Γράφει ο Πέτρος Εμανουήλ Μητσάκος*
Υπάρχει όμως η πιθανότητα ο ιδιοκτήτης να μην τον έχει πειράξει ποτέ, να τον αγαπάει και να θεωρεί τουλάχιστον πως του παρέχει όλα όσα θα έπρεπε, αλλά ταυτόχρονα ο σκύλους του να είναι επικίνδυνος για τους υπόλοιπους ή ακόμη και για τον ίδιο; Υπάρχει επίσης η πιθανότητα λόγω της υπέρμετρης αγάπης του και της άγνοιας που τον διακατέχει, κάποιες φορές να εθελοτυφλεί και κάποιες άλλες να μην αντιλαμβάνεται σωστά κάποιες συμπεριφορές και να θεωρεί πως ο σκύλος του είναι το πιο ήσυχο πλάσμα στον κόσμο, να δικαιολογεί στο μυαλό του την κάθε του αντίδραση και να έχει την πεποίθηση πως είναι ακίνδυνος και φιλικός, ενώ η πραγματικότητα να είναι τελείως διαφορετική; Σαφώς και υπάρχει!
Πάμε να δούμε, πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν επικίνδυνο σκύλο.
Έναν σκύλος ο οποίος εάν είχε μεγαλώσει αλλιώς, θα ήταν ένα ικανότατο, ισορροπημένο και ευτυχισμένο ζώο. Όλα ξεκινάνε από τον άνθρωπο και από την επιλογή που κάνει. Ας πάρουμε το παρακάτω παράδειγμα.
Ας υποθέσουμε πως ένας κηδεμόνας υιοθετεί ένα κουτάβι. Το κουτάβι θα γίνει ένα ημίαιμο τσοπανόσκυλο 35-40 κιλών μόλις ενηλικιωθεί. Θα έχει μεγάλο εκτόπισμα, δυνατή προσωπικότητα, σθένος και ικανότητα να αμυνθεί, εάν νιώσει πως απειλείται. Αλλά για την ώρα είναι ένα κουτάβι και δεν έχει δείξει τίποτε από όλα αυτά. Τουλάχιστον όχι στα ματιά του ιδιοκτήτη. Οι μήνες περνάνε και ο φίλος μας μεγαλώνει στην αυλή του σπιτιού. Τρέχει, παίζει, ξεκινάει σιγά σιγά να γαβγίζει σε κάποιον που θα περάσει από έξω και ο κηδεμόνας είναι πολύ περήφανος για τον μικρό φύλακα που έχει στο σπίτι του. Οι βόλτες του είναι ανύπαρκτες εφόσον ο γιατρός είπε ότι πρώτα θα πρέπει να κάνει τα εμβόλια για να βγει έξω, αλλά μέχρι αυτά να ολοκληρωθούν, συνηθίσαμε στην ιδέα ότι δεν είναι και τόσο απαραίτητες, αφού η εικόνα του σκύλου να τρέχει στην αυλή είναι πολύ ευχάριστη και εκείνος δείχνει πραγματικά χαρούμενος.
Μια μέρα βούτηξε ένα κόκκαλο από τα σκουπίδια. Πήγαμε να του το πάρουμε και εκείνος μας έδειξε λίγο τα δόντια του και έτρεξε να κρυφτεί και να το φάει. Εμείς γελάσαμε, αφού δεν νιώσαμε απειλή από ένα κουτάβι 5-6 μηνών και είπαμε «παίζει, το θέλει για εκείνον».
Όταν έφτασε όμως 12 μηνών και το ξαναέκανε, μας έπεισε πως είναι καλύτερο να απομακρυνθούμε εμείς αυτήν την φορά, όποτε έκτοτε αποφασίσαμε να τον ταΐζουμε στην αυλή και εμείς να είμαστε μακριά την ώρα που εκείνος τρώει. Είπαμε ότι θέλει την ησυχία του.
Έτυχε και κάποιες φορές ακόμη να μας δείξει τα δόντια του, για κάποιους λόγους βέβαια που δεν καταλαβαίναμε πάντα το γιατί. Ίσως να τον τρομάξαμε άθελά μας. Αλλά πως να τον τρομάξαμε, ενώ εκείνος πλέον φυλάει τόσο καλά την αυλή και χτυπάει τα κάγκελα, γαβγίζοντας σε όποιον βλέπει να περνάει από έξω; Εκείνη την ώρα δείχνει πραγματικά ατρόμητος!
Μια μέρα χτυπάει το τηλέφωνο μας. Πρέπει να μετακομίσουμε από την μονοκατοικία στην Νέα Μάκρη όπου διαμέναμε σε μια περιοχή της Αθήνας. Πλέον είμαστε σε ένα διαμέρισμα με τον 2μιση ετών σκύλο μας.
Αυλή δεν υπάρχει, οπότε πρέπει να τον βγάλουμε βόλτα έξω. Με έκπληξη διαπιστώνουμε πως γάβγιζε στα αυτοκίνητα. Κυνηγούσε όσα μηχανάκια έκαναν θόρυβο. Αγρίευε στα άλλα σκυλιά που έβλεπε, ενώ επιτέθηκε σε κάποιον που σταμάτησε να μας ρωτήσει την ώρα και παραλίγο να τον δαγκώσει!
Μα πώς έγινε κάτι τέτοιο; Δεν τον χτυπήσαμε ποτέ, τον αγκαλιάζαμε και πολλά βράδια κοιμόμασταν μαζί.
Πάμε να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή
Πήραμε στην κατοχή μας ένα δυνατό, κυριαρχικό σκυλί, χωρίς να γνωρίζουμε την φύση του. Ίσως να μην ήμασταν έτοιμοι για κάτι τέτοιο.
Έπειτα αρκεστήκαμε στο να καλύπτουμε τις δικές μας ανάγκες όσο εκείνος μεγάλωνε .Καταναλώναμε όλον μας τον χρόνο φιλώντας και αγκαλιάζοντάς τον, αλλά δεν μπήκαμε στον κόπο να καλύψουμε και τις δικές του ανάγκες. Δεν τον κοινωνικοποιήσαμε ποτέ. Τον αφήσαμε να πιστέψει, πως όλος ο κόσμος είναι η αυλή μας που πρέπει να φυλάει από τους δήθεν εισβολείς. Εκείνος μην έχοντας τίποτε άλλο να κάνει, διοχέτευε όλη του την ενέργεια σε αυτό και μετά μέρα με την ημέρα γινόταν όλο και καλύτερος, όλο και πιο ισχυρός. Δεν τον πήγαμε βόλτες παραέξω, να δει και να ακούσει ανθρώπους, παιδιά, παππούδες, σκύλους…να δει την κοινωνία μας.
Δεν γνωρίζαμε καν, ότι έπρεπε να κάνουμε κάτι τέτοιο.
Κάθε του αντίδραση βασιζόμενη στην ανασφάλεια ή την κτητικότατά του, την ονομάσαμε παιχνίδι και δεν μπήκαμε ποτέ στην διαδικασία να του κερδίσουμε την εμπιστοσύνη.
Την εκπαίδευση και την πειθαρχία την βαφτίσαμε ταλαιπωρία και καταπίεση, οπότε δεν σκεφτήκαμε καν να υποβάλλουμε τον σκύλο μας σε μια τέτοια διαδικασία.
Καταλήξαμε σε καινούριες συνθήκες ζωής, στις οποίες ο σκύλος μας δεν είναι έτοιμος να ανταπεξέλθει, επειδή όσες πολλές αγκαλιές και αν τον πήραμε, ας το παραδεχτούμε, δεν τον μεγαλώσαμε σωστά.
Πλέον όμως δεν έχουμε ούτε αυλή για να του βάλουμε το φαγητό μακριά, αλλά ούτε χώρο για να εκτονωθεί. Και φοβόμαστε στην ιδέα για το τι θα συμβεί, όταν θα τον ξαναβγάλουμε βόλτα.
*Ο Πέτρος Εμανουήλ Μητσάκος είναι εκπαιδευτής σκύλων, Τηλ. 6946564471, Email: [email protected]
Από το περιοδικό FZHN που κυκλοφορεί με τον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής