Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπενθύμισε, επίσης, ότι τα εξωτερικά σύνορα της Ελλάδας είναι και εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης ενώ σε ειδική αναφορά για το θέμα της κυπριακής ΑΟΖ ο κ. Παυλόπουλος τόνισε ότι «η Τουρκία οφείλει να σέβεται το Δίκαιο της Θάλασσας».
Όλο το κείμενο του χαιρετισμού του κ. Παυλόπουλου έχει ως εξής:
Κύριε Πρόεδρε, Αγαπητέ Φίλε Marcelo,
Σας υποδέχομαι στην Αθήνα και στην Προεδρία της Δημοκρατίας, ανταποδίδοντας την θερμή φιλοξενία που μου επιφυλάξατε τον Ιανουάριο του 2017 στην Πορτογαλία, ως ένα μεγάλο Φίλο της Ελλάδας αλλά και ως μια κορυφαία προσωπικότητα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και όχι μόνο. Μια προσωπικότητα, την οποία συνθέτουν η βαθειά μόρφωση και παιδεία, το άψογο δημοκρατικό ήθος και η πολιτική σοφία, κατά κυριολεξία.
I. Γνωρίζοντας, λόγω της μακράς φιλίας μας, τις απόψεις σας για την κοινή μας Ευρωπαϊκή Οικογένεια, επιτρέψατέ μου, ευθύς εξ αρχής, να επισημάνω ότι μοιραζόμαστε ένα κοινό όραμα αλλά, επίσης, και πολλές κοινές αγωνίες ως προς το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του σκληρού πυρήνα της, της Ευρωζώνης.
Α. Το κοινό μας όραμα αφορά την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση. Ήτοι την δημιουργία μιας ομοσπονδιακού τύπου Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία στηρίζεται στις θεσμικές και πολιτικές αντηρίδες της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας. Μόνον υπό τους όρους αυτούς η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να φέρει σε πέρας την ιστορική αποστολή της, τόσον έναντι των Λαών της όσο και έναντι της Ανθρωπότητας. Διότι η αποστολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπερβαίνει τους Λαούς της και αποκτά πλανητικές διαστάσεις, όταν πρόκειται να υπερασπισθεί, παγκοσμίως, τις θεμελειώδεις αρχές της Ειρήνης, του Ανθρωπισμού, της Δημοκρατίας, της Δικαιοσύνης, κυρίως δε της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.
Β. Έχουμε χρέος λοιπόν, οι συνειδητοποιημένοι Ευρωπαίοι όπως είμαστε εμείς, οι Έλληνες και
εσείς, οι Πορτογάλοι, να υπερασπισθούμε, ιδίως στους σημερινούς ταραγμένους και κρίσιμους καιρούς, την πορεία προς την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση και, άρα, προς την ολοκλήρωση του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος. Και οι κύριες προτεραιότητές μας, και λόγω των ως άνω διεθνών συνθηκών, κινούνται, κατά βάση, πάνω στους εξής τρεις άξονες:
1. Ο πρώτος άξονας αφορά την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ενόψει των συνεχώς εντεινόμενων παγκόσμιων προκλήσεων -δείγμα γραφής των οποίων αποτελούν τα τεκταινόμενα σήμερα στην Μέση Ανατολή και στην Βόρεια Αφρική- πρέπει αμέσως να ενεργοποιήσει τους μηχανισμούς διαμόρφωσης αποτελεσματικής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας.
2. Ο δεύτερος άξονας αφορά την ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωζώνη, η οποία πρέπει να καταστεί επαρκής και βιώσιμη. Τούτο προϋποθέτει ενεργοποίηση κατ’ εξοχήν των θεσμικών πυλώνων, των σχετικών με την συλλογική λειτουργία του Eurogroup, την πλήρη αξιοποίηση του ρόλου του ESM και, πρωτίστως, την θωράκιση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Έτσι ώστε αυτή αφενός να εποπτεύει καταλλήλως το σύνολο του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος και, αφετέρου, ν’ αντιμετωπίσει τα ζέοντα ζητήματα ρευστότητας και δημόσιου χρέους στο σύνολο της Ευρωζώνης.
3. Και ο τρίτος άξονας αφορά την υπεράσπιση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Κράτους Δικαίου. Έτσι ώστε ν’ αντιμετωπισθούν, στο πλαίσιο των κρατών-μελών, η επικίνδυνη διεύρυνση των ανισοτήτων και οι κίνδυνοι ρήξης του κοινωνικού ιστού, που δυστυχώς ευνοούν την εμφάνιση λαϊκιστικών ή ακόμη και νεοναζιστικών μορφωμάτων, τα οποία έχουν ως στόχο την κατεδάφιση του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος.
Γ. Ως προς την Ευρωπαϊκή πορεία της Ελλάδας, διευκρινίζω μόνο τούτο: Η Ελλάδα εκπληρώνει και θα εκπληρώσει, στο ακέραιο, τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει. Στο πλαίσιο όμως της Ευρωπαϊκής έννομης τάξης αλλά και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, και στην βάση του κανόνα pacta sunt servanda, έχουμε την πεποίθηση ότι και οι Εταίροι μας θα πράξουν αυτό που τους αναλογεί, ιδίως σε ό,τι αφορά την διασφάλιση της διαχειρισιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους.
II. Το πόσο η Ελλάδα μένει πιστή στις αρχές του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος, συνεπώς και στις αρχές της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, προκύπτει και από το ότι τούτο το αποδεικνύει, εμπράκτως, με την συμπεριφορά της τόσον ως προς τις intra muros υποχρεώσεις της, όσο και ως προς τις σχέσεις της με τις γειτονικές χώρες.
Α. Αναφορικά με τις intra muros υποχρεώσεις μας, το παράδειγμα του, υπαρξιακού για τη συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Προσφυγικού ζητήματος είναι αρκετό: Εκπληρώνουμε, ως προς τους Πρόσφυγες, τις υποχρεώσεις μας με πυξίδα τις, θεμελιώδεις για τον Ελληνικό και τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, αρχές του Ανθρωπισμού, της Αλληλεγγύης και της Κοινωνικής Δικαιοσύνης. Και διαμηνύουμε με ειλικρίνεια, προς ορισμένους Εταίρους μας που, δυστυχώς, επιδεικνύουν φοβικά -κατά την επιεικέστερη έκφραση- σύνδρομα έναντι των Προσφύγων, ότι ο σεβασμός των Προσφύγων και η τήρηση των αρχών του Ανθρωπισμού και της Αλληλεγγύης απέναντί τους είναι βασικό κριτήριο του κατά πόσον ένα κράτος αξίζει να φέρει τον, άκρως τιμητικό, τίτλο του μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Β. Πέραν τούτου, η Ελλάδα αποδεικνύει καθημερινώς ότι και τα Εθνικά της Θέματα -επομένως και τις σχέσεις της με τις γειτονικές της χώρες -τα υπερασπίζεται πάνω στη βάση του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου, αναπόσπαστο μέρος του οποίου είναι ο σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου, στο σύνολό του. Ειδικότερα:
1. Ως προς το Κυπριακό -και με την αυτονόητη βεβαίως διευκρίνιση ότι αυτό αποτελεί διεθνές και, κυρίως, ευρωπαϊκό ζήτημα- επιδιώκουμε, το συντομότερο δυνατό, την δίκαιη και βιώσιμη λύση του. Όμως η Κυπριακή Δημοκρατία, ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν είναι νοητή με περιορισμένη κυριαρχία, την οποία θα προκαλούσαν στρατεύματα κατοχής και αναχρονιστικές εγγυήσεις τρίτων. Τούτο είναι αντίθετο προς κάθε έννοια Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου. Επιπλέον δε, θα δημιουργούσε ένα επικίνδυνο ως και καταστροφικό προηγούμενο για την κυριαρχία κάθε κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
2. Ως προς τις σχέσεις μας με την Τουρκία: Επαναλαμβάνω, για πολλοστή φορά, ότι επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας και ευνοούμε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Τούτο, όμως, προϋποθέτει εκ μέρους της Τουρκίας ειλικρινή σεβασμό του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου και του συνόλου του Διεθνούς Δικαίου. Άρα και οι διατάξεις της Συνθήκης της Λωζάνης και της Συνθήκης των Παρισίων του 1947 -οι οποίες είναι απολύτως σαφείς και πλήρεις και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για γκρίζες ζώνες- πρέπει να γίνονται απ’ όλους πλήρως σεβαστές. Πολλώ μάλλον όταν η αμφισβήτησή τους οδηγεί σε αμφισβήτηση των συνόρων όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού τα εξωτερικά σύνορα της πρώτης είναι και εξωτερικά σύνορα της δεύτερης. Επιπλέον, ιδίως ως προς την ΑΟΖ, η Τουρκία οφείλει να σέβεται το Δίκαιο της Θάλασσας. Το οποίο την δεσμεύει, μολονότι δεν έχει προσχωρήσει σ’ αυτό, διότι, κατά τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, παράγει πλέον γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου.
3. Ως προς την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, επίσης επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας και ευνοούμε την ΝΑΤΟϊκή και Ευρωπαϊκή της προοπτική. Τούτο όμως προϋποθέτει επίλυση του ζητήματος του ονόματός της, κατά τρόπο συμβατό με την Ιστορία, το Διεθνές Δίκαιο και το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο, ήτοι κατά τρόπο που εξαλείφει τον αλυτρωτισμό. Κατά συνέπεια, η ένταξη της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση προϋποθέτει Συμφωνία, η οποία κατοχυρώνει εγγυήσεις εξάλειψης του αλυτρωτισμού ως προς το όνομα που θα επιλεγεί από κοινού. Πριν όμως από την υπογραφή και κύρωση της Συμφωνίας αυτής απαιτείται κατάλληλη αναθεώρηση του Συντάγματος της ΠΓΔΜ, δοθέντος ότι -όπως και εσείς, έγκριτος Καθηγητής του Δημόσιου Δικαίου, γνωρίζετε κάλλιστα- ουδένα δημοκρατικό κράτος μπορεί να ισχυρίζεται, ότι νομιμοποιείται να υπογράφει δεσμευτικές γι’ αυτό Διεθνείς Συνθήκες, οι οποίες παραβιάζουν ευθέως το σύνταγμά του.
Κύριε Πρόεδρε, Αγαπητέ Φίλε Marcelo,
σας καλωσορίζω, για μιαν ακόμη φορά, στην Αθήνα, την πόλη που τόσο αγαπάτε. Και εύχομαι ν’ απολαύσετε την παραδοσιακή Ελληνική Φιλοξενία, που σας είναι, άλλωστε, εδώ και πολλά χρόνια γνωστή.
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]