Η συζήτηση αφορά στην οικονομία, αλλά δεν πρόκειται να περιοριστεί σε αυτήν. Οι εξελίξεις στο Σκοπιανό, η έντονη αντιπαράθεση για την ηθική και πολιτική νομιμοποίηση της βίας, η σκανδαλολογία, το ρευστό πολιτικό τοπίο είναι θέματα που θα τεθούν στο επίκεντρο. Μαζί με την οικονομία και τις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τους δανειστές για το χρέος και την επόμενη ημέρα, αποτελούν ένα εκρηκτικό μίγμα.
Σε ό,τι αφορά το Σκοπιανό, μετά το χθεσινό τηλεφώνημα της Ανγκελα Μέρκελ στον Αλέξη Τσίπρα και τον Ζόραν Ζάεφ -για το οποίο το Μαξίμου δεν ενημέρωσε και η είδηση μαθεύτηκε από τη γερμανική Καγκελαρία-, ο πρωθυπουργός έκανε ήδη την πρώτη του κίνηση.
Κατάφερε να «κρύψει» τον Πάνο Καμμένο, που χθες δήλωσε ότι δεν θα υπάρξει συμφωνία για το Σκοπιανό, αλλά και αν έρθει ο ίδιος και οι ΑΝ.ΕΛ. δεν πρόκειται να στηρίξουν στη Βουλή. Τον «έκρυψε» υπό την έννοια ότι η συζήτηση κανονίστηκε για σήμερα 23 Μαΐου, ενώ ήταν γνωστό στην κυβέρνηση ότι ο κ. Καμμένος είχε προγραμματισμένο ταξίδι στο εξωτερικό για σήμερα, που δεν μπορούσε να αναβληθεί.
Είναι προφανές ότι ο πρωθυπουργός θέλει να αποφύγει την έντονη πίεση που θα ασκούσε η κυβέρνηση στον κ. Καμμένο για τις εξελίξεις στο Σκοπιανό, κυρίως όμως ήθελε να αποφύγει τη ζωντανή σύγκριση των δύο ηγετών της κυβέρνησης να ακολουθούν σε άλλο ένα μείζον ζήτημα εκ διαμέτρου αντίθετες πορείες.
ΣΥΡΙΖΑ: Μικρή συμμετοχή, μεγαλύτερη φθορά
Είναι ενδεικτικό ότι μόλις έγινε γνωστό το τηλεφώνημα της κ. Μέρκελ κυβερνητικές πηγές έσπευσαν να διευκρινίσουν ότι «το τηλεφώνημα δείχνει τη βούληση του Βερολίνου να βρεθεί λύση στο Σκοπιανό ζήτημα, χωρίς όμως να τίθεται θέμα πιέσεων προς καμία πλευρά». Ηταν τέτοια η σπουδή, που απλώς επιβεβαίωσαν τις πληροφορίες ότι η κυβέρνηση δέχεται ισχυρότατες πιέσεις από Ε.Ε. και ΗΠΑ (όπως έχει φανεί και από την τηλεφωνική επικοινωνία Πέινς – Τσίπρα) για να συμφωνήσει στο Σκοπιανό ή να δώσει το «πράσινο φως» για ένταξη των Σκοπίων σε Ευρωπαϊκή Ενωση και ΝΑΤΟ, πριν από τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ τον Ιούνιο και τη Σύνοδο Κορυφής των Ευρωπαίων ηγετών τον Ιούλιο.
Ο πρωθυπουργός αναμένεται να δεχθεί ισχυρή πίεση και στο ζήτημα της οικονομίας και των διαπραγματεύσεων για χρέος και μεταμνημονιακή εποπτεία, καθώς τα πράγματα δεν πάνε όπως τα υπολόγιζε η κυβέρνηση.
Σε αυτή τη φάση, η παραμονή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα είναι 50% – 50%, η κυβέρνηση παλεύει για να μείνει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα ακόμα και σε θέση τεχνικού συμβούλου, παρά τα όσα λέει δημοσίως. Ο λόγος είναι ότι χρειάζεται την εκτίμησή του για τη βιωσιμότητα του χρέους, για την οποία διαφωνεί η Ουάσιγκτον με Βερολίνο και Βρυξέλλες.
Αντικείμενο έντονης κριτικής αναμένεται να γίνει και το περίφημο «ολιστικό σχέδιο για την ανάπτυξη» που η κυβέρνηση έδωσε στη δημοσιότητα προκειμένου να φτιάξει κλίμα, αλλά ακόμα και η απλή ανάγνωσή του δείχνει ότι πρόκειται για ένα ευχολόγιο, χωρίς ποσοτικοποιήσεις και συγκεκριμένες προβλέψεις ακόμα και για τα μείζονα ζητήματα της αύξησης του κατώτατου μισθού και της επαναφοράς των συλλογικών συμβάσεων στην αγορά εργασίας. Ενα κείμενο που έχει ήδη απαξιωθεί από τους οικονομολόγους και τις αγορές που έχουν την απορία και ήδη τη διατυπώνουν, πώς η Ευρώπη το αποδέχθηκε.
Σε αυτό το δύσκολο τοπίο που αφορά το σήμερα και το αύριο, ο κ. Τσίπρας αναμένεται να αντιτάξει έντονη και πολωτική παρελθοντολογία, σκανδαλολογία και απειλές και να στρέψει την αναμέτρηση στο τι συνέβαινε στην ελληνική κοινωνία το 2011 και το 2012. Και φυσικά να επαναλάβει ότι οι επόμενες εκλογές θα γίνουν τον Οκτώβριο του 2019 και όχι νωρίτερα όπως υποστηρίζει -μεταξύ άλλων- και ο διεθνής Τύπος.
Γιάννης Καμπουράκης
[email protected]
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]