Η στερλίνα δέχεται πιέσεις το μεγαλύτερο μέρος αυτής της εβδομάδας εν μέσω αυξανόμενης ανησυχίας ότι η Βρετανία θα επιδιώξει ένα «σκληρό» Brexit. Σήμερα, κατά τη διαπραγμάτευσή της στην Ασία, υποχώρησε κατά περίπου 10% από τα επίπεδα γύρω στο 1,2600 δολάριο στο 1,1378 δολάριο. Στις 12.30 (ώρα Ελλάδος) η ισοτιμία ήταν 1 λίρα/ 1,1 ευρώ. Παρόλα αυτά, οι βρετανικές μετοχές είναι σε υψηλότατα επίπεδα, παρά τις προβλέψεις πολλών ειδικών.
Ωστόσο, σύμφωνα με την Thomson Reuters, στην οποία ανήκει η ηλεκτρονική πλατφόρμα συναλλαγών του Reuters, η RTSL, η συγκεκριμένη συναλλαγή ακυρώθηκε και το χαμηλό επίπεδο αναθεωρήθηκε στο 1,1491 δολάριο, που και πάλι είναι το κατώτερο από το 1985.
Μετά από μια διαπραγμάτευση με έντονες διακυμάνσεις, η στερλίνα ανέκαμψε και διαμορφώθηκε νωρίτερα στο 1,2440 δολάριο, σημειώνοντας πτώση κατά 1,4% σε σχέση με χθες. Το ευρώ ανήλθε στις 94,03 πένες, στο υψηλότερο επίπεδό του από τις αρχές του 2009, πριν υποχωρήσει στις 89,33 πένες, καταγράφοντας άνοδο 1%.
Παπαθανάσης: 187 επενδυτικά σχέδια για τη δημιουργία 989 νέων θέσεων εργασίας
Η υποχώρηση, ωστόσο, της στερλίνας προσφέρει στήριξη στις μετοχές των βρετανικών εταιριών με διεθνή προσανατολισμό, με τον δείκτη των εταιριών blue chip στο χρηματιστήριο του Λονδίνου να ενισχύεται κοντά σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Στις 10:12 ώρα Ελλάδας, ο δείκτης FTSE 100 ενισχύθηκε κατά 0,4% στις 7.030,30 μονάδες, και απείχε λιγότερο από 100 μονάδες από το ιστορικά υψηλό επίπεδο που σημείωσε πέρυσι τον Απρίλιο. Από την Δευτέρα, ο δείκτης έχει ενισχυθεί σχεδόν κατά 2% αφού υποχώρησε την περασμένη εβδομάδα.
Ο δείκτης των εταιριών μεσαίας κεφαλαιοποίησης FTSE 250, που περιλαμβάνει κυρίως εταιρίες που δραστηριοποιούνται στην εγχώρια αγορά, ενισχύθηκε νωρίτερα κατά 0,1%.
Οι διεθνείς εταιρίες του δείκτη FTSE 100 αντλούν τα περισσότερα έσοδά τους σε αμερικανικά δολάρια, ενώ η αδύναμη στερλίνα βοηθά και τις εταιρίες εξαγωγών. Ωστόσο, η υποχώρηση της στερλίνας επηρέασε και την αξία των μετοχών του FTSE 100 σε δολάρια, σε έναν ενδεχόμενα αρνητικό παράγοντα για τους ξένους επενδυτές για τους οποίους το δολάριο είναι το βασικό νόμισμα αναφοράς.