Επίσης ο αναπληρωτής υπουργός αναφέρει σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι ετοιμάζεται αναθεώρηση του σχετικού νομικού πλαισίου για την προσέλκυση μεγάλων επενδύσεων (fast track), προκειμένου να παρέχονται κίνητρα για επενδύσεις σε περισσότερους τομείς της οικονομίας, ενώ επίκειται και νομοσχέδιο, για ένα σύστημα ουσιαστικών ελέγχων και εποπτείας της αγοράς.
Σχετικά με την απορροφητικότητα των κονδυλίων του ΕΣΠΑ ο ίδιος σημείωσε ότι η έγκαιρη ενεργοποίηση όλων των προγραμμάτων του νέου ΕΣΠΑ σε ποσοστό που ξεπερνά ήδη το 50% (προσκλήσεις ύψους 9 δισ. ευρώ) και η υπέρβαση των στόχων απορρόφησης των κοινοτικών πόρων που επιτεύχθηκε το 2016, συνηγορούν στο ότι το 2017 θα είναι η χρονιά που θα εκτελεστεί πολύ σημαντικό μέρος των νέων προγραμμάτων.
Παπαθανάσης: 187 επενδυτικά σχέδια για τη δημιουργία 989 νέων θέσεων εργασίας
Έντονο επιχειρηματικό ενδιαφέρον υπάρχει όμως και για τον νέο αναπτυξιακό νόμο. Όπως αναφέρει ο αναπληρωτής υπουργός αναμένεται στον πρώτο μόνο κύκλο, για μόλις τέσσερα από τα οκτώ καθεστώτα του νόμου, να υποβληθούν περί τα 800 επενδυτικά σχέδια, με ιδιαίτερο βάρος να πέφτει στη βιομηχανία/μεταποίηση καθώς και στον πρωτογενή τομέα.
Σε σχέση με την αξιολόγηση, ο κ. Χαρίτσης υπογράμμισε ότι «η κυβέρνηση εργάζεται μεθοδικά για την ολοκλήρωση αυτής της σημαντικής εκκρεμότητας, ώστε να απελευθερωθεί η δυναμική που έχει συσσωρευτεί στην ελληνική οικονομία κατά τη μακρά περίοδο της κρίσης. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει με υποχώρηση από τη μεριά μας σε παράλογες απαιτήσεις στο ζήτημα των εργασιακών σχέσεων και των δημοσιονομικών στόχων».
Για το «σταυροδρόμι» στο οποίο βρίσκεται η ΕΕ ο κ. Χαρίτσης υπογραμμίζει ότι «η διεύρυνση των ανισοτήτων ανάμεσα στις εθνικές οικονομίες αναπαράγει τις στρεβλώσεις στη λειτουργία της Ευρωζώνης. Μονάχα η προώθηση μιας πολιτικής αλληλεγγύης, επενδύσεων και ανάπτυξης, αντί για την καταστροφική λιτότητα, μπορεί να επουλώσει τις βαθιές πληγές που τρέφουν τους βρικόλακες της ακροδεξιάς, της ξενοφοβίας, του εθνικισμού».
Ερ.: Κύριε Χαρίτση, το 2017 ξεκινάει με καλούς οιωνούς για την απορροφητικότητα του ΕΣΠΑ καθώς το 2016 η κυβέρνηση πέτυχε απορρόφηση 11,35% έναντι στόχου 7%. Πού αποδίδετε αυτή την επιτυχία και ποιοι είναι οι στόχοι για το 2017 σε ό,τι αφορά στο ΕΣΠΑ;
Απ.: Η επιτυχία δεν προέκυψε ως δια μαγείας: είναι αποτέλεσμα έγκαιρου και ορθολογικού σχεδιασμού, μεθοδικής δουλειάς και καλής συνεργασίας με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς διαχείρισης και υλοποίησης.
Η έγκαιρη ενεργοποίηση όλων των προγραμμάτων του νέου ΕΣΠΑ σε ποσοστό που ξεπερνά ήδη το 50% (προσκλήσεις ύψους 9 δισ. ευρώ) και η υπέρβαση των στόχων απορρόφησης των κοινοτικών πόρων που πετύχαμε το 2016, συνηγορούν ότι το 2017 θα είναι η χρονιά που θα εκτελεστεί πολύ σημαντικό μέρος των νέων προγραμμάτων με απτά αποτελέσματα για την κοινωνία και την πραγματική οικονομία. Χάρη στις προτεραιότητες που θέσαμε με τον επανασχεδιασμό των προγραμμάτων, τα κονδύλια θα κατευθυνθούν, μεταξύ άλλων, στη στήριξη μιας δυναμικής μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, σε ουσιαστικά κοινωνικά προγράμματα για την ενίσχυση της απασχόλησης, σε έργα περιβαλλοντικών υποδομών πραγματικά ωφέλιμα για τις τοπικές κοινωνίες.
Θα μου επιτρέψετε πάντως να σημειώσω ότι όπως ακριβώς το 2015 με την ολοκλήρωση του προηγούμενου ΕΣΠΑ, έτσι και το 2016, με την εκκίνηση του νέου, η σημαντική επιτυχία στην απορρόφηση των πόρων έρχεται να διαψεύσει μια αδίστακτη καταστροφολογία εκ μέρους της αντιπολίτευσης. Συγκριτικά, η απορρόφηση που πετύχαμε είναι 8 φορές μεγαλύτερη από εκείνην που είχαν καταφέρει οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ στο αντίστοιχο σημείο της
προηγούμενης περιόδου.
Ερ.: Ποια είναι η εικόνα από την ενεργοποίηση του νέου αναπτυξιακού νόμου; Αναζητούν οι επιχειρήσεις την ένταξη στις ρυθμίσεις του;
Απ.: Ο νέος Αναπτυξιακός Νόμος καινοτομεί σε σχέση με τους αντίστοιχους του παρελθόντος, τόσο ως προς τα μέσα της χρηματοδότησης, καθώς για πρώτη φορά προβλέπονται φορολογικά κίνητρα για μεγάλες επενδύσεις, όσο και στις
κατευθύνσεις που θέτει, δίνοντας έμφαση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, στις συνέργειες και δικτυώσεις, σε τομείς προτεραιότητας όπως η τεχνολογική καινοτομία ή η αγροδιατροφή, αλλά και εντάσσοντας για πρώτη φορά ισότιμα κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις. Τα μέχρι στιγμής μηνύματα είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά. Αναμένεται στον πρώτο μόνο κύκλο, για μόλις τέσσερα από τα οκτώ καθεστώτα του Νόμου, να υποβληθούν περί τα 800 επενδυτικά σχέδια, με ιδιαίτερο βάρος να πέφτει στη βιομηχανία/μεταποίηση καθώς και στον πρωτογενή τομέα. Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, στα τέσσερα χρόνια του προηγούμενου Αναπτυξιακού Νόμου εγκρίθηκαν συνολικά 1.200 σχέδια.
Ερ.: Η χρηματοδότηση παραμένει ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα για την επιχειρηματικότητα. Επιδίωξη του υπουργείου, όπως έχετε δηλώσει, είναι η συντονισμένη αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων χρηματοδοτικών εργαλείων και παράλληλα η διασφάλιση νέων επενδυτικών πόρων. Με βάση αυτό το δεδομένο ετοιμάζονται και νέα χρηματοδοτικά εργαλεία που θα ξεκινήσουν εντός του 2017;
Απ.: Σε συνθήκες περιορισμένης παροχής ρευστότητας από το τραπεζικό σύστημα, η πρόσβαση των επιχειρήσεων σε εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης είναι ένα κρίσιμο ζητούμενο. Πέρα από τα εργαλεία του ΕΣΠΑ και του νέου αναπτυξιακού νόμου, αξιοποιούμε τη συνεργασία μας με διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και ενεργοποιούμε νέα, σύγχρονα και αποδοτικά χρηματοδοτικά εργαλεία για μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Τους τελευταίους μήνες του 2016 ενεργοποιήσαμε το πρωτοποριακό Υπερταμείο Συνεπενδύσεων (Fund of Funds), το νέο Ταμείο επιχειρηματικότητας και το νέο πρόγραμμα «Εξοικονομώ». Το συνολικό ποσό που θα εισρεύσει στην πραγματική οικονομία μέσα από τη μόχλευση των δημόσιων πόρων που έχουν δεσμευτεί σε αυτά τα προγράμματα αναμένεται να φτάσει στα 2 δισ. ευρώ.
Εντός του πρώτου τριμήνου του 2017, θα ακολουθήσουν δύο νέα σημαντικά εργαλεία. Με το νέο Ταμείο Υποδομών στοχεύουμε στην χρηματοδότηση- προκειμένου να αποφευχθούν τα λάθη του παρελθόντος- συγκεκριμένων κατηγοριών υποδομών, όπως η ενεργειακή εξοικονόμηση σε δημόσια κτίρια και η ανάπτυξη τουριστικών υποδομών. Με το Ταμείο Μικροπιστώσεων θα δώσουμε βάρος στη στήριξη μικρομεσαίων επιχειρήσεων, φυσικών προσώπων, καθώς και της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, η οποία για μας μπορεί να αποτελέσει έναν δυναμικό κλάδο της οικονομίας, όπως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Ερ.: Κύριε Χαρίτση, τόσο εσείς όσο και ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Δημήτρης Παπαδημητρίου, προτάσσετε την ανάγκη προσέλκυσης επενδύσεων. Ποιες κινήσεις και ποιες θεσμικές παρεμβάσεις σκοπεύετε να κάνετε σε αυτή την κατεύθυνση;
Απ.: Στην ελληνική οικονομία έχει εδραιωθεί ένα κλίμα αποεπένδυσης, ως συνέπεια της δημοσιονομικής κρίσης και των υφεσιακών πολιτικών που ακολουθήθηκαν για την αντιμετώπισή της. Η αναστροφή αυτού του κλίματος είναι το πρώτο μας καθήκον.
Στοχεύουμε σε επενδύσεις, δημόσιες και ιδιωτικές, που θα είναι βιώσιμες, οικονομικά και περιβαλλοντικά, και θα δημιουργούν ποιοτικές θέσεις εργασίας. Από τη μια, επιδιώκουμε την προσέλκυση στρατηγικών επενδύσεων με ουσιαστικό κοινωνικό και αναπτυξιακό αντίκρισμα. Για τον σκοπό αυτόν, αναθεωρούμε το σχετικό νομικό πλαίσιο (fast track), παρέχοντας κίνητρα για επενδύσεις σε περισσότερους τομείς της οικονομίας, επιταχύνοντας τις διαδικασίες και εξασφαλίζοντας τη διαφάνεια. Από την άλλη, προσπαθούμε να διαμορφώσουμε εκείνο το οικονομικό περιβάλλον που θα ευνοεί τη σύσταση και την ανάπτυξη δυναμικών και καινοτόμων μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Τον σκοπό αυτόν υπηρετούν οι νόμοι που πολύ πρόσφατα ψηφίστηκαν, για την απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης και λειτουργίας των επιχειρήσεων και για τη μείωση της γραφειοκρατίας, καθώς και το νομοσχέδιο που επίκειται, για ένα σύστημα ουσιαστικών ελέγχων και την εποπτεία της αγοράς. Τον ίδιο στόχο υπηρετεί η επιτυχής ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και, βεβαίως, η ολοκλήρωση του θεσμικού πλαισίου για τη διευθέτηση του ζητήματος των «κόκκινων» δανείων. Την πολιτική αυτή στηρίζουμε και με κονδύλια του ΕΣΠΑ, με τη σύσταση των κέντρων εξυπηρέτησης των δανειοληπτών.
Παράλληλα, στην κάλυψη του επενδυτικού κενού στοχεύουν τα χρηματοοικονομικά εργαλεία για μικρομεσαίες επιχειρήσεις που απαρίθμησα παραπάνω.
Ερ.: Πώς συνδέονται αυτές οι πρωτοβουλίες για την προσέλκυση επενδύσεων και τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος με τη διαπραγμάτευση για τη δεύτερη αξιολόγηση; Είστε αισιόδοξος ότι θα κλείσει σύντομα αυτή η εκκρεμότητα;
Απ.: Οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για την εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας αποδίδουν ήδη καρπούς. Αυτό αποτυπώνεται πλέον και στις επίσημες εκτιμήσεις διεθνών οίκων. Μόλις πριν λίγες μέρες, για παράδειγμα, ανακοινώθηκε ότι ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος (ESI) για τον Δεκέμβριο σημείωσε υψηλό έτους, ενώ θετική είναι και η εικόνα από την πορεία των ελληνικών ομολόγων κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2016. Εξίσου σημαντικός δείκτης όμως για εμάς είναι και το ζωηρό ενδιαφέρον που παρουσιάζεται για τα χρηματοοικονομικά εργαλεία που υλοποιούμε.
Σε σχέση με την αξιολόγηση, η κυβέρνηση εργάζεται μεθοδικά για την ολοκλήρωση αυτής της σημαντικής εκκρεμότητας, ώστε να απελευθερωθεί η δυναμική που έχει συσσωρευτεί στην ελληνική οικονομία κατά τη μακρά περίοδο της κρίσης. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει με υποχώρηση από τη μεριά μας σε παράλογες απαιτήσεις στο ζήτημα των εργασιακών σχέσεων και των δημοσιονομικών στόχων. Δεν μπορεί να υπάρξει οικονομική ανάταξη και βιώσιμη αναπτυξιακή προοπτική για τη χώρα χωρίς στοιχειώδη αποκατάσταση του ευρωπαϊκού κεκτημένου στην αγορά εργασίας και χωρίς τη σύνδεση των πρωτογενών πλεονασμάτων με την ανάπτυξη και την απασχόληση.
Ερ.: Κύριε Χαρίτση, η Ευρωπαϊκή Ένωση μοιάζει να βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι. Ποια προοπτική βλέπετε για το ευρωπαϊκό εγχείρημα;
Απ.: Πράγματι, το ευρωπαϊκό εγχείρημα βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπο με μια θεμελιώδη αντίφαση, που είναι αβέβαιο προς ποια κατεύθυνση θα επιλυθεί. Από τη μια, εξακολουθούν να υλοποιούνται τα προγράμματα συνοχής, τα οποία βασίζονται στην ιδρυτική αρχή της Ένωσης για την υιοθέτηση ενός πολιτικού πλαισίου αλληλεγγύης μεταξύ των μελών της. Από την άλλη, η ίδια αυτή αρχή υποσκάπτεται από τις ακραίες πολιτικές λιτότητας, που επιβάλλονται μέσα από τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής. Απέναντι στις δυνάμεις που πιέζουν για την εμπέδωση της λιτότητας και την εγκατάλειψη των πολιτικών συνοχής, έχουν αρχίσει το τελευταίο διάστημα να υψώνονται όλο και πιο δυνατές φωνές. Για εμάς, η επιδίωξη της κοινωνικής, οικονομικής και χωρικής συνοχής δεν είναι μόνο καταστατική αρχή, αλλά και όρος επιβίωσης της ΕΕ. Η διεύρυνση των ανισοτήτων ανάμεσα στις εθνικές οικονομίες αναπαράγει τις στρεβλώσεις στη λειτουργία της Ευρωζώνης. Μονάχα η προώθηση μιας πολιτικής αλληλεγγύης, επενδύσεων και ανάπτυξης, αντί για την καταστροφική λιτότητα, μπορεί να επουλώσει τις βαθιές πληγές που τρέφουν τους βρικόλακες της ακροδεξιάς, της ξενοφοβίας, του εθνικισμού.