «ομερτά» σε όλες τις υποθέσεις διασπάθισης δημόσιου χρήματος. Το στέλεχος της γερμανικής Dresdner Bank στο υποκατάστημα Γενεύης στο διάστημα 2000-2005, που θεωρείται η κορυφή του «οικοδομήματος» της διακίνησης μαύρου χρήματος, «έφτασε» τον Απρίλιο του 2015 στα χέρια των ελληνικών Αρχών, χωρίς όμως να προσφέρει στοιχεία στην έρευνα!
Ο Ζαν-Κλοντ Οσβαλντ, κατά τα κατηγορητήρια, που έχουν συνταχθεί εις βάρος του, εμπλέκεται σε τουλάχιστον πέντε υποθέσεις (σ.σ.: τέσσερα εξοπλιστικά προγράμματα και το σκάνδαλο Siemens). Η σύλληψή του είχε αρχικά προκαλέσει τρόμο στο «εκτροφείο των μιζαδόρων», καθώς ήταν ο συνδετικός κρίκος για να ξεπλυθεί μαύρο χρήμα, μέσα από λογαριασμούς τραπεζικών ιδρυμάτων του εξωτερικού, στα οποία εργαζόταν.
Ομως, η υπόσχεσή του στους ανακριτές διαφθοράς για «άνοιγμα» της περιβόητης ατζέντας του… έμεινε στα λόγια. Η λίστα με το πελατολόγιό του δεν έφτασε ποτέ στα χέρια της Δικαιοσύνης, ενώ ονόματα και λογαριασμοί δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ. Ο τραπεζίτης αποποιείται κάθε είδους ευθύνη, «δείχνοντας» ως υπεύθυνο το «έτερόν του ήμισυ» στις προμήθειες, Φάνη Λυγινό.
Το δίδυμο
Οι δυο τους θεωρούνται από τους σημαντικότερους διαχειριστές στην «μπίζνα» της διακίνησης μαύρου χρήματος, καθώς εμφανίζονται να μετέφεραν χρήματα, μέσω λογαριασμών αλλά και τοις μετρητοίς, με τέτοιες μεθόδους, ώστε να μη γίνει αντιληπτή η πραγματική προέλευσή τους. Η εμπλοκή του «διδύμου των προμηθειών», οι οποίοι έχουν διατελέσει στελέχη της γερμανικής Dresdner Bank στο υποκατάστημα Γενεύης στο διάστημα 2000-2005, είχε ως αποτέλεσμα να καταστούν κατηγορούμενοι στα μεγαλύτερα οικονομικά σκάνδαλα που ερευνούν οι δικαστικές Αρχές, και μάλιστα ο Φάνης Λυγινός… έχει αποφύγει σταθερά όλα αυτά τα χρόνια να συναντηθεί με την ελληνική Δικαιοσύνη.
Σε κατάθεσή του ο Αντώνης Κάντας είχε αναφέρει για το «ταίρι» του Οσβαλντ, μόλις ξέσπασε το σκάνδαλο των «μαύρων ταμείων της Siemens», ότι είχε αρχίσει να φοβάται και «ήταν σε κατάσταση αυτοκτονίας». Ο Φάνης Λυγινός εμφανίζεται από τους καλά γνωρίζοντες, ως η λύση σε κάθε πρόβλημα, αφού στις διευκολύνσεις του συγκαταλεγόταν και η επιτόπου εξυπηρέτηση, χωρίς να ταξιδέψει ο πελάτης στη Ζυρίχη.
Οι πληροφορίες, που κυκλοφορούσαν στα ανακριτικά γραφεία, τον ήθελαν να έχει νοικιάσει δύο συνεχόμενες σουίτες σε κεντρικό ξενοδοχείο των Αθηνών από τις οποίες παρήλασαν όλοι οι βασικοί πρωταγωνιστές των εξοπλιστικών σκανδάλων.
Καφεδάκι και μια χαλαρή συζήτηση στη σουίτα εξασφάλιζαν στον «πελάτη» έναν τραπεζικό λογαριασμό σε ελβετικές τράπεζες.
Ο Ελληνας τραπεζίτης της Dresdner Bank και της BNP Paribas Γενεύης, εις βάρος του οποίου εκκρεμούν αρκετά ευρωπαϊκά εντάλματα σύλληψης, είχε κορυφαία θέση σε ελβετική τράπεζα και για αρκετά χρόνια λειτουργούσε υπό τις εντολές του Ζαν-Κλοντ Οσβλαντ. Αν και κατηγορούμενος σε αρκετές υποθέσεις, αρνείται να εμφανιστεί ενώπιον των ελληνικών Αρχών, αντιπροτείνοντας εξέταση μέσω skype!
Ο καταζητούμενος, πλέον, Ελβετός τραπεζίτης έχει χαρακτηριστεί ως ο «εγκέφαλος» των «μαύρων ταμείων» της Siemens, ενώ είναι ευρέως γνωστός ως «πατέρας της μίζας».
Ο Δένδιας ενημέρωσε τον Μητσοτάκη για τον διπλό θόλο - Το φθινόπωρο του 2026 το ελληνικό Iron Dome
Ο 57χρονος τραπεζίτης φέρεται να ήλεγχε ένα από τα δίκτυα διοχέτευσης του μαύρου χρήματος της γερμανικής εταιρίας Siemens για τις μίζες που έφταναν στην Ελλάδα και να κρατούσε ρόλο συντονιστή της «επιχείρησης», καθώς ήταν διαχειριστής περιουσίας στο κατάστημα της Dresdner Bank στη Γενεύη.
Αν και είχε εξαιρετικά ενεργό ρόλο, ελάχιστοι θυμούνται την παρουσία του στις διάφορες συναλλαγές. Μάλιστα, όπως είχε αποκαλύψει ο Φάνης Λυγινός, «σε όλες τις περιπτώσεις τα χρήματα τα παρέδιδαν οι ενδιαφερόμενοι στον Οσβαλντ. Μερικές φορές αυτό γινόταν παρουσία μου. Οι Ελληνες πελάτες συνήθως συνεννοούνταν μαζί μου εξαιτίας της γλώσσας. Αυτός είναι ο λόγος που ορισμένοι από αυτούς ενθυμούνται μόνο εμένα και όχι τον παριστάμενο Οσβαλντ».
Πέντε μεγάλα σκάνδαλα «κυνηγούν» τον Ζαν-Κλοντ Οσβαλντ, με τα τέσσερα να αφορούν σε προμήθειες εξοπλιστικών προγραμμάτων και το πέμπτο στο σκάνδαλο της Siemens.
Siemens
Για τα «μαύρα ταμεία» του γερμανικού κολοσσού κάθεται ήδη στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας. Τη θέση του εκεί τη «χρωστά» στον αναπληρωτή γενικό διευθυντή εξοπλισμών του ΥΠΕΘΑ εκείνη την περίοδο, Αντώνη Κάντα, που σε κατάθεσή του έκανε λόγο για «αμαρτωλά νταραβέρια» της γερμανικής εταιρίας, εμφανίζοντας τον τραπεζίτη να έχει συστήσει εντός και εκτός Ελλάδος ένα ολόκληρο δίκτυο, μέσω του οποίου κάθε «ενδιαφερόμενος» μπορούσε να ξεπλύνει και να βγάλει παράνομα χρήματα στο εξωτερικό.
Ο Οσβαλντ, σύμφωνα με τη δικογραφία, είναι ο άνθρωπος που διαχειριζόταν λογαριασμό του πρώην διευθυντή Τηλεπικοινωνιών της Siemens, Πρόδρομου Μαυρίδη, στην Dresdner Bank, ο οποίος εμφανίζεται ως κεντρικής σημασίας, ως «λογαριασμός-κουμπαράς». Η δίκη της Siemens βρίσκεται στο στάδιο των απολογιών, με τον Οσβαλντ… να μην περιμένει τη σειρά του.
Υποβρύχια
Στο εδώλιο του κατηγορουμένου καθόταν και για δεύτερη υπόθεση, αφού το Συμβούλιο Εφετών της Αθήνας τον είχε παραπέμψει στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων για την υπόθεση της προμήθειας των τεσσάρων υποβρυχίων, με συμβαλλόμενους την εταιρία HDW-Ferrostaal και τα ελληνικά ναυπηγεία, επί υπουργίας Ακη Τσοχατζόπουλου, στο πλαίσιο της οποίας διακινήθηκαν μίζες 60.000.000 ευρώ.
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, ο Οσβαλντ μαζί με τον Λυγινό, μέσω εταιριών, διαπιστευμάτων, αλλά και υπεράκτιων, έβαλαν στους λογαριασμούς τού επίσης κατηγορουμένου, Αντώνη Κάντα, χρηματικό ποσό από μίζες ύψους 1.471.549 ευρώ. Η υπόθεση βρίσκεται στο στάδιο έκδοσης απόφασης, αν και ο τραπεζίτης μάλλον δεν θα βρίσκεται στο εδώλιο για να την ακούσει…
Σημειώνεται ότι πριν από λίγες ημέρες η εισαγγελέας έδρας υπέβαλε την πρόταση επί της ενοχής για τους 32 κατηγορουμένους, ζητώντας την ενοχή του διδύμου των τραπεζικών Λυγινού – Οσβαλντ για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα του πρώτου και άμεση συνέργεια για τον δεύτερο.
Αυτοκινούμενα πυροβόλα
Ο τραπεζίτης βρίσκεται κατηγορούμενος και στην υπόθεση για την προμήθεια από το υπουργείο Αμυνας 24 αυτοκινούμενων πυροβόλων από τη γερμανική εταιρία WEGMANN. Η υπόθεση αφορά στην αγορά αυτοκινούμενων πυροβόλων PZH2000 και περιφερειακού υλικού με σύμβαση που υπογράφηκε τον Ιούλιο του 2001, επί υπουργίας Ακη Τσοχατζόπουλου, μεταξύ του Δημοσίου και της γερμανικής εταιρίας KMW αντί 195.709.774 ευρώ.
Σύμφωνα με το βασικό κατηγορούμενο στην υπόθεση, Αντώνη Κάντα, για την επίμαχη σύμβαση ο ίδιος έλαβε παράνομη αμοιβή περίπου 750 χιλιάδων ευρώ, τα οποία διακινήθηκαν από το συγκατηγορούμενό του στην υπόθεση, Δημήτρη Παπαχρήστο, αντιπρόσωπο της εταιρίας στην Ελλάδα.
Ιπτάμενα ραντάρ
Μία ακόμη υπόθεση για την οποία έχει παραπεμφθεί στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων είναι προμήθεια των ιπτάμενων ραντάρ από τη σουηδική εταιρία Ericsson και τη βραζιλιάνικη Embraer. Κατά το βούλευμα, για να προχωρήσει η προμήθεια των ραντάρ διακινήθηκαν «μίζες» ύψους 1,6 εκατ. ευρώ, 756.291 δολαρίων και 24,9 εκατ. κορονών Σουηδίας, από την προμηθεύτρια εταιρία Ericsson μέσω της offshore Interaction, ιδιοκτησίας του Θωμά Λιακουνάκου, και τελικούς αποδέκτες στελέχη του υπουργείου Εθνικής Αμυνας, τον Γιάννη Σμπώκο και τον Ακη Τσοχατζόπουλο, επί υπουργίας του οποίου υπεγράφη η σύμβαση.
OSA-AMK
Τέλος, ο Ζαν-Κλοντ Οσβαλντ εμπλέκεται και στην υπόθεση προμήθειας του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος OSA-AMK, μια υπόθεση που βρίσκεται επίσης σε δίκη. Η σύμβαση για την προμήθεια του αντιαεροπορικού συστήματος υπεγράφη το 1998, όταν υπουργός Αμυνας ήταν ο Ακης Τσοχατζόπουλος, διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Εξοπλισμών ο Γιάννης Σμπώκος και αναπληρωτής του ο Αντώνης Κάντας.
Η προμήθεια των OSA-AKM, ύψους 93.671.610 δολαρίων, απασχόλησε τη Δικαιοσύνη μετά τις αποκαλύψεις που έκανε ο Αντ. Κάντας το 2013, υποστηρίζοντας ότι ο ίδιος έλαβε για την προμήθεια των αντιαεροπορικών μίζα 1,7 εκατ. δολάρια, ως «δώρο» το οποίο του είχε υποσχεθεί ο Μπαρτζώκας.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]