Ο… John Ripper, υπαρχιφύλακας της ΕΛ.ΑΣ., αστυνομικός-συνοδός πρώην βουλευτή της Χρυσής Αυγής, μαζί με πρώην αστυνομικό και αφανή διαχειριστή σκοπευτικού συλλόγου στο Χαϊδάρι, φέρεται να διοργάνωναν ψεύτικους σκοπευτικούς αγώνες προκειμένου να κερδίζουν χρήματα από τις σφαίρες που δήθεν πυροδοτούσαν οι σκοπευτές.
Εξετάζονται πληροφορίες και αναφορές σε συνομιλίες που υπεκλάπησαν για πώληση παράνομων όπλων στη μαύρη αγορά, με αποδέκτες άτομα που κινούνταν στην παρανομία της νύχτας.
Ο 43χρονος αστυνομικός φέρεται να έκανε πολυτελή ζωή, την ώρα που βρίσκεται σε αναρρωτική άδεια από το… 2021, ενώ τον περασμένο Απρίλιο πήρε και νέα αναρρωτική για ακόμη 24 μήνες!
Η υπόθεση ξεκίνησε από ένα ανώνυμο mail ατόμου που παρουσιάζεται ως «άνθρωπος της νύχτας», το οποίο έφθασε στους αστυνομικούς της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων στις 10 Μαρτίου 2023 κι ανέφερε λεπτομέρειες για τις παράνομες ενέργειες του αστυνομικού και των συνεργών του.
Στις 3 Ιουλίου 2023 συνελήφθησαν ο αστυνομικός, ένας 46χρονος πρώην αστυνομικός και ένας 72χρονος παθολόγος γιατρός, κατηγορούμενοι για εγκληματική οργάνωση, πλαστογραφία, ψευδείς ιατρικές πιστοποιήσεις, παράβαση καθήκοντος και απάτη. Ο «Ripper» φέρεται να είχε… οδηγό, έναν 28χρονο αστυφύλακα, προκειμένου να δείχνει ότι είναι «σημαντικός».
Διάλογοι
Στις 2 Απριλίου 2023, άτομο που φέρεται να είναι αθλητής σκοποβολής, αλλά έχει απασχολήσει τις αστυνομικές Αρχές, επικοινωνεί με τον 43χρονο υπαρχιφύλακα και ακολουθεί ο παρακάτω διάλογος:
- «Αθλητής»: Θέλω ένα δεκαοκτώ ευρώ. Καινούργιο πόσο είναι; Θα σ’ το πληρώσω.
- Υπαρχιφύλακας: Δεν ασχολούμαι ένα χρόνο, ενάμιση, δύο τώρα, δύο, δεύτερη χρονιά, τίποτα δεν ασχολούμαι… Τίποτα, μιλάμε τίποτα, δεν, δεν, ούτε καν δεν έχω επαφή με αυτά.
Στη συνέχεια οι δύο συνομιλητές κανονίζουν να βρεθούν από κοντά, με τον 43χρονο αστυνομικό να του λέει: «Κατάλαβες, σου λέω και από κοντά να καταλάβεις». Από τη συνομιλία τα στελέχη της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ. πιθανολογούν ότι ο γνώριμος «αθλητής» αναφέρεται σε παράνομη αγορά όπλου, με τον 43χρονο αστυνομικό να του αποκρίνεται ότι πλέον δεν ασχολείται με αυτά, αλλά στη συνέχεια κανονίζουν να βρεθούν από κοντά, καθώς ο αστυνομικός δεν ήθελε να μιλά για τέτοια θέματα μέσω τηλεφώνου.
Μια άλλη συνομιλία στις 11 Ιουνίου ανάμεσα σε «αθλητή» και τον αστυνομικό ενισχύει ακόμη περισσότερο τις υποψίες διάθεσης παράνομων όπλων στη «μαύρη αγορά».
Ο «αθλητής» στέλνει στον 43χρονο υπαρχιφύλακα το εξής μήνυμα: «Γιάννη, πάρε όταν μπορείς, σε θέλω για δουλειά». Σχεδόν μία ώρα αργότερα ο αστυνομικός επικοινωνεί με τον «πελάτη», ο οποίος του αναφέρει: «Καλά, ρε φίλε, δε μου λες, έχω κάποιον που ενδιαφέρεται για ένα μαραφέτι, να το πάρει, να το πάρει, ένα “μαύρο” καλό». Ο 43χρονος αστυνομικός κλείνει απότομα την κλήση, χωρίς να μιλήσει.
Από τη συγκεκριμένη συνομιλία προκύπτει, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αστυνομικών που ασχολήθηκαν με την υπόθεση, πως ο υπαρχιφύλακας έπαιρνε σημαντικά μέτρα προστασίας και «έκοψε» την κλήση, όταν ο «πελάτης» του μίλησε για… μαύρο όπλο. Οι αστυνομικοί εκτιμούν ότι η συγκεκριμένη συνομιλία συνεχίστηκε μέσω διαδικτυακής εφαρμογής συνομιλίας.
«Μέσο» στην Ασφάλεια
Σε μία συνομιλία του ο «Ripper», στις 6 Απριλίου, η οποία φαίνεται να ήταν συνέχεια προγενέστερης επικοινωνίας με άγνωστο άτομο σε διαδικτυακή εφαρμογή, αναφέρει: «Εεε, ένα φιλαράκι μου δουλεύει στα όπλα πάνω στην εεε, στην κρατική. Και γενικά θέλει να μπορεί να “σπρώξει” και να πουλήσει και να κάνει και να ράνει. Και του λέω “έχω δικό μου άνθρωπο και αυτά που μπορούμε να το σπρώξουμε και τέτοια, έχει σκοπευτήριο, θέλω να μπω και εγώ σιγά σιγά στο σκοπευτήριο μαζί του”».
Στη συνέχεια της συζήτησής τους αναφέρεται ότι έχει φίλο που υπηρετεί στην Κρατική Ασφάλεια και ασχολείται με τις αιτήσεις όπλων, με τον 43χρονο αστυνομικό να τον ρωτά πώς μπορεί να τους βοηθήσει, ενώ στη συνέχεια του προτείνει να τον καλέσει στη διαδικτυακή εφαρμογή Whats app.
ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΤΡΟΦΟ ΤΟΥ
«Θέλω να βγάλω 50 χιλιάρικα σε δύο μήνες»
Ο υπαρχιφύλακας, που έχει παντρευτεί τρεις φορές, με τον τελευταίο γάμο να βρίσκεται σε ισχύ, και έχει τρία παιδιά (17, 13 και 6 χρόνων), συνομιλώντας με τη σύντροφό του λέει για οικονομικές απολαβές μόνο σε μία περίπτωση διευκόλυνσης αθλητών σκοποβολής να διατηρήσουν τις άδειες κατοχής με σκοπευτικούς αγώνες στους οποίους δεν… πατούσαν.
Η συνομιλία καταγράφεται στις 8 Μαΐου, με τον αστυνομικό να λέει στη σύντροφό του: «Για να προλάβω να πάρω λεφτά αυτή τη βδομάδα, να βγάλω τέσσερα χιλιάρικα… θέλω να το πάω “τρένο” και να βγάλω πενήντα χιλιάρικα σε δύο μήνες και να πάω να πάρω το αμάξι…». Στη συνέχεια, της δηλώνει πως μέσω του συγκατηγορούμενου παθολόγου έβγαλε ιατρική καρτέλα σε αθλητή που πρόκειται να συναντήσει στην Καλαμάτα και θα πάρει 1.500 ευρώ από εκείνον.
Σε άλλη συνομιλία τους την 1η Ιουνίου, ο 43χρονος αστυνομικός της λέει: «Τι να σου πω, τρία χιλιάρικα; Και χίλια ευρώ τα πήρα με το που ήρθα στο μπλεντς τυχαία. Ηταν ένας που μου χρώσταγε λεφτά, μου λέει “κάτσε να σ’ τα δώσω τώρα”, του λέω “ααα, καλή αρχή κάναμε”».
Ο σκοπευτικός σύλλογος στο Χαϊδάρι και το… πάρτι με τα φυσίγγια
Από την ακρόαση των συνομιλιών προέκυψε ότι ο 43χρονος αστυνομικός πήγαινε κάθε Σαββατοκύριακο σε σκοπευτικό σύλλογο στο Χαϊδάρι, όπου έκανε μαθήματα σκοποβολής ως εκπαιδευτής σε αθλούμενους. Ο συγκεκριμένος όμιλος φαίνεται να έχει πρόεδρο μια 51χρονη γυναίκα, η οποία είναι σύζυγος ενός 46χρονου που για 12 χρόνια υπηρετούσε ως αρχιφύλακας στην Ελληνική Αστυνομία.
Ο «Ripper» και ο πρώην αστυνομικός είχαν συχνές συνομιλίες, στις οποίες συζητούσαν μεταξύ άλλων για εικονικές συμμετοχές σε αγώνες σκοποβολής στον όμιλο, με τον πρώτο να κάνει αναφορές σε χρηματικά ποσά που έπαιρνε από τους αθλητές. Ο 43χρονος αστυνομικός έλεγε πως ο σκοπευτικός όμιλος του ανήκει και ότι είχε αγοράσει έναν ακόμη στην ίδια περιοχή.
Από συνομιλίες του με φερόμενους αθλητές του συλλόγου φαίνεται ότι προβαίνει σε εικονικές δηλώσεις συμμετοχών σε αγώνες χωρίς την παρουσία των αθλητών και κατά συνέπεια σε εικονικές διαθέσεις φυσιγγίων για τις οποίες λάμβανε επιπλέον χρηματικά ποσά. Παράλληλα, πρότεινε στους αθλητές που ενδιαφέρονταν για την αγορά όπλου για σκοπευτική χρήση, να πηγαίνουν σε συγκεκριμένο κατάστημα. Σε συνεννόηση με τον ιδιοκτήτη του, εκείνος πωλούσε το κάθε όπλο ή φυσίγγια σε μεγαλύτερη τιμή (50-100 ευρώ) προκειμένου να βγαίνει «προμήθεια» για τον 43χρονο αστυνομικό.
«Τι να την κάνω την Αστυνομία, έχει ξεφτιλιστεί»
Στις 13 Ιουνίου 2023 ο «Ripper» συνομιλώντας με έναν άνδρα σχετικά με την «υπηρεσιακή του διαδρομή» στην Ελληνική Αστυνομία, αναφέρει χαρακτηριστικά: «…Αφού η αστυνομία, τι να την κάνω, έχει ξεφτιλιστεί τελείως. Να πάω, να πάω με 1.400 ευρώ και έχει φτάσει μέρα να παίρνω και 2.000 τώρα με τις δουλειές… Τι να την κάνω δηλαδή, είναι ασύμφορη».
Σε άλλη συνομιλία του μία μέρα αργότερα με ένα άτομο, που θα συντηρούσε το όπλο του, του ανέφερε ότι τα κέρδη του από τον σκοπευτικό όμιλο προκύπτουν από τον μεγάλο αριθμό πελατών του. Συγκεκριμένα του αναφέρει: «Δεν κερδίζω από το εικοσάρικο, δηλαδή ένα εικοσάρικο ας πούμε από τους γιατρούς. Ενα εικοσάρικο από δω, βγαίνουνε 150 ευρώ… Ε, θα μου πεις, καλά για 150 ευρώ τρως όλο το τρέξιμο; Αμα το βάλεις στα δέκα άτομα τη φορά; Είναι 1.500. Το κατάλαβες; Για σένα δεν είναι το εικοσάρικο, για μένα είναι επί δέκα. Είναι 200 ευρώ επί είκοσι ας πούμε τον μήνα. Κατάλαβες; Εγώ σου εξηγώ σου ‘χω πει ακριβώς πώς δουλεύω».
Από τις συγκεκριμένες συνομιλίες φαίνεται πως ο 43χρονος αστυνομικός έχει ως κύρια πηγή εισοδήματος τις έκνομες ενέργειες που σχετίζονται με το σκοπευτήριο, από το οποίο αποκομίζει μεγάλα χρηματικά ποσά.