Ερωτηθείς, αν η ελληνική κυβέρνηση θα αντιστρέψει ορισμένες μεταρρυθμίσεις, ο Ρέγκλινγκ απάντησε: «Όχι. Έχουν υποσχεθεί τις μεταρρυθμίσεις αυτές. Ο ελληνικός προϋπολογισμός φέτος είναι ελαφρά καλύτερος του αναμενόμενου. Η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτό τον προϋπολογισμό. Αν αλλάξουν τις πολιτικές τους, θα πρέπει πρώτα να συζητήσουν με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Δεν έχουν αποδεσμευθεί ακόμη 100%».
Στην παρατήρηση του δημοσιογράφου ότι η Ολλανδία θέλει πίσω τα χρήματά της, ο Ρέγκλινγκ απάντησε: «Όχι, ο ESM θέλει πίσω τα χρήματά του. Όσο αποπληρωνόμαστε, δεν υπάρχει κανένα κόστος για τον Ολλανδό φορολογούμενο. Ούτε ένα σεντ από χρήματα του Ολλανδού φορολογούμενου δεν έχει δαπανηθεί έως τώρα για τα ελληνικά πακέτα στήριξης».
Στο μεταξύ, αυξητικές τάσεις παρουσιάζει το ελληνικό δεκαετές ομόλογο, με την τρέχουσα αξία του να διαμορφώνεται στο 4,33%, εμφανίζοντας αύξηση της τάξεως του 3%.
CNBC: Μονομερείς ενέργειες Τσίπρα ενόψει εκλογών τρομάζουν τις αγορές
«Η Αθήνα έχει συμφωνήσει στην μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, ωστόσο οι αγορές αγωνιούν για το αν ο Αλέξης Τσίπρας τηρήσει τα συμφωνηθέντα ή αν θα αλλάξει γνώμη στην πορεία», αναφέρει σε δημοσίευμά του το CNBC.
Το αμερικανικό δίκτυο κάνει παράλληλα αναφορά σε δημοσιεύματα του ελληνικού τύπου από τον Αύγουστο στα οποία αναφέρεται ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα προσπαθήσει να αναβάλει τις περικοπές στις συντάξεις.
«Μονομερείς αλλαγές στα συμφωνηθέντα μπορεί να δημιουργήσουν εντάσεις με τους θεσμούς» εκτιμά μεταξύ άλλων το CNBC, επισημαίνοντας πως οποιαδήποτε αναστροφή των μεταρρυθμίσεων, αναστολή των περικοπών στις συντάξεις και οτιδήποτε σχετικό, θα πρέπει να περιμένει για αργότερα.
Προϋπολογισμός… όπου κάτσει η μπίλια
Το πρώτο προσχέδιο Προϋπολογισμού «πολλαπλής επιλογής» με ένα βασικό σενάριο και ένα δυνητικό θα πρέπει να κρίνει από αύριο καταρχήν η Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής και στη συνέχεια η Ολομέλεια με αφορμή τις συντάξεις.
Οπως αναμενόταν, το υπουργείο Οικονομικών μετά από πολυήμερη ζύμωση έστειλε ένα προσχέδιο με δύο σενάρια με σημείο αναφοράς την αντιμετώπιση των παλιών συντάξεων.
Ενα επίσημο και ψηφισμένο από το 2017 το οποίο προβλέπει την περικοπή της προσωπικής διαφοράς στις παλιές συντάξεις και την εφαρμογή των γνωστών κοινωνικών αντιμέτρων. Το δεύτερο σενάριο αποτελεί ένα κείμενο «προθέσεων» που δεν θα μπορεί να γίνει επίσημο πριν τα δημοσιονομικά μεγέθη κυρωθούν από τους θεσμούς και το Eurogroup. Σε αυτό περιλαμβάνονται η -δυνητική- μη περικοπή των συντάξεων και η υλοποίηση μιας σειράς ελαφρύνσεων που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός από τη Θεσσαλονίκη.
Έρχονται εκατομμύρια ευρώ: Ο «χάρτης» των πληρωμών από τον e-ΕΦΚΑ και τη ΔΥΠΑ - Ποιοι οι δικαιούχοι
Το χειρότερο είναι ότι οι βουλευτές θα κληθούν να ψηφίσουν ή να απορρίψουν το προσχέδιο του Προϋπολογισμού το οποίο θα αλλάξει 15 ημέρες αργότερα. Τούτο διότι με βάση ανώτερη κυβερνητική πηγή -ίσως την πιο ανώτερη που υπάρχει- το προσχέδιο που θα κρίνουν οι Βρυξέλλες στις 15 Οκτωβρίου θα έχει μόνο ένα σενάριο, αυτό της μη περικοπής των συντάξεων. Και αυτό όμως τελεί υπό την αίρεση ότι οι διαπραγματεύσεις που γίνονται στο παρασκήνιο για τους αριθμούς θα αποδειχθούν ορθές.
Οι δύο όψεις
Το κείμενο του προσχεδίου που κατατέθηκε χθες στη Βουλή με βάση το βασικό σενάριο του Προϋπολογισμού που βασίζεται στα ήδη ψηφισθέντα μέτρα για την περικοπή των συντάξεων και την εφαρμογή των κοινωνικών αντιμέτρων καταλήγει σε ένα πρωτογενές πλεόνασμα 4,14% του ΑΕΠ ή 7,88 δισ. ευρώ. Με άλλα λόγια, το επίσημο σενάριο θα προβλέπει υπέρβαση του στόχου κατά 0,64% του ΑΕΠ ή 1,22 δισ. ευρώ.
Στο εναλλακτικό σενάριο που περιλαμβάνεται στο προσχέδιο του Προϋπολογισμού με τη μη περικοπή των συντάξεων και την εφαρμογή των ελαφρύνσεων που εξήγγειλε στη Θεσσαλονίκη ο πρωθυπουργός η πρόβλεψη είναι ότι θα φτάσουμε σε πρωτογενές πλεόνασμα 3,56% του ΑΕΠ (6,67 δισ. ευρώ) έχοντας ξεπεράσει τον δημοσιονομικό στόχο κατά 0,6% του ΑΕΠ, έχοντας δηλαδή υπερπλεόνασμα 144 εκατ. ευρώ.
Αντίμετρα
Παράλληλα με τη μη περικοπή των συντάξεων, το οριακό υπερπλεόνασμα εξασφαλίζεται και με την εφαρμογή παρεμβάσεων όπου θα περιλαμβάνονται κουρεμένα και κάποια αντίμετρα του πρώτου σεναρίου.
Συγκεκριμένα οι παροχές περιλαμβάνουν:
- Βοήθεια στο σπίτι: Μετατρέπεται το τρέχον εργασιακό καθεστώς 3.000 εργαζομένων ορισμένου χρόνου σε αορίστου.
- Την πρόσληψη 4.500 εκπαιδευτικών και εξειδικευμένου προσωπικού σε θέσεις που τώρα καλύπτονται από ορισμένου χρόνου συμβάσεις.
- Ψαλίδι στην επιδότηση ενοικίου: Επαναπροσδιορισμό της αντίστοιχης δράσης που είχε συμπεριληφθεί στις εξισορροπητικές παρεμβάσεις του ΜΠΔΣ 2019-2022 με πιο στοχευμένα κριτήρια. Αυτό σημαίνει ότι από τις 600.000 οικογένειες που θα ωφελούνταν θα ωφεληθούν τελικά 300.000 οικογένειες
- Τη μείωση ασφαλιστικών εισφορών κατά 33,3%: Το μέτρο αφορά στη μείωση των εισφορών ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών και ειδικότερα στη μείωση του συντελεστή κύριας ασφάλισης κατά 1/3 και στην εφαρμογή της ελάχιστης εισοδηματικής βάσης για την επικουρική ασφάλιση και την εφάπαξ παροχή.
- Την επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών νέων. Το μέτρο αφορά νέους ηλικίας έως 24 ετών και συνίσταται στην επιδότηση του 100% των εισφορών των εργαζομένων και του 50% των εργοδοτικών εισφορών.
- Τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 10% μεσοσταθμικά.
- Τη μείωση φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων: Σταδιακή μείωση του συντελεστή φορολόγησης από 29% σε 25% σε ορίζοντα τετραετίας.
- Τη μείωση φορολογίας μερισμάτων από το 15% σήμερα στο 10%.
- Εκταμίευση αναδρομικών ύψος 800 εκατ. ευρώ για τα ειδικά μισθολόγια.
Εσοδα
Ανάλογα με τα σενάρια διαφοροποιούνται και οι προβλέψεις για έσοδα και δαπάνες. Συγκεκριμένα, με βάση το βασικό σενάρια τα καθαρά έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού, σε δημοσιονομική βάση, προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 53.813 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 399 εκατ. ευρώ ή 0,7% έναντι των προβλέψεων του ΜΠΔΣ 2019-2022. Η προαναφερθείσα αύξηση αναμένεται να πραγματοποιηθεί παρά τη σημαντική άνοδο των επιστροφών φόρων κατά 788 εκατ. ευρώ.
Με βάση το εναλλακτικό σενάριο, χωρίς την περικοπή των συντάξεων τα καθαρά έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού, σε δημοσιονομική βάση, μετά τις προτιθέμενες παρεμβάσεις, προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 53.832 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 19 εκατ. ευρώ σε σχέση με το σενάριο βάσης.
Δαπάνες
Με βάση το βασικό σενάριο οι συνολικές δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2019 εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν (σε δημοσιονομική βάση) στα 57.624 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 95 εκατ. ευρώ σε σχέση με το στόχο του ΜΠΔΣ 2019-2022.
Στο εναλλακτικό σενάριο οι συνολικές δαπάνες για το 2019, μετά τις προτιθέμενες παρεμβάσεις, προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 56.169, μειωμένες κατά 1.455 εκατ. ευρώ σε σχέση με το σενάριο βάσης, κυρίως λόγω της άρσης των εξισορροπητικών παρεμβάσεων του 2019, όπως αυτές είχαν παρουσιαστεί στο ΜΠΔΣ 2019-2022.
Υψηλότερα η ανάπτυξη
Στο προσχέδιο του Προϋπολογισμού προβλέπονται ρυθμοί ανάπτυξης ελαφρά υψηλότεροι από αυτούς που περιείχε το ΜΠΔΣ 2019 – 2021. Συγκεκριμένα, το πραγματικό ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 2,5% σε ετήσια βάση, από 2,1% το 2018 έναντι προβλέψεων για αύξηση 2% του ΑΕΠ και 2,4% του ΑΕΠ για το 2018 και το 2019 αντιστοίχως.
Η ανάπτυξη θα βασιστεί στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 0,6% το 2018 και 1,1% το 2019 και στην αύξηση των επενδύσεων κατά 0,8% το 2018 και 11,1% το 2019. Οι εξαγωγές αναμένεται να αυξηθούν κατά 7,5% το 2018 και 5,8% το 2019.
Το ποσοστό ανεργίας αναμένεται να μειωθεί στο 18,3% στο 2018 και το 16,7% το 2019 ενώ ο πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί στο 1,2% για το 2019 από 0,6% το 2018.
Χρέος
Το χρέος της Κεντρικής Διοίκησης εκτιμάται ότι θα ανέλθει στα 357.250 εκατ. ευρώ ή 195,1% ως ποσοστό του ΑΕΠ στο τέλος του 2018, έναντι 328.704 εκατ. ευρώ ή 184,9% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2017. Το 2019, το ύψος του χρέους προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί στα 346.200 εκατ. ευρώ ή 182,1% ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 13 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2018.
Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα ανέλθει στα 335.000 εκατ. ευρώ ή 183,0% ως ποσοστό του ΑΕΠ στο τέλος του 2018, έναντι 317.407 εκατ. ευρώ ή 178,6% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2017. Το 2019, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί στα 323.500 εκατ. ευρώ ή 170,2% ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 12,8 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2018.
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]