Γράφει ο Γιώργος Ν. Παπαθανασόπουλος
«Η μορφή του Κανάρη ενωρίς έλαβε την θέσιν της εις το παγκόσμιο λεύκωμα της ιστορίας των ηρώων. Οταν εξερράγη η Ελληνική Επανάστασις ήτο άσημος πλοίαρχος ενός μικρού ιστιοφόρου… Ητο εκ χαρακτήρος ήρεμος άνθρωπος. Πολίτης νομιμόφρων, υπόδειγμα συζύγου και πατρός. Δεν επεδίωξε ποτέ την προβολήν, και επροτίμα τον ήσυχον βίον… Ο θρίαμβος δεν ήλλαξε τον χαρακτήρα του, παρέμεινεν εξ ίσου μετριόφρων και αγνός, όσον όταν ήτο απλούς εμποροπλοίαρχος. Πολλαπλάς προσέφερεν έκτοτε εις το Εθνος υπηρεσίας, πάντοτε με την ίδιαν σεμνότητα και ακεραιότητα. Υπήρξεν εις όλα άμεμπτος, Οταν, μετά την μεταπολίτευσιν, εγένετο έλεγχος των διαχειρισθέντων χρηματικά κονδύλια, διά τον Κανάρην ουδείς εγένετο λόγος. Αλλωστε ουδέν ουδέποτε διεχειρίσθη. Και όταν αι περιστάσεις ήσαν κρίσιμοι προς τον Κανάρην πάντοτε εστρέφοντο τα βλέμματα όλων, ως εις άνθρωπον του οποίου την πρωτοκαθεδρίαν απεδέχοντο όλοι».
Η Γενική Εφημερίς της Ελλάδος (Τεύχος 3/8 Ιανουαρίου 1830) δημοσιεύει κοινοποίηση του Κανάρη προς τους Ελληνες με το εξής σχόλιο: «Η εξής κοινοποίησις μας εδόθη από τον Κύριον Κ. Κανάρην. Νομίζομεν δε ότι αποδίδομεν μικρόν τινά φόρον εις την ανδρίαν και αρετήν του ανδρός τούτου, προθυμούμενοι να την καταχωρίσωμεν κατά την αίτησίν του εις την εφημερίδα μας».
Στην κοινοποίηση ο Κανάρης καταγράφει λεπτομερώς τα δώρα τα οποία είχε λάβει με την ακόλουθη σημείωση: «Θέλοντες οι άνδρες ούτοι να τιμήσωσι εμέ τον απλούν πολεμικόν της Ελλάδος πολίτην, όστις διά τίποτε άλλο δεν χαίρω, παρά διότι νομίζω ότι επλήρωσα μικρόν μέρος των προς την Πατρίδα απείρων χρεών μου, ετίμησαν τα υπέρ της απελευθερώσεως της Ελλάδος ευγενή των φρονήματα. Εγώ δεν έλειψα κατά χρέος να πέμψω προς αυτούς εν καιρώ γράμματα ενδεικνύοντα την βαθείαν μου ευγνωμοσύνη. Αλλά επειδή έμαθον ότι τινές εξ αυτών δεν τα έλαβον και υποπτεύομαι μήπως παρέπεσαν και άλλα διά την τότε ανωμαλίαν, επομένως ενδέχεται να με νομίσουν αχάριστον οι ευγενείς εκείνοι άνδρες, διά τούτο τολμώ να αποδώσω την ευγνωμοσύνην μου και δημοσίως διά των εφημερίδων».
Μεταξύ των δώρων που έλαβε ήσαν: Του πλοιάρχου της αγγλικής κορβέτας «Περσεύς» το σπαθί του, του Γάλλου στρατηγού Ρόσχη ένα ζευγάρι πιστόλια, της κόμισσας Καστελάνη ένα χαρτοφυλάκιο (porte feuille), του βασιλικού οπλοποιού της Γαλλίας ένα τουφέκι επτάστομο, με όλα του τα αναγκαία, της συζύγου του Αγγλου πλοιάρχου Τιλ, καλουμένης Νέιτιλ, ένα δακτυλίδι από σμάλτο και χρυσά ενώτια (σκουλαρίκια) για τη σύζυγό του, του κόμητα Ντ’ Αρκούρ ένα σπαθί και 10 χιλ. γρόσια «προς αποπληρωμήν του πυρπολικού, το οποίο έκαυσα εις τον Μπαμπάν επί μιας εχθρικής κορβέτας».
Ο Κανάρης δεν θέλησε να λάβει μέρος στις εμφύλιες διαμάχες κατά τη διεξαγωγή του Αγώνα. Οπου του έλεγαν πήγαινε με το πυρπολικό του και επιτελούσε το καθήκον του. Μέσα του όμως ήθελε να μπει μια τάξη στο κράτος και όταν ανέλαβε κυβερνήτης ο Καποδίστριας αμέσως ετέθη στην υπηρεσία του. Δεν έλαβε σημαντικές θέσεις όπως οι Υδραίοι ναυτικοί Κουντουριώτης, Μιαούλης, Σαχτούρης, Τομπάζης, Κριεζής.
Το 1829, ως πληρεξούσιος των Ψαρών, συμμετέσχε στη Δ΄ Εθνοσυνέλευση. Στις 15 Οκτωβρίου 1829 ο Καποδίστριας με διαταγή του τον προβίβασε σε μοίραρχο, γράφων στη σχετική απόφασή του: «Παρατηρούντες ότι ο Κ. (Κύριος) Κωνσταντίνος Κανάρης υπηρετήσας την πατρίδα εξ αρχής του ιερού τούτου αγώνος διέπρεψε. Θεωρούντες δίκαιον και αναγκαίον να ανταμείβωνται τα πατριωτικά κατορθώματα διατάττομεν. Α’ Ο Κ. Κωνσταντίνος Κανάρης προβιβάζεται εις τον βαθμόν του Μοιράρχου».
Στις 29 Ιουνίου 1830 ο κυβερνήτης με διαταγή του διορίζει τον Κανάρη διοικητή και πλοίαρχο της κορβέτας «Η Νήσος των Πετσών». Εν τω μεταξύ, Μανιάτες και Υδραίοι μένεα έπνεαν κατά του κυβερνήτη, που δεν τους ικανοποιούσε. Οταν ο Καποδίστριας πληροφορήθηκε ότι ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης αναχώρησε κρυφά από το Ναύπλιο με σκοπό να ξεσηκώσει εναντίον της κυβερνήσεως τους Μανιάτες, διέταξε τον Κανάρη με το πλοίο του να τον καταδιώξει και να τον συλλάβει, πράγμα το οποίο και έπραξε και τον πήγε στο Ναύπλιο. (Διον. Κόκκινου «Η Ελληνική Επανάστασις», Εκδ. «Μέλισσα», Τόμος 6ος, σσ. 589-592).
Το τραγικότερο συμβάν στη στρατιωτική ζωή του Κανάρη ήταν ο εκ μέρους του συμπολεμιστή του Ανδρέα Μιαούλη εμπρησμός και η καταστροφή του Εθνικού Στόλου, που ναυλοχούσε στον Πόρο. Διαβλέπων δυσάρεστες εξελίξεις από τις εχθρικές κινήσεις του Μιαούλη και των άλλων Υδραίων επαναστατών ο Καποδίστριας διέταξε τον Κανάρη με την κορβέτα «Σπέτσες» να πάει στον Πόρο και να αποτρέψει δυσάρεστες εξελίξεις.
Οταν μετέβη στο πλοίο του Μιαούλη για να συζητήσουν αυτός τον έθεσε σε περιορισμό. Μετά μετάνιωσε και τον άφησε ελεύθερο, αλλά δεν μεταπείσθηκε. Και όταν θεώρησε ότι κινδύνευε από ρωσικά πλοία να αποκλεισθεί κατέστρεψε τον στόλο. Ηταν η 1η Αυγούστου του 1831. Σοκ στο πανελλήνιο.
Ο Α. Ραγκαβής το χαρακτήρισε «μεγαλουργό κακούργημα» (Κων. Παπαρρηγόπουλου Ιστορία του Ελληνικού Εθνους, τόμος Στ’ σσ. 214-215). Ο Κανάρης ανήγγειλε στο Ναύπλιο με το ακόλουθο μήνυμα: «Ο Μιαούλης παρέδωσε εις τας φλόγας την φρεγάταν Ελλάδα και την κορβέταν Υδραν. Αιωνία κατάρα εις τον εργάτην της θηριώδους αυτής πράξεως». Ο Καποδίστριας με ανακοίνωσή του εξέφρασε τον αποτροπιασμό του. (Διον Κοκκίνου «Η Ελληνική Επανάστασις», Τόμος 6ος, σελ. 650).
Με την έλευση του Οθωνος ο Κανάρης θεωρήθηκε φίλος των Καποδίστρια και Κολοκοτρώνη και έπεσε σε δυσμένεια, έστω και αν δεν έδωσε ποτέ αφορμή για κομματική ένταξη. Απόδειξη, ο αφοσιωμένος στο βασιλιά ναύαρχος Μιαούλης προήγαγε σε αντιναύαρχο μόνο τον Κριεζή και όχι τον Κανάρη, αν και μαζί του από το 1834 έπαιρνε ταυτόχρονα τον ίδιο βαθμό και πάντα ταυτοχρόνως προβιβαζόταν. Ηταν μια ευθεία προσβολή προς τον Κανάρη, ο οποίος αποσύρθηκε στον ιδιωτικό βίο, προκαλέσας την γενική συμπάθεια. (Σπ. Μαρκεζίνη «Πολιτική Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας», Τόμος Α’ σελ. 246).
Η επιστολή του φιλέλληνος Γαλλοελβετού τραπεζίτη J.G. Eynard προς τον Οθωνα, το 1832, επιβεβαιώνει του λόγου το ασφαλές. Αφού τον ενημερώνει ότι το κόμμα του Μιαούλη έκαψε το στόλο και κτύπησε τα ρωσικά πλοία του σημειώνει: «Το να χρησιμοποιήσει κανείς σήμερα τον Μιαούλη, αφήνων αχρησιμοποίητο τον γενναίο Κανάρη θα ήταν κακή πολιτική. Αναφέρω αυτό το παράδειγμα στη Μεγαλειότητά σας διότι ο Κανάρης καθαιρέθηκε υπό της παρούσης κυβέρνησης, ενώ, κατά την γνώμη όλων, ο Κανάρης αποτελεί τιμή της πατρίδος του διά την γενναιότητά του και το ήθος του» (Αυτ. σελ. 374).
Διόρθωση ημαρτημένου: Ο Δαίμων του Τυπογραφείου έβαλε την ουρά του και στο προηγούμενο άρθρο αντί να γραφεί πως ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης ήταν ο ποιητής που έγραψε πως ο Κανάρης είναι «η ζωντανή σημαία του Γένους», εγράφη ο Αριστομένης Προβελέγγιος, που άλλο είχε γράψει… Ζητώ
συγγνώμην.
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr